Ο 20ος αιώνας σημαδεύτηκε από μεγάλες πανδημίες γρίπης, το 1918, το 1957 και το 1968. Η Ισπανική γρίπη, το 1918, αποτελεί ένα από τα πιο δραματικά γεγονότα στην ιστορίας της ιατρικής. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στις μεγαλύτερες επιδημίες που έχουν πλήξει τον πλανήτη και κόστισε την ζωή σε πάνω από 50 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Ο ατυχής χαρακτηρισμός της γρίπης ως «Ισπανική» δεν συνδέεται με τον τόπο προέλευσης της, αλλά με το γεγονός ότι οι Ισπανικές αρχές ήταν αυτές, που πρώτες ανακοίνωσαν επισήμως το πρόβλημα που υπήρχε.
H επιδημία εξαπλώθηκε με πολύ γρήγορους ρυθμούς πλήττοντας
διαδοχικά όλες τις ηπείρους του πλανήτη. Η εξάπλωσή της έγινε μέσω της χερσαίας
και θαλάσσιας οδού. Η ανησυχητική ένδειξη ότι το 1918 ο ιός προέκυψε από έναν ιό της
γρίπης των πτηνών προσαρμοσμένος στον άνθρωπο, υποχρεώνει την επιστημονική
κοινότητα να εξετάζει τις υποθέσεις σχετικά με την προέλευση της γρίπης.
Πως όμως εξαπλώθηκε η Ισπανική γρίπη;
Στις 4 Μαρτίου του 1918 στο «Camp Funston», στο Κάνσας, το
οποίο ήταν στρατόπεδο εκπαίδευσης στρατού των Η.Π.Α., έκανε την εμφάνισή της η
Ισπανική γρίπη. Έως τον Απρίλιο είχε εξαπλωθεί σε Αμερική και Ευρώπη μέσω της
πορείας των Αμερικανών στρατιωτών, που διέσχισαν τον Ατλαντικό για τις τελικές επιθέσεις
του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το ανοιξιάτικο κύμα ήταν σαρωτικό, όχι όμως
καταστροφικό, και ως τα τέλη του Ιουνίου είχε υποχωρήσει. Η Ισπανική γρίπη
έκανε ξανά την εμφάνισή της ένα μήνα αργότερα. Στις 22 Αυγούστου καταγράφηκε το
πρώτο κρούσμα του δεύτερου κύματος στην Ηπειρωτική Ευρώπη, την Βρέστη, Γαλλία, (Brest,
France) που ήταν το κυριότερο λιμάνι αποβίβασης των Αμερικανικών στρατευμάτων.
Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα εμφανίστηκε ταυτοχρόνως στη Βοστόνη (Boston,
U.S.A.), και στη Φριτάουν της Σιέρα Λεόνε (Freetown, Sierra Leone). Ο ιός
μεταφέρθηκε σε όλη την Ευρώπη (Ισπανία, Πορτογαλία, Σκανδιναβία, Αγγλία, Γαλλία
και Ιταλία) μέσα σε λίγες εβδομάδες.
Η προέλευση της γρίπης δεν έχει εξακριβωθεί. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι τόπος προέλευσής της ήταν η Κίνα. Το γεγονός ότι τον Μάρτιο του 1918 υπήρχαν ήδη κρούσματα στο Ντιτρόιτ (Η.Π.Α.) και στη Νότια Καρολίνα (Η.Π.Α.), αφήνει υπό συζήτηση το ενδεχόμενο, ο τόπος προέλευσης τελικά να ήταν οι Η.Π.Α. Γύρω από τη θεωρία αυτή στηρίχτηκε το φαινόμενο της ταχείας εξάπλωσης της γρίπης. Η γρίπη εξαπλώθηκε με γρήγορους ρυθμούς ακολουθώντας την πορεία των στρατευμάτων από και προς την Ευρώπη. Παρά την εμπόλεμη κατάσταση, το παγκόσμιο εμπόριο δεν είχε παραλύσει. Οι εμπορικές θαλάσσιες αρτηρίες αποτέλεσαν έναν εύκολο τρόπο μεταφοράς της γρίπης σε χώρες, οι οποίες δεν είχαν καμία ανάμειξη στον Ευρωπαϊκό πόλεμο. Χαρακτηριστικά αναφέρεται η μεταφορά της γρίπης από εμπορικά πλοία στην Κούβα και το Πουέρτο Ρίκο το καλοκαίρι του 1918. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους εμπορικά πλοία από την Ιαπωνία και την Κίνα μετέφεραν τον ιό στην Χαβάη. Η Ισπανική γρίπη άφησε πίσω της αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με την προέλευσή της και τα ασυνήθιστα επιδημιολογικά χαρακτηριστικά της.
