Η Πατριαρχική οικογένεια Αλτιναλμάζη καταγόταν από την Αίνο.
Ο Αχιλλέας Σαμοθράκης στη μελέτη του «Η Αίνος και αι εκκλησίαι της», που
δημοσιεύθηκε στα ΘΡΑΚΙΚΑ τομ. 19, 1944, αναφέρει ότι στην εκκλησία του Χριστού
(της Μεταμορφώσεως), που βρισκόταν στη συνοικία «Karadia» και στον αυλόγυρο του
ναού επί μαρμάρινης πλάκας σώζονταν το κατωτέρω συγκινητικώτατο, όπως λέει,
επιτύμβιο:
«Δεν είναι πράγμ' ασύνηθες, δεν είναι πράγμα ξένον να κοίτωμαι κι εγώ εις τάφον μονωμένον. Η της θνητότητας φωνή, ήτις τους πάντας κράζει κι' εμέ φωνάζει, την Ραλλού, κόρην τ' Αλτιναλμάζη. Εις την στενήν αυτήν οπήν, το δώμα των σκωλήκων, οπού κατέρχεται βρεφών και ανηλίκων, ο βίος μου επι τής γης 45 χρόνων δεν έμεινεν αμέτοχος δυστυχιών και πόνων.»
Και μας εξηγεί ο Σαμοθράκης ότι η αναφερομένη Ραλλού, είναι
της μεγάλης και αρχοντικής οικογένειας των Αλτιναλμάζηδων στην Αδριανούπολη,
που κατάγονται από την Αίνο.
Σύμφωνα με πληροφορίες του ίδιου του Μ. Άλτιναμάζη, όταν ο εξ Αίνου καταγόμενος καπετάν Κούταβος, που ήταν
«υψηλός, άγριος την φυσιογνωμίαν, νευρώδης, απολέσας των ένα οφθαλμών του εν ναυμαχία ο όποιος επέζησε μετά τα γεγονότα της επαναστάσεως και ολίγα προ του Κριμαϊκού πολέμου έτη ήλθεν είς Αδριανούπολιν, εφιλοξενήθη δε υπό του Αλτιναλμάζη Μανουήλ, αδελφού ή θείου του είς την μάχην της Καρύστου φονευθέντος Αργυρίου Αλτιναμάζη ναυτικού εξ Αίνου, πάππου της σημερινής μεγάλης πατριαρχικής των Αλτιναλμαζαίων οικογένειας. Είς τον οίκον τούτου έγινεν η συνάντησίς του με τον Κιπρισλή Μεμέτ πασάν ο οποιος μεγάλως εχάρη, αναγνωρίσας εν τώ προσώπω του Καπετάν Κουτάβου τον πρώην άσπονδον εχθρόν του και πολέμιόν του.»
Αυτός, ο Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης (γεν.1810), ήταν καταπώς
φαίνεται ο γενάρχης των Αλτιναλμαζηδων της Αδριανούπολης. Στο κοσμοπολίτικο Καραγάτς,
βρισκόταν η κατοικία του και το δαιμόνιο επιχειρηματικό του πνεύμα
καταδεικνύεται από τους αλευρόμυλους, παγοποιείο, ποτοποιία και ψυγεία, που
διέθετε. Ήταν ένας από τους ιδρυτές του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Αδριανούπολης
το 1872.
Εκεί παντρεύθηκε τη μικρασιάτισσα Ελένη (γεν.1815) από το Γόρδιο
και έκαναν 10 παιδιά, 5 κορίτσια, την Αναστασία (γεν. 1840, μετέπειτα σύζυγο Σταύρου
Δουλά), την Αμαλία (γεν.1845, μετέπειτα σύζυγο Δημήτριου Θεοφιλίδη), την Καλλιρόη (γεν.1855,
μετέπειτα σύζυγο Αριστοτέλη Δουκίδη), τη Μαρία (γεν.1841, μετέπειτα σύζυγο Γιάννη
Παπαδάτη) και τη Φρόσω (μετέπειτα σύζυγο Γεωργιάδη) και 5 αγόρια, τον Λευτέρη (γεν.1853),
τον Πέτρο, τον Αριστειδη, το Μιλτιάδη (γεν.1840) και τον Ιωάννη.