Στην Ελβετία τον Ιούλιο του 1918 τα κρούσματα είχαν ανέλθει
στα 53.000 μόνο για τον μήνα Ιούλιο του 1918. Οι Ισπανοί υποστήριξαν ότι η
γρίπη προήλθε από τα πεδία μάχης της Γαλλίας και ότι εξαπλώθηκε με τον άνεμο. Η
γρίπη δεν έτυχε της δέουσας σημασίας στην Αγγλία μέχρι την κορύφωσή της, τον Ιούνιο
του 1918.
Αρχικά εμφανίστηκε στο Πόρτσμουθ, πόλη και λιμάνι στην
κομητεία Χάμπσαϊρ της νότιας Αγγλίας, στο Ηνωμένο Βασίλειο, και σταδιακά σε
πολλές παραλιακές πόλεις του νότου. Όπως ήταν φυσικό, αρχικά έπληξε το στρατό,
ο οποίος πολεμούσε σε πολλά μέτωπα, μεταξύ των οποίων και το Μακεδονικό.
Η «ισπανική γρίπη» εμφανίστηκε στη χώρα μας το καλοκαίρι του
1918. Τον Οκτώβριο εκείνου του έτους στην ελληνική πρωτεύουσα σημειώθηκαν
συνολικά 1.930 θάνατοι, εκ των οποίων 704 οφείλονταν στη γρίπη, και τον επόμενο
μήνα (Νοέμβριος 1918) κατεγράφησαν 1.515 θάνατοι, εκ των οποίων 771 προκλήθηκαν
από τη γρίπη. Σοβαρά προβλήματα αντιμετώπισαν πολλές ελληνικές πόλεις, όπως η
Πάτρα και η Αμαλιάδα, ολόκληροι νομοί ή νησιά, όπως η Σκύρος.
Το 1918 βρήκε την Αλεξανδρούπολη (τότε Dedeagatch) υπό
βουλγαρική κατοχή, σχεδόν εγκαταλελειμμένη από τους Έλληνες κατοίκους της, που
είχαν εκδιωχθεί από τις βουλγαρικές αρχές.
Μετά την υπογραφή της ανακωχής από τη Βουλγαρία στις 29
Σεπτεμβρίου 1918, ο βρετανικός στρατός μπήκε στη Σόφια. Στη συμμαχική διάσκεψη
που έγινε στις 4 Οκτωβρίου 1918, αποφασίστηκε ότι μια διεθνής δύναμη που θα την
αποτελούσαν κυρίως ελληνικά και βρετανικά στρατεύματα θα βάδιζε από τη δυτική
Θράκη εναντίον της Κωνσταντινούπολης υπό την ανώτατη ηγεσία του D’ ESPEREY, αλλά
με άμεσο διοικητή τον Milne.
Σε εφαρμογή του ανωτέρω σχεδίου η 22η Βρετανική Μεραρχία που
βρισκόταν στην περιοχή των Σερρών μετακινήθηκε στο Σταυρό της Χαλκιδικής όπου
και έφθασε στις 20 Οκτωβρίου 1918. Από εκεί επιβιβάσθηκε στις 25 Οκτωβρίου σε
17 Βρετανικά αντιτορπιλικά για να μεταφερθεί στο τότε Δεδεαγατς. Η απόβαση θα
καλυπτόταν και από ανιχνευτικά. Έχοντας όμως σαλπάρει, ο καιρός δεν επέτρεπε
την απόβαση και έτσι επέστρεψε στο Σταυρό Χαλκιδικής. Στις 27 Οκτωβρίου
επιβιβάστηκε ξανά και αποβιβάστηκε με επιτυχία στις 28 Οκτωβρίου 1918 στο
Δεδεαγατς. Η Βρετανική μεραρχία αμέσως μετά την αποβίβαση άρχισε να κινείται
προς τον ποταμό Έβρο με σκοπό τη δημιουργία προγεφυρώματος στα Ύψαλα, το οποίο
και εγκατέστησε ενώ ετοιμαζόταν να διασχίσει τον ποταμό και σε άλλα σημεία.
Οι Τούρκοι όμως από το φόβο της επικείμενης επιθέσεως από τη
Θράκη και με το στρατό τους αιχμαλωτισμένο και υποχωρούντα στην Βόρεια
Παλαιστίνη και στη Συρία από τις δυνάμεις του στρατηγού Allenby, στις 30
Οκτωβρίου 1918 υπέγραψαν ανακωχή στο Μούδρο της Λήμνου με τον Άγγλο ναύαρχο Κάλθορπ
(Calthorpe) ο οποίος ενήργησε εν ονόματι των συμμάχων. Η ανακωχή ανακοινώθηκε
στο στράτευμα στις 31 Οκτωβρίου 1918.
Οι Βρετανοί στην πόλη μας, που παρέμενε υπό Βουλγαρική
κατοχή, εργάστηκαν για τη επιδιόρθωση των σιδηροδρομικών γραμμών, ενώ
εγκατέστησαν σταθμό Α Βοηθειών, για την περίθαλψη ασθενούντων στρατιωτών, που
λειτούργησε μέχρι τα τέλη του έτους, ότε και αποχώρησε η 22η μεραρχία αφήνοντας
ένα μόνο τάγμα για τη φύλαξη στρατιωτικού ενδιαφέροντος σημείων κυρίως δε για τη
φύλαξη της σιδηροδρομικής γραμμής Κωνσταντινούπολης- Θεσσαλονίκης.
Οι Βρετανοί καθ όλην την σύντομη παραμονή τους δεν είχαν
απώλειες από πολεμικές επιχειρήσεις, αφού ο πόλεμος τελείωσε, είχαν όμως
απώλειες από τη γρίπη που έφεραν μαζί τους. Για το λόγο αυτό κατασκευάστηκε το
Βρετανικό Στρατιωτικό Κοιμητήριο (Dedeagatch British Cemetery). Στην πόλη μας από
τις 28 Οκτώβριου 1918 μέχρι και τις 27 Δεκεμβρίου 1918 πέθαναν συνολικά 60
βρετανοί στρατιώτες ηλικίας από 20 έως 44 ετών εξαιτίας κυρίως πνευμονίας αλλά
και δυσεντέριας καθώς και ελονοσίας.
Χαρακτηριστικά διαβάζουμε πάνω σε ορισμένους τάφους συγκινητικά μηνύματα όπως:
J.Aplinton πέθανε 10-11-18 (20 ετών)
«Ας είναι αγαπητός και αείμνηστος από όλους τους συμπατριώτες του. Ας αναπαυθεί η ψυχή του»
Αντισυνταγματάρχης J.Hopgson - Ιατρός του Βρετανικού Στρατού πέθανε 5-11-18 (44 ετών)
«Ευλογημένοι είναι αυτοί που είναι αγνοί στην καρδιά για να δουν τον Θεό»
Πολύτιμη όμως υπήρξε στην πόλη μας κατά τη σύντομη αυτή Βρετανική
κατοχή, η συνδρομή του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού που με επικεφαλής την Πηνελόπη
Στεφάνου Δέλτα, τον γαμπρό της Αλέξανδρο Ζάννα, νεαρό αξιωματικό της αεροπορίας
και την Ελλη Αδοσίδου, ανέλαβε μαζί με τον Αμερικανικό Ερυθρό Σταυρό το δύσκολο
έργο της υποδοχής και περιθάλψεως των Ελλήνων ομήρων από τα βουλγαρικά
στρατόπεδα, με τη συνδρομή της Βρετανικής επιμελητείας.