Ο τελευταίος, ο Ιωάννης Αλτιναλμάζης, είχε στην οδό Rustenpasattani
το πρακτορείο Ασφαλειών «London Ins. Corp.». Ακολουθώντας τα βήματα του πατέρα
του διετέλεσε πρόεδρος του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Αδριανούπολης. Ο Ιωάννης με
τη σύζυγο του Χαρίκλεια έκαναν δυο κόρες, την Αναστασία (μετέπειτα σύζυγο
Γεωργίου Κερκώφ) και την Ελένη (μετέπειτα Ιωάννη Ιωαννίδη) και δυο αγόρια τον Εμμανουήλ
και τον Κωνσταντίνο που έμελλε να γίνουν και οι πρώτοι Δημοτικοί Άρχοντες της ελεύθερης
Αλεξανδρούπολης.
Για το Κωνσταντίνο Αλτιναλμάζη, τον επί τέσσερις τετραετίες
Δήμαρχο της Αλεξανδρούπολης λίγο ή πολύ είναι γνωστή η βιογραφία του. Δεν
ισχύει όμως το ίδιο για τον αδελφό του, Εμμανουήλ.
Ο Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης πήρε στην Αδριανούπολη τις πρώτες
εγκύκλιες γνώσεις του στα ονομαστά τότε εκπαιδευτήρια της πόλης. Σπούδασε εν
συνεχεία στην εμπορική σχολή της Χάλκης και συνέχισε στην Εμπορική σχολή του Μονπελιέ
για ανώτερες σπουδές.
Εγκαταστάθηκε πολύ πριν την απελευθέρωση μόνιμα στην Αλεξανδρούπολη (τότε βέβαια Δεδεαγάτς). Στους εμπορικούς Γαλλικούς Οδηγούς «ANNUAIRE ORIENTAL DU COMMERCE» των αδελφών Cervati αναφέρεται ως τραπεζίτης. Το όνομα του μνημονεύεται και σε μια εκδρομή του Γυμνασίου Αδριανούπολης στο Δεδεαγατς, όπου γράφτηκε μεταξύ άλλων το εξής:
«Προς τιμή των μαθητών παρατέθηκε δείπνο πλησίον της θαλάσσης, υποχρεωτικώτατα επιστατούντων των διακεκριμένων ομογενών κ.κ. Έμμ. Αλτιναλμάζη, τραπεζίτου, Δ. Μαντσίδου, εμπόρου, και άλλων μελών της εφορείας» (16-5-1905 της εφημερίδας «ΣΚΡΙΠ»).
Στα δύσκολα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα, όπως μας
πληροφορεί η Κ. Παπαθανάση-Μουσιοπουλου, ο Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης ήταν ένα από
τα σημαίνοντα στελέχη της Ελληνικής Κοινοτητας Δεδεαγατς, μαζί με το γιατρό Π
Λεφάκη, τον Ι. Κανέτσο, τον Α. Λεονταρίδη, τον Αθ. Σπανό, τον Α. Παπαθανασιου,
που φρόντιζαν για την επιλογή προσώπων, συλλογή πληροφοριών, μεταφορά και
απόκρυψη όπλων. Συνεργάστηκε με τον Μητροπολίτη Αίνου Ιωακείμ και, όπως πολλοί
Θράκες, συνδέθηκε με τον Ίωνα Δραγούμη όταν ο τελευταίος υπηρέτησε ως
Υποπρόξενος στο Δεδεαγατς από το Σεπτέμβριο του 1905 έως τον Δεκέμβριο του 1906.
Μάλιστα διατήρησε επί δεκαετία, αφότου ο Δραγούμης έφυγε από το Δεδεαγατς,
επαφή μαζί του, μέσω αλληλογραφίας.
Σε ταξίδι του στην Αθήνα το 1906 πήγε συστημένος από τον Ίωνα
Δραγούμη και γνώρισε και τον πατέρα του τελευταίου, Στέφανο, με τον οποίο
επίσης διατήρησε επαφή μέσω αλληλογραφίας.
Στην από 27-8-1908 επιστολή του προς τον Δραγούμη, Γραμματέα πλέον στην Πρεσβεία Κωνσταντινουπόλεως, του γράφει για την επανάσταση των Νεοτούρκων και την επαναφορά στις 23 Ιουλίου 1908 του Συντάγματος του 1876:
«Έχουμε σύνταγμα ή μάλλον αναρχίαν, η Κυβέρνησις φοβείται το Κομιτάτον, το Κομιτάτον επισήμως δεν θέλει ν’αναμιχθή εις τα της κυβερνήσεως…κυκεών διαταγών, θράσος των Βουλγάρων, περιποιήσεις των Τούρκων προς αυτούς».
Μετά την κατάληψη του Δεδέαγατς από τους Βουλγάρους το 1912
και το διωγμό της Ελληνικής κοινότητας, ο Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης κατέφυγε στη
Θεσσαλονίκη και συνεταιρίστηκε με τον Φ. Ζαφειριάδη, από το Δεδέαγατς. Ο
αδελφός του, Δημ. Ζαφειριάδης, μετά τις γυμνασιακές του σπουδές επιδόθηκε στην
εμπορία των Αποικιακών χονδρικής πωλήσεως, δημητριακών με κεντρικό Κατάστημα στη
Θεσσαλονίκη και υποκαταστήματα σε Κομοτηνή και Δεδεαγάτς. Στις ως άνω εργασίες
προστέθηκαν τα έλαια και τα άλευρα σε ευρεία κλίμακα, Ασφαλιστικές εργασίες
θαλάσσης, πυρός, Τραπεζικές Εργασίες (Αντιπρ. Τραπεζης Αθηνών-Ίονικής Socombel)
καθώς και Πετρελαίων.
Στη Θεσσαλονίκη ο Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης πρέπει να γνώρισε
και τον Χαρίσιο Βαμβακά, ο οποίος ως αντιπρόσωπος της Ελληνικής Κυβέρνησης στη Συμμαχική
Στρατιωτική Διοίκηση Θράκης, τον διόρισε το 1919 Δήμαρχο του Δεδεαγατς κατά την
εποχή της Διασυμμαχικής Θράκης.
Στο αρχείο του Χαρίσιου Βαμβακά διασώζεται η από 27-4-1920 επιστολή που έστειλε ο Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης εκτελών χρέη Πολιτικού Διοικητή, πιθανόν γιατί απουσίαζε ο Πολιτικός Διοικητής Α Σιώτης, στον Βαμβακά. Στην επιστολή αυτή αναφέρει για την περιοδεία που έκανε μαζί με τον Γάλλο Στρατιωτικό Διοικητή Φωρ στην περιφέρεια Φερών. Εκείνο όμως που έχει ενδιαφέρον είναι το ζήτημα που θίγει στην επιστολή αυτή, την παραμονή της απελευθέρωσης από τον Ελληνικό Στρατό, πως δηλαδή θα ήταν δυνατή
«και η επαναφορά των τουρκικών πληθυσμών της περιφερείας μας, η ειρηνική εκτόπισις των Βουλγάρων των κατεχόντων τα τουρκικά κτήματα και η ανοικοδόμησις των καταστραφέντων τουρκικών χωρίων, άνευ της οποίας θα ήτο σχεδόν αδύνατος η επαναφορά των Τούρκων.»
Ως Δήμαρχος υποδέχτηκε στην προκυμαία τον Ελληνικό Στρατό
και τον Υποστράτηγο Μαζαράκη το πρωινό της 14-5-1920.
Επαναδιορίστηκε Δήμαρχος μετά την απελευθέρωση της πόλης (1920),
από την Ελληνική πλέον Διοίκηση. Στον «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΟΔΗΓΟ 1920» του Γ.Ν. Μιχαήλ,
που εκδόθηκε το 1921 από την διαφημιστική εταιρία GEO των Κυριέρη-Γιαννόπουλου
και ΣΙΑ διαβάζουμε ότι η πρώτη Δημοτική Αρχή της πόλεως αποτελούνταν εκτός από
τον Δήμαρχο και από τον πρόεδρο του Δημ. Συμβουλίου Ν. Παπασταύρου και
Συμβούλους: ΧηΣαφετ βέη, Κ. Ιωάννου, Μ. Κανετσο, Κ. Ασταρτζιαν, Ν. Ταπάκωφ, Φ.