Ο Α. Χαλκιόπουλος, ως αντινομάρχης στην Καβάλα στην από 22-11-1918
αναφορά του προς τους κυβερνητικούς αντιπροσώπους στην Δράμα, αναφέρει
συγκεκριμένα τα όσα του διηγήθηκε ο υπεύθυνος του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού
στη Καβάλα λοχαγός Johnson:
«Μόλις λίγες μέρες πριν το τραίνο που έφερε αυτούς τους πρόσφυγες σταμάτησε και άφησε 900 απ’αυτούς 6 χιλιόμετρα από το Δεδεαγατς όπου εγκαταλείφτηκαν στην ύπαιθρο και υπέφεραν τρομερά από την έκθεση πολλοί δε απ’αυτούς πέθαναν. Μετά από την πάροδο κάποιου χρόνου ο Αμερικάνικος Ερυθρός Σταυρός πληροφορήθηκε τι συνέβη και υποχρέωσε τις βουλγαρικές αρχές να στείλουν ειδικό τραίνο να τους παραλάβει και να τους φέρει στο Δεδεαγατς... Αμέσως τους χορηγήθηκαν φαγητό και φάρμακα και πολλοί απ’αυτούς σώθηκαν από το θάνατο. Ορισμένοι από τους πρόσφυγες άφησαν το τραίνο να βρουν νερό και οδηγήθηκαν στη φυλακή, όμως μεσολάβησαν οι Αμερικανοί και τους απελευθέρωσαν. Οι γυναίκες και τα κορίτσια τοποθετήθηκαν σε ξεχωριστά φορτηγά βαγόνια, όμως Βούλγαροι αξιωματικοί και στρατιώτες έμπαιναν σε αυτά και τις εξόργιζαν. Σχετική παρέμβαση των Αμερικανών είχε ως αποτέλεσμα να τοποθετηθούν Γάλλοι στρατιώτες ως φρουροί σε αυτά τα φορτηγά»
Τραγική ήταν η εικόνα των προσφύγων όπως περιγράφεται σε
αναφορές του Αμερικάνικου Ερυθρού Σταυρού:
«6 Αγγλίδες νοσοκόμες πέθαναν στο Δεδεαγατς και θάφτηκαν. Οι νεκροθάφτες δεν είχαν προλάβει να εξαφανιστούν όταν εντελώς γυμνοί και πεινασμένοι πρόσφυγες έσπευσαν να τις ξεθάψουν και να πάρουν τα ρούχα τους. Τέτοια ήταν η ανάγκη τους να καλύψουν τη γύμνια τους!...»
Προφανώς και οι νοσοκόμες απεβίωσαν από ασθένεια και δεν
ξέρουμε που θάφτηκαν, πιθανόν στο τότε Ελληνικό κοιμητήριο που βρισκόταν
απέναντι από το Βρετανικό εκεί όπου σήμερα είναι κτισμένα σπίτια.
Η ισπανική γρίπη εξαφανίστηκε ξαφνικά το 1919. Η διάρκεια της ήταν μόλις 18 μήνες. Ήταν όμως αρκετοί για να εξοντώσουν πάνω από 50 εκατομμύρια ανθρώπους, καθώς με τα μέσα και τις πηγές της εποχής είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια ο αριθμός. Στην πόλη μας άφησε το Βρετανικό κοιμητήριο, που για τους Αλεξανδρουπολίτες ήταν τα μνηματάκια.