Λεονταρίδη, Σ. Συμπάρη, Θ. Παυλίδη, Δημ. Ιατρό, Α. Γιώτα.-
Ως Δήμαρχος της άρτι
απελευθερωθείσης πόλης υποδέχτηκε τον Βασιλέα Αλέξανδρο στις 8 Ιουλίου 1920 (π.ημ.).
Έχει γραφτεί μάλιστα ότι ο Εμμανουήλ Αλτιναλμαζης στην προσφώνηση του ανέφερε
την απόφαση των τοπικών αρχών να μετονομαστεί η πόλη από Δεδεαγατς σε Αλεξανδρούπολη.
Όμως η προσφώνηση του Εμ. Αλτιναλμάζη όπως καταγράφηκε στην εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
της 12-7-1920 (π.ημ) και παραθέτουμε με την ορθογραφία του πρωτοτύπου πλην του
πολυτονικού δεν αναφέρει κάτι τέτοιο:
«Μεγαλειότατε,
Καθ’ην ώραν ο ήχος των τηλεβόλων του ηρωικού στρατού της Υ.Μ. φθάνων μέχρι Δεδεαγάτς, αναγγέλει την υπό των Ελληνικών δυνάμεων απόδοσιν της Θρακικής γής εις την μεγαλυνθείσαν πατρίδα, η ενταύθα παρουσία της Υ.Μ. συμβολίζουσα τας υπό την σκέπην της θείας προνοίας συντελουμένας προόδους της φυλής, αποτελεί σταθμόν φωτεινόν εν τη ιστορία του Έθνους. Αι εξαιρετικαί συνθήκαι υπό τας οποίας αι νέαι Ελληνικαί χώραι εκδηλούσι την εις τον νεαρόν αυτών Βασιλέα αφοσίωσιν και αγάπην των, αποτελούσι Μεγαλειότατε το ασφαλέστερον εχέγγυον της μελλούσης συμπράξεως του Θρόνου και του Έθνους η δε, πολυπαθής πόλις του Δεδεαγάτς και οι μαρτυρικοί αυτής κάτοικοι μεθ’υπερηφανείας θα διατηρήσωσι την μνήμην της επισκέψεως Υμών, ήτις θα αποβή η αφετηρία της αναγεννήσεως μας και η αισία απαρχή της περαιτέρω αναπτύξεως σπουδαίου λιμένος επί της βορείας ακτής της αποκλειστικώς πλέον Ελληνικής θαλάσσης του Αιγαίου.»
Έχοντας ζήσει και εργαστεί στη Θεσσαλονίκη διωγμένος από την
πόλη του στα χρόνια της Βουλγαρικής Κατοχής, ο Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης διατήρησε
όπως φαίνεται τις γνωριμίες του με τον Εμπορικό Κόσμο της Θεσσαλονίκης και
μάλιστα προσκάλεσε και το Εμπορικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης να στείλει
αντιπροσώπους στην άρτι απελευθερωθείσα Αλεξανδρούπολη. Διαβάζουμε σχετικά στην
εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της 10-9-1920
«ΟΙ ΕΜΠΟΡΟΙ ΜΑΣ ΕΙΣ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ
Η ΙΔΡΥΣΙΣ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ
- - - -
ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ 9 (ιδ.τηλ.) Επί τη αφίξει των αντιπροσώπων του Εμπορικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης εγένετο συγκέντρωσις των εμπόρων εις την αίθουσαν του ξενοδοχείου «Αμερικής».
Ο κ. Σνώκ υποδιοικητής εισηγούμενος τον σκοπόν της συνελεύσεως ετόνισεν ότι αι αρχαί είνε πρόθυμοι να παράσχουν πάσαν ευκολίαν προς αποκατάστασιν της προτέρας οικονομικής ευεξίας πόλεως. Ο κ. Δήμαρχος κ. Αλτιναλμάζης λαβόν τον λόγον ηυχαρίστησε δι΄ολίγων τους εμπόρους θεσ/νίκης τους αποστείλαντας επιτροπήν προς σύσφιγξιν των παλαιών οικονομικών σχέσεων μεταξύ Θράκης και Θεσ/νικης. Επίσης ωμίλησαν και άλλοι πολλοί."
Κατά την συνεδρίασιν ετονίσθη η ανάγκη της αμέσου και πλήρους τελωνειακής αφομοιώσεως, κατασκευής λιμενικών έργων και τελωνειακών αποθηκών. Επίσης να γίνουν ενέργειαι διά την υποβίβασιν των μεταφορικών των σιδηροδρόμων και την παροχήν τραπεζικών ευκολιών. Απεφασίσθη δε η ίδρυσις εμπορικού συλλόγου. Η επιτροπή ανεχώρησε χθές δια την Αδριανούπολιν.»
Πάντως επί Δημαρχίας του Εμμανουήλ Αλτιναλμάζη με την
υπ’αριθ. 103298/29-8-1921 απόφαση περί μετονομασίας συνοικισμών των Νομών Αδριανουπόλεως,
Σαράντα Εκκλησιών Ραιδεστού, Καλλιπόλεως, Έβρου και Ροδόπης του Υπουργού
Πολιτικού Διοικητού Θράκης Χ. Βοζίκη που δημοσιεύθηκε στο παράρτημα της
Εφημερίδας της Κυβερνήσεως τεύχος Β που εκδόθηκε στην Αδριανούπολη στις 18-9-1921
μεταβλήθηκε η ονομασία της πόλεως μας από Δεδεαγατς σε Αλεξανδρούπολη, αν και η
παλαιά ονομασία εξακολούθησε να χρησιμοποιείται παράλληλα για πολλές δεκαετίες
μετέπειτα.
Ο Εμμανουήλ Αλτιναλμαζης αντιμετώπισε την ανθρωπιστική καταστροφή της Μικρασιατικής καταστροφής. Εγκαινίασε στις 23-1-1923 τον προσφυγικό συνοικισμό της Απολλωνιάδας κατά την τελετή δε όπως διαβάζουμε στην εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της 30-1-1923
«με ωραίους λόγους χαιρετά τους νέους πολίτας του Δήμου του, εκφράζει την στοργήν αυτού και των πολιτών προς τους ατυχείς αυτούς συνιστών νομιμοφροσύνην και εργατικότητα και προτρέπει να μη λησμονήσωσι ποτέ τας παλαιάς των οικίας διότι θα υπάγουν πάλιν εις αυτάς, διότι αυτό θέλει η ελληνική ψυχή».
Τον Απρίλιο του 1924 παραιτήθηκε και τον διαδέχτηκε ο
δικηγόρος Κωνσταντίνος Μανατός. Έλαβε όμως μέρος στις εκλογές του Οκτωβρίου του
1925, από τις οποίες ανεδείχθη ο αδελφός του, Κωνσταντίνος Αλτιναλμάζης, πρώτος
αιρετός Δήμαρχος της πόλης, με διαφορά 80-100 ψήφων. Μάλιστα στις εκλογές αυτές
τρεις συνδυασμοί έλαβαν μέρος: Ο του Εμμανουήλ Ι. Αλτιναλμάζη, που εκπροσωπούσε
τους γηγενείς κατοίκους της πόλης, ο του Κωνσταντίνου Ι.Αλτιναλμάζη που
υποστηρίζονταν κυρίως από τους πρόσφυγες Αδριανουπολίτες και ο του Αχιλλέα Νιότη
που υποστηρίζονταν από τους Αινίτες πρόσφυγες.
Σε εμπορικό οδηγό του 1929 φαίνεται ότι διατηρούσε κατάστημα
ασφαλειών μαζί με τον Φιμερέλη.
Ο Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης παντρεύτηκε την θυγατέρα του Ιωάννη
Φιμερέλη, Μυρσίνη. Ο Ιωάννης Φιμερέλης από την Αίνο ορμώμενος εγκαταστάθηκε από
τους πρώτους στο Δεδεαγατς, όταν το τελευταίο ιδρύθηκε, εμπορευόμενος
δημητριακά, ξυλεία, άλατα, κτηνοτροφικά, γεωργικά σε μεγάλη κλίμακα.
Με τη γυναίκα του Μυρσίνη έκαναν δυο υιούς τον Ιωάννη το 1903
και τον Γεώργιο το 1908. Πέθανε ύστερα από μακροχρόνια ασθένεια στις 28
Αυγούστου 1933. Για την προσφορά στο Μακεδονικό Αγώνα τιμήθηκε με το χρυσό μετάλλιο
Mission Boncour, το αργυρό σταυρό του σωτήρα της Ελληνικής Κυβέρνησης και
τιμητικό σκάλισμα του Παναγίου Τάφου.
Ο Γεώργιος Εμ. Αλτιναλμάζης παντρεύτηκε την Αθανασία Δούδου
και δραστηριοποιήθηκε ως εμπορικός αντιπρόσωπος στη Θεσσαλονίκη. Δεν έκανε
παιδιά και πέθανε στις 9 Μαρτίου 1974.
Ο Ιωάννης Εμ. Αλτιναλμάζης σεμνός και αθόρυβος διήγε
υποδειγματικά το βίο του διευθύνοντας την επιχείρησή του «Ποτοποιεία Ι.
Αλτιναλμάζη». Νυμφεύτηκε τη θυγατέρα του Κωνσταντίνου Μαλαματίνα, Παρασκευή ή «ποπούλα»
με την οποία απέκτησε το 1935 έναν γιό, τον Μάνο (Εμμανουήλ) Αλτιναλμάζη που το
δρεπάνι του Χάρου τον θέρισε το 1968 πάνω στη νιότη του στο Λονδίνο όπου είχε
μεταβεί μετά τις γυμνασιακές του σπουδές για να σπουδάσει Μηχανολόγος –
Ηλεκτρολόγος.
Συντετριμμένος και απαρηγόρητος ο πατέρας του από τον
αδόκητο θάνατο του μονάκριβου παιδιού του θέσπισε κληροδότημα με ιδιόγραφη διαθήκη
του στο οποίο εισέφερε τα καταστήματα ιδιοκτησίας του που βρίσκονταν στη γωνία
των οδών 14ης Μαΐου και Βενιζέλου στην Αλεξανδρούπολη, όπου σήμερα έχει
ανεγερθεί το πολυώροφο Μέγαρο Αλτιναλμάζη. Τα έσοδα τριών γραφείων και δύο
καταστημάτων του ως άνω Μεγάρου τα διαχειρίζεται το κληροδότημα «Εμμανουήλ Ι.
Αλτιναλμάζη» και χορηγεί υποτροφίες για να σπουδάζουν στο Πανεπιστήμιο, φτωχοί
νέοι προορισμένοι για την ειδικότητα του Μηχανολόγου Ηλεκτρολόγου. Μέχρι σήμερα
έχουν χορηγηθεί 11 υποτροφίες.
Ο τελευταίος κλάδος των Αλτιναλμάζιδων στην Αλεξανδρούπολη έσβησε
με το θάνατο του Ιωάννη Εμ. Αλτιναλμάζη που επισυνέβη την 30η Αυγούστου 1974. Σήμερα
δεν υπάρχει στη ζωή, κανένας απόγονος της οικογένειας στην Αλεξανδρούπολη.
Μπορεί ο Κωνσταντίνος Αλτιναλμάζης που διετέλεσε Δήμαρχος για τέσσερις τετραετίες να επισκίασε τον αδελφό του Εμμανουήλ, όμως η προσφορά του τελευταίου, τα δύσκολα εκείνα χρόνια της μετάβασης στον Εθνικό Κορμό είναι ανεκτίμητη και ανιστόρητη δυστυχώς μέχρι σήμερα. Ίσως θα έπρεπε ο Δήμος μας να τιμήσει κάποτε δεόντως και αυτόν τον ξεχασμένο από την ιστορία μεγάλο άνδρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου