Δευτέρα 24 Ιουνίου 2019

Πώς φθάσαμε στη 14η Μαΐου 1920

Η Ενσωμάτωση της Αλεξανδρούπολης στην μητέρα Πατρίδα

Ο Ελληνικός Στρατός είχε τον έλεγχο της πόλης μια βδομάδα νωρίτερα


(Φύλλο 16423 Μάιος 2019 της εφημερίδας ‘ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΘΡΑΚΗ’)
Η Συνθήκη του Νεϊγύ (Neuilly sur Seine - 14/27.11.1919) δεν ικανοποίησε κάποια από τις ελληνικές εδαφικές διεκδικήσεις. Ειδικά το θρακικό ζήτημα παρέμενε ανοιχτό και εξαρτώμενο όχι μόνο από τη δράση τής ελληνικής διπλωματίας αλλά κυρίως από τις ικανότητες και τον τρόπο συμπεριφοράς τού ελληνικού στρατού και τής ελληνικής διοίκησης στη Διασυμμαχική Θράκη.
Ο στρατηγός Charpy, Αρμοστής της Δυτικής Θράκης , βασιζόμενος σε σχέδιο του Χ. Βαμβακά κυβερνητικού εκπροσώπου της Ελλάδος με ειδικό διάταγμα υπ αρθ.8 της 21-12-1919 διαίρεσε τη Δυτική Θράκη σε τρία τμήματα (κύκλους) της Ξάνθης, της Κομοτηνής και του Κaragatch και έξι υποδιοικήσεις μεταξύ των οποίων της Αλεξανδρούπολης (τότε Dedeagatch).
Στρατιωτικός διοικητής του Dedeagatch ορίστηκε ο ταγματάρχης C. Faure (Φωρ) πολιτικός διοικητής ο M. Σιώτης και πολιτικός υποδιοικητής ο Χατζη Σαφέτ μπέης.
Παράλληλα με την εγκατάσταση των συμμαχικών δυνάμεων άνοιξε ο δρόμος για την επιστροφή Ελλήνων προσφύγων της Θράκης που είχαν εκδιωχθεί από του Βουλγάρους. Έτσι ατμόπλοια έφερναν πρόσφυγες του Dedeagatch αλλά και του Σουφλίου, Διδυμοτείχου και Κaragatch. Στις 11 Νοεμβρίου 1919 ο διπλωμάτης Αθ Χαλκιόπουλος τηλεγραφούσε ότι στο Dedeagatch επέστρεψαν 1070 άτομα. Μάλιστα η «εφημερίς των Βαλκανίων» έγραφε στις 12.11.1919 από τη Θεσσαλονίκη
«Την 4ην τρέχοντος απεβιβάσθησαν ενταύθα (Dedeagatch) οι διαμετακομισθέντες δια του ατμοπλοίου Πηνειός πρόσφυγες. Ιδιαιτέρα αμαξοστοιχία ανέμενεν η οποία μετέφερε τους πρόσφυγας, τους προοριζομένους δια το Σουφλί, Διδυμότειχον και Καραγατς. Εκ του ατμοπλοίου Πηνειος εξεφορτώθησαν και τρόφιμα. Χθες οι Βούλγαροι παρέδωσαν τον μητροπολητικόν ναόν του Αγίου Νικολάου όπου ετελέσθη δοξολογια,εκφωνήσαντος τον πανηγυρικόν του τοποτηρητού Νεοφύτου. Τη νύκτα της 4ης τρέχοντος απέπλευσε η Λόγχη μεταφέρουσα πεντήκοντα πρόσφυγας της Σαμοθράκης.»
Όμως αυτή η παλιννόστηση δεν ήταν χωρίς εμπόδια και δυσχέρειες. Ο Βούλγαρος ιατρός που εκτελούσε χρέη υγειονομικού ιατρού στο Dedeagatch επέστρεφε ατμόπλοια που έφερναν πρόσφυγες με το πρόσχημα ότι επειδή υπήρχε επιδημία πανώλης στην Ελλάδα να μην μεταδοθεί στη Γαλλοκρατούμενη ζώνη και για το λόγο αυτό ο Χ. Βαμβακάς ζήτησε από το Γάλλο στρατηγό την αντικατάσταση του από Έλληνα ιατρό έστειλε δε έκθεση στο Υπουργείο Εξωτερικών με την οποία ζητούσε την εγκατάσταση υπηρεσιών του Ερυθρού Σταυρού. Χαρακτηριστικά για το κλίμα της εποχής είναι όσα γράφει ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Ν. Κοίδης σε μια αναφορά του προς τον Χ. Βαμβακά στις 28.12.1919:
«Παρόλην την αθρόαν παλιννόστησιν των ημετέρων οι Βούλγαροι επανακτώσι το ηθικόν των … και δεν αρκεί μόνον αυτό αλλά συν τω χρόνω επανέρχονται Βούλγαροι κάτοικοι και ξένοι εκ Παλαιάς Βουλγαρίας, οιτινες είχον φύγει προ καιρού. Εξακολουθεί δε μία συστηματική εργασία προς εγκατάστασιν αυτών ενταύθα … Επίσης ενεργείται εν ισχυρόν «μποϋκοτάζ» εναντίον των ημετέρων. Προ ημερών ο ιερεύς της βουλγαρικής παροικίας, γνωστός τύπος κομιτατζή, διεκήρυττεν εν τη εκκλησία ότι πρέπει να μη πωλήσωσι ούτε κρέας, ούτε κάρβουνα, απολύτως τίποτα εις τους Έλληνας … Ούτω δε επέτυχον ν’αφήσωσιν άνευ κρέατος τους Έλληνας κατά τας ημέρας των Χριστουγέννων.»
Σε τηλεγράφημα του, ο Χ. Βαμβακάς προς τον Υπουργό Εξωτερικών Ν. Πολίτη στις 23.1.1920 γράφει μεταξύ άλλων ότι έφθασαν από τη Σόφια στο Dedeagatch τέσσερις Βούλγαροι γεωμέτρες και ένας μηχανικός για την κατασκευή βουλγαρικών κατοικιών στο Dedeagatch. Ακόμη ο πολιτικός διοικητής κατήγγειλε στον X.Βαμβακά οτι οι υπάλληλοι του ταχυδρομείου, προφανώς Βούλγαροι, αχρήστευαν τα τηλεγραφήματα και τις επιστολές που απευθύνονταν προς Έλληνες εμπόρους και την Εθνική Τράπεζα.
Εντωμεταξύ μετά τη Συνθήκη του Νεϊγύ οι ΗΠΑ, η στάση των οποίων ήταν η κύρια αιτία που δεν δόθηκε με τη Συνθήκη αυτή, η Δυτική Θράκη στην Ελλάδα, αποσύρθηκαν από το προσκήνιο επιστρέφοντας στην πολιτική τού απομονωτισμού.
Ο Πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας (David Lloyd George), της Γαλίας (Alexandre Millerand), της Ιταλίας Bκaι ο Ιάπωνας Πρεσβευτής Keishirō Matsui συναντήθηκαν στη Villa Devachan στο Σαν Ρεμο (Sanremo) της Ιταλίας (19 έως 26 Απριλίου 1920).
Ο Γάλλος Πρωθυπουργός ζήτησε την απόσυρση των γαλλικών στρατευμάτων από τη Δυτική Θράκη επικαλούμενος τις στρατιωτικές ανάγκες πού δημιουργούσαν οι διεξαγόμενες επιχειρήσεις εναντίον τού Κεμάλ στην Κιλικία. Η Διάσκεψη, παρά τούς αρχικούς δισταγμούς πού εξέφρασαν ορισμένα μέλη της εξαιτίας τού φόβου επανάληψης ανάλογων επεισοδίων με αυτά τής Σμύρνης, αποφάσισε την προώθηση των ελληνικών στρατευμάτων και την κατάληψη τής Δυτικής και στη συνέχεια τής Ανατολικής Θράκης «έξ ονόματος» των Συμμάχων.
Το προηγούμενο τής Σμύρνης εξακολουθούσε να απασχολεί τίς ελληνικές δυνάμεις. Ό Βενιζέλος, σε τηλεγράφημα πού έστειλε για να διατάξει την επίταξη πλοίων με στόχο τη μεταφορά των ελληνικών στρατευμάτων για την κατάληψη τής Δυτικής Θράκης, ανέφερε ότι «άμεσος άπό τούδε κατάληψις Θράκης δέν άπεφασίσθη είσέτι φίλων ήμών φοβουμένων μή συμβούσιν ανάλογα των εν Σμύρνη και δυσχεράνωσι θέσιν μας προ υπογραφής Συνθήκης» (τηλεγράφημα Βενιζέλου προς Υπουργείο Εξωτερικών 14-27/4/1920)
Ο Στρατηγός Εμμ. Ζυμβρακάκης διοικητής του σώματος στρατού Εθνικής αμύνης που ανέλαβε την κατάληψη της Θράκης , τηλεγράφησε στον Βαμβακα να παρακαλέσει τον Charpy να μεριμνήσει ώστε οι συρμοί της Εταιρίας Σιδηροδρόμων Dedeagatch - Κων/πολεως να συνεχίσουν τις μεταφορές εμπορευμάτων προς Διδυμότειχο, ενώ στις 4 Μαΐου 1920 όταν πληροφορήθηκε ότι οι Γαλλικές δυνάμεις εγκατέλειψαν το αεροδρόμιο του Dedeagatch, διέταξε το σύνταγμα Ξάνθης να αποστείλει ισάριθμη στρατιωτική δύναμη για την κατάληψη του αεροδρομίου που βρισκόταν πίσω από το Α’ Σχολείο στην περιοχή της Αγίας Κυριακής. Παράλληλα ο Χ. Βαμβακάς έδωσε εντολή στο μηχανικό Παπαλεονάρδο να επισκευάσει και επιδιορθώσει την αποβάθρα στο λιμάνι του Dedeagatch ώστε να μπορεί να αντέξει ακόμα και αυτοκίνητα.
Στην εφημερίδα «ΦΩΣ» της Θεσσαλονίκης, στις 17-5-1920 δημοσιεύθηκε ένα άρθρο που υπογράφει κάποιος Σ. Χριστοδούλου και αναφέρεται στις εντυπώσεις του που επισκέφτηκε την πόλη μας την παραμονή της 14ης Μαΐου 1920! Η ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη, ο στρατός έτοιμος να καταλάβει τη Δυτική Θράκη και οι κάτοικοι της με αγωνία αναμένουν τον ερχομό του στρατού :
«ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΤΑΞΕΙΔΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ-ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ: Φεύγουμε απ΄τη Θεσσαλονίκη με το εξπρές στας 7 το βράδυ και φθάνουμε στη Ξάνθη στας 5 το πρωί. Το ταξείδι μας ήτο ευχάριστο.Στη Ξάνθη μείναμε περίπου 2 ώρας για την επιθεώρηση των διαβατηρίων.Ο Σταθμός είναι γεμάτος από οικογενείας ρακενδύτους, αίτινες ανέμενον την άφιξιν του τραίνου μας ... Ερωτώμεν παρατυχόντα υπάλληλον τι ήσαν ούτοι, μας απήντησεν εις παρεφθαρμένην ελληνικήν ότι ήσαν οικογένειαι βουλγαρικαί των γύρω χωρίων αίτινες κατά την ομολογία των έφευγον από τον ... ελληνικόν ζυγόν.Άμα τελείωσε η αποβίβασις των, φεύγομεν προς το Δεδεαγατς. Μεσ΄το τραίνο συναντούμεν μίαν βουλγαρικήν οικογένειαν, ήτις ωμιλούσε κάλλιστα την Ελληνικήν, εις ερώτησιν μας δε που πηγαίνουν ο ανήρ μας απήντησεν ότι τυγχάνει δημόσιος υπάλληλος και κατ΄αναγκην φεύγει κατόπιν ανωτέρας διαταγής της Κυβερνήσεως του. Ερωτώμεν αυτόν διατί τόσοι πρόσφυγες φεύγουν ενώ γνωρίζουν κάλλιστα ότι οι Έλληνες ουδέποτε υπήρξαν βάρβαροι προς τους εχθρούς των, ούτος με σιγανήν φωνήν μου είπε συνιστών με μυστικότητα ότι κατά τας τελευταίας ημέρας, ένα βουλγαρικό κομιτάτο περιέρχεται όλα τα χωριά που κατοικούν Βούλγαροι και τους παρωτρύνει να φύγουν για τη Βουλγαρία όπου τους περιμένουν εκεί και θα εύρουν ... καλυτέραν τύχην και θα έχωσιν όλα τα ... καλά, εν περιπτώσει δε αρνήσεως των τους φοβερίζουν ότι όσοι θα μείνουν υπό ελληνικόν καθεστώς θα κακοποιηθούν και θα ανατινάξωσι τα σπήτια των οι κομιτατζήδες που μένουν στα βουνά και περιμένουν.Περνούμε αλληλοδιαδόχως όλους τους σταθμούς είς του οποίους το αυτό οικτρό θέαμα παρουσιάζουν παντού ρακένδυτοι και εις ελεεινήν κατάστασιν πρόσφυγες. Βούλγαροι περιμένουν την άφιξιν του τραίνου, σ΄όλους τους Σταθμούς μέχρι του Ναρλίκιοϊ, τους δρόμους και τα βουνά πλημμυρίζουν τα Ελληνικά στρατεύματα.Ο Σιδηροδρομικός Σταθμός του Ναρλίκιοϊ, είνε ο τελευταίος Σταθμός που κατέχουν τα Ελληνικά στρατεύματα και η συγκέντρωσις των Μεραρχιών των προοριζομένων διά την κατάληψιν της Θράκης. Μεγάλαι προετοιμασίαι διά την προέλασιν στέλονται διαταγαι δεξια και αριστερά.Μόλις η αμαξοστοιχία μας εισέρχεται εις τον Σταθμόν, κατέρχεται ο Στρατηγός κ.Ζυμβρακάκης μετά του Επιτελείου του, και των αξιωματικών της Χωροφυλακής και των προοριζομένων διά την φρούρησιν των καταλαμβανομένων εδαφών. Η εμφάνισις του κ.Ζυμβρακάκη χαιρετίζεται διά ζητωκραυγών υπό της ... μεραρχίας ήτις ζητωκραυγάζει υπέρ της Ελλάδος και του Στρατηγού, μέσα δε εις αυτόν τον δαίδαλον των φωνών μια φωνή ακούεται.Και στη Πόλι Στρατηγέ μου, άλλο πανδαιμόνιον, ο Στρατηγός χαμογελά και ευχαριστεί τους άνδρας διά Στρατιωτικού χαιρετισμού.Φεύγομεν διηρχόμεθα αλληλοδιαδόχως τους Σταθμούς, Γκιουμουλτζίνας, Δεμιρμπεϊλή, Κιουσέμετσικ, Τσιρκάκιοϊ, Βάνδομα και φθάνουμε στο Δεδεαγατς το βράδυ στας 7 1)2 στας 13 του μηνός.Στο δρόμο μας δεν συναντώμεν ψυχή εκτός από μερικούς Σενεγαλέζους που φυλάγουν τας γεφύρας, άπαντες οι Σταθμοί έχουν εγκαταλειφθή από τους Βουλγάρους Σιδηροδρομικούς, για την αυτή αιτίαν του φόβου της κακοποιήσεως των υπό των ... κομιτατζήδων, στους σταθμούς, άλλοι πρόσφυγες περιμένουν, φωναί απειλαί ύβρεις και από όλα αυτά μια φράση ακούεται πάντοτε.Γκρίνσκι ίντεν ούτρε-δηλαδή οι Έλληνες έρχονται αύριον.Στο τραίνο μας έχουν προστεθή περί τα 15 φορτηγά βαγόνια διά να επαρκέσουν για την μεταφορά των προσφύγων.Φθάνουμαι στο Δεδεαγατς στο σταθμό συναντούμεν ένα όμιλον από καμμιά δεκαπενταρια άτομα, τους πλησιάζουμεν και τους ερωτώμεν πόσο απέχει η πόλις, αφού δέ μας επληροφόρησεν εις καθαιροτάτην Ελληνικήν, ένας από αυτούς μας ερωτά φοβισμένα εάν είμεθα Ελληνες, εις καταφατίκην μας απάντησιν πλησιάζει περισσοτέρον και πιο σιγανά μας λέγει.Ξεύρετε πότε έρχονται οι δικοί μας;Του απαντώ ότι αύριον εξάπαντος ο Ελληνικός στρατός θα καταλάβη όλην την περιοχήν του Δεδεαγατς.Μόλις ακούει αυτή τη φράσι με κυτάζει καλύτερα θέλων φαίνεται και εκ της όψεως μου να βεβαιωθή καλλίτερα εάν είναι αλήθεια, και αίφνης ωσάν να ηλεκτρίσθη τρέχει εις την παρέα του και με δυο λόγια που τους είπε ήρχισαν όλοι να φιλιούνται και δρομαίως έφυγον προς το Δεδέαγατς να προετοιμασθούν όπως μας είπον δια την υποδοχήν του Στρατού μας. Σ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ»
Έτσι φθάσαμε στις 5 το πρωί της 14ης Μαίου 1920 όταν πέντε ατμόπλοια κατέπλευσαν στο λιμάνι του Dedeagatch μεταφέροντας το 15ο σύνταγμα της Μεραρχίας Ξάνθης. Αμέσως αποβιβάσθηκε ο Επιτελάρχης της Μεραρχίας Υποστράτηγος Κ. Μαζαράκης για να συναντηθεί με το Γάλλο διοικητή της πόλεως ταγματάρχη C. Faure και να κανονίσει περί των λεπτομερειών της καταλήψεως.
Εν συνεχεία άρχισε η αποβίβαση των τμημάτων και η εκφόρτωση του υλικού.
Την επόμενη τελέσθηκε δοξολογία και εγένετο η τελετή υποστολής της Γαλλικής σημαίας και ανύψωσης της Ελληνικής στο σημερινό Ταχυδρομείο που τότε ήταν έδρα της Διασυμμαχικής Διοίκησης.
Ας δούμε ποιο ήταν το επίσημο ανακοινωθέν του στρατού όπως δημοσιεύτηκε σε δυο Ελληνικές εφημερίδες της εποχής:
«ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΙΕΣΤΗΡΙΟΥ» ΧΑΡΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ!Η ΓΚΙΟΥΜΟΥΛΤΖΙΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ ΚΑΤΕΛΗΦΘΗΣΑΝ: ΘΕΣ/ΝΙΚΗ μεσημβρία Πέμπτης (τηλεφώνημα του ανταποκριτού μας) Επίσημον ανακοινωθέν του Γεν.Στρατηγείου αγγέλλει τα εξής :«Από πρωίας σήμερον ήρχισεν η προέλασις του στρατού μας εκ του τριγώνου της Ξάνθης προς κατάληψιν της Γκιουμουλτζίνας, ήτις ήδη θα έχη συντελεσθή.Το αυτό επίσημον ανακοινωθέν του Στρατηγείου αγγέλλει, ότι το Δεδεαγάτς κατελήφθη την 6ην πρωινήν ώραν δι΄αποβάσεως των στρατευμάτων μας.Εις τον στρατόν μας έγινεν ενθουσιώδης υποδοχή εκ μέρους των Ελλήνων και Τούρκων κατοίκων.Οι Γάλλοι παρέσχον μεγάλας ευκολίας εις τον στρατόν μας κατά την απόβασιν και κατά την κατάληψιν της πόλεως.Επί τη επισήμω αναγγελία του ευφροσύνου γεγονότος συνεκροτήθη ογκώδης διαδήλωσις υπό του ενθουσιώντος λαού ενταύθα.Η πόλις πανηγυρίζει. Οι κώδωνες όλων των ναών σημαίνουν χαρμοσύνως.Ως είναι φυσικόν ο στρατός μας προελαύνει.» (ΕΘΝΟΣ 14-5-1920)
Και το εξής:
«Η ΚΑΤΑΛΗΨΙΣ ΤΟΥ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ»
Έτερον τηλεγράφημα εκ Θεσσαλονίκης αγγέλει, ότι ολίγον μ.μ. εξεδόθη υπό του Αρχηγείου του Στρατού της Θράκης και νεώτερον ανακοινωθέν αγγέλλον την κατάληψιν του Δεδεαγάτς, έχον ούτω :«Η πόλις του Δεδεαγάτς κατελήφθη την 6 πρωινήν σήμερον δι΄αποβάσεως τμημάτων του Στρατού μας.«Ουδέν απολύτως επεισόδιον εσημειώθη, δεν ερρίφθη δε ουδέ εις πυροβολισμός. Ο ενθουσιασμός σύμπαντος του πληθυσμού της πόλεως είνε απερίγραπτος. Έλληνες και Τούρκοι υποδέχονται μετά χαράς τον στρατόν μας, εκδηλούντες την ανακούφισιν των και εκφράζοντες την πεποίθησιν των περί της εξασφαλίσεως της ευημερίας των υπό την Ελληνικήν διοίκησιν.«Οι Γάλλοι παρέσχον πάσαν δυνατήν ευκολίαν διά την απόβασιν των Ελληνικών στρατευμάτων και την κατάληψιν της πόλεως.»Μετά την κατάληψιν του Δεδεαγάτς ισχυρά τμήματα ήρχισαν προχωρούντα προς βορράν προς κατάληψιν του Φερετζικ, του Σουφλίου, του Διδυμοτείχου και άλλων σημείων ΒΑ.» (ΕΣΤΙΑ 15-5-1920)
Ένας φρέσκος άνεμος ελευθερίας έπνεε στην πόλη. Το όνειρο των Ελλήνων κατοίκων αυτής γινόταν πραγματικότητα και άρχιζε μια νέα σελίδα στην ιστορία της.-

Πέτρος Γ. Αλεπάκος
Δικηγόρος – ιστορικός ερευνητής

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. Εφημερίδες «ΦΩΣ», «ΈΘΝΟΣ», «ΕΣΤΙΑ»
2. θρακικός Αγώνας 1912-1920, Πέτρου Γεωργαντζή
3. ΘΡΑΚΗ, Αθ. Καραθανάση
4. ΘΡΑΚΗ μορφές και γεγονότα 1902-1922 Κ. Παπαθανάση-Μουσιοπούλου
5. ΓΙΩΡΓΟΣ Ξ. ΚΑΛΑΝΤΖΗΣ Η ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΣΥΜΜΑΧΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΟ 1919
Φωτοαρχείο : Γεωργίου Π. Αλεπάκου

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2019

ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ: Μια Ελληνική πόλη με τουρκικό όνομα

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΟΥ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ (ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ) 

ΗΤΑΝ Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΑΣ

(Φύλλο 16402 Απρίλιος 2019 της εφημερίδας ‘ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΘΡΑΚΗ’)

Η επιλογή της Αλεξανδρούπολης (Dedeagac ή Dedeaghadje ή Dedeagh ή Dédéagatch) από την εταιρία του Βαρόνου Χίρς (Maurice de Hirsch), που ανέλαβε στα πλαίσια της κατασκευής του σιδηροδρομικού δικτύου μεταξύ Κωνσταντινούπολης-Βιέννης, την υποχρέωση κατασκευής εμπορικού λιμανιού στα θρακικά παράλια, στο οποίο θα έφτανε μια διακλάδωση της γραμμής, έφερε και τους πρώτους κατοίκους, κυρίως Έλληνες, που δημιούργησαν έναν μικρό οικισμό.
«Το λιμάνι του DEDEAGATCH τη 10ετια 1870.»
Μεταξύ των πρώτων οικιστών της Αλεξανδρουπόλεως διαβάζουμε στο «ΛΕΥΚΩΜΑ ΘΡΑΚΗΣ-ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 1932» ότι ήταν
«oι Ιωάννης και Κων/τίνος Φιμερέλλης, Στέφανος Έτέκ, Πέτρος Καλαφάτης, Όνορέ Βενάτσα, Άτίλι Βοναπάσε, Λέμης κ.λ.π., αργότερον δέ έκτος πολλών άλλων Αινείων, έγκατεστάθησαν έν Άλεξανδρουπόλει, αμα τή λειτουργία της Σιδηρ. Γραμμής 'Αλεξανδρουπόλεως-Βιέννης διάφοροι κάτοικοι και έμποροι έκ των κωμοπόλεων Μαρώνειας και Μάκρης. Ούτως ή Άλεξανδρούπολις κατά τό έτος 1890 ηρίθμει περί τας 3-4 χιλιάδας κατοίκων, εκ των όποιων άπαντες σχεδόν ήσαν Έλληνες, 15-20 εμπορικά καταστήματα, εντατικώς εργαζόμενα με πελατείαν εξικνουμένην από της Φιλιππουπόλεως μέχρι Μπαμπά Έσκή συμπεριλαμβανομένων και των Σαράντα Εκκλησιών».-
Επίσης στο «ΑΡΧΕΙΟΝ TOY ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΘΗΣΑΥΡΟΥ, ΤΟΜΟΣ Ι. 1943-44», διαβάζουμε ότι η πόλη μας συνοικίστηκε τον περασμένο αιώνα από κατοίκους της γειτονικής Αίνου, καθώς και από Μακεδόνες και Ήπειρώτες.
Για την έλευση των πρώτων Ελλήνων κατοίκων στο Δεδεαγατς γράφει γλαφυρά το 1951 ο Άγγελος Ποιμενίδης στο βιβλίο του ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ την έκδοση του οποίου επιμελήθηκε ο Θ. Αποστολίδης:
«Τότε εδημιουργήθηκε και το μικρολιμανάκι για τα ιστιοφόρα και τα πρακτορεία και τα εμπορικά γραφεία με τούς Αινίτες και Μαρωνίτες και Μακρινούς πού πρέπει να τους ανήκει η τιμή των πρώτων οικιστών. Οι Ηπειρώτες που μυρίστηκαν το πράγμα σαν ρωμιοί με ισχυρότερη δόση "δαιμονίου" και άλλοι Θρακιώτες από το εσωτερικό και Κεφαλλωνίτες και Μυτιληνιοί και Χιώτες, αργότερα εγκατεστάθηκαν στην πόλη μας αφού σκαρώθηκε η ελληνική Κοινότης Ντεντέ-Αγάτς και θεμελιώθηκε στα γερά η φυσιογνωμία της από Θράκες. Μεσολάβησε βέβαια και το γεγονός της μεταφοράς της έδρας της ιεράς και ιστορικής Μητροπόλεως Αίνου και η εγκατάσταση του Ελληνικού Προξενείου, μά αυτά σάν παρεπόμενα και όχι πρωταρχικά της ιδρύσεως της πόλης μας.»
«ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ CERVATI 1881.»
Εκτός όμως από τους Ελληνες, που ήρθαν από περιοχές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ήρθαν και Έλληνες, υπήκοοι του ελεύθερου Ελληνικού Βασιλείου. Όπως διαβάζουμε σε σχετική έκθεση του 1874 του Ν. Φορμόζη, αντιπρόσωπου στο Δεδεαγατς του Ελληνα Προξένου της Αινου, εγκαταστάθηκαν στη μικρή πολίχνη 25 Έλληνες υπήκοοι από τους οποίους οι 10 ήταν εργάτες και κτίστες.
Έχει επισημανθεί εύστοχα ότι οι δουλγκέρηδες (κτίστες) της Φιλιππούπολης, της Αδριανούπολης, της Μαδύτου, του Σουφλίου, του Διδυμοτείχου, της Βιζύης, των Σοφίδων μπορούν επάξια να πάρουν τη θέση τους πλάι στους Ηπειρώτες, Μακεδόνες, και Πελοποννήσιους μαστόρους. Οι κτιστάδες της Ανατολικής Θράκης και της Ανατολικής Ρωμυλίας με τα συνεργεία τους έχουν αφήσει στο χρόνο μοναδικά αρχιτεκτονικά δημιουργήματα: αρχοντικά, εκκλησίες, μοναστήρια, πύργους, γέφυρες, βρύσες. Με τη βοήθεια λοιπόν των κτιστάδων αυτών κτίστηκε και ο πρώτος ιερός ναός για τις ανάγκες των Ορθοδόξων κατοίκων της πόλης. Στον Εμπορικό Οδηγό ANNUAIRE ORIENTAL DU COMMERCE του 1881 των R. Cervati και C. Freres, διαβάζουμε ότι στην πόλη μας υπήρχε ήδη Ελληνική εκκλησία με ιερέα τον παπα Χρήστο ενώ η αρμενική εκκλησία ήταν υπό κατασκευή. Προφανώς η πληροφορία αυτή δεν αφορά το έτος 1881 αλλά κάποιο από τα προηγούμενα έτη, όμως η σημασία της έγκειται στο ότι λειτουργούσε Ελληνική εκκλησία όταν κατασκευαζόταν η αρμενική, γεγονός που καταρρίπτει τον μύθο ότι οι Αρμένιοι εργάτες του σιδηροδρόμου πρώτοι έκτισαν εκκλησία στην πόλη μας.
«ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΣ 10-8-1901.»
Στο Δεδέαγατς όταν ήρθαν οι Ρώσοι στα 1878 αναγνωρίζοντας το εμπορικό δαιμόνιο και την πολυμάθεια των Ελλήνων κατοίκων της πόλης, η κοινότητα των οποίων ήταν η πιο εύρωστη, διόρισαν αρχιγραμματέα των τελωνείων έναν Έλληνα, τον Νικόλαο Βαφειάδη, ο οποίος συνέτασσε τα τελωνειακά έγγραφα των πλοίων στα ελληνικά και τα σφράγιζε με μια σφραγίδα που έγραφε «Άγιος Νικόλαος», όπως διαβάζουμε στην εφημερίδα «Νεολόγος» της 8/20-2-1878:
«Τα εκ Δεδέ αγάτς απαίροντα πλοία λαμβάνουσι τα τελωνειακά αυτών έγγραφα ελληνιστί συντεταγμένα, και τούτω διότι, ως φαίνεται, τελώνην διώρισαν ένα των εκεί ομογενών, η δε σφραγίς δια της οποίας επικυρούνται ταύτα φέρει τας λέξεις ελληνιστί Άγιος Νικόλαος. Αρχιγραμματέα του εν Δεδέ αγάτς τελωνείου διώρισαν τον εκεί διατρίβοντα κ. Νικόλαον Σ. Βαφειάδην.»
«Κτίρια Ελληνικής Κοινότητας  ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ.»
Σύμφωνα με τον τότε Πρόξενο της Ελλάδος στο Δεδεαγατς Καραγιαννόπουλο οι Ρώσοι διόρισαν ως πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της Κοινότητας Δεδέαγατς τον Συριανό έμπορο Ιωάννη Φιμερέλη.
Πολύ σημαντική είναι και η επιστολή Ελλήνων του Δεδέαγατς, της 6ης Μαρτίου 1878 προς τον τότε Έλληνα υπουργό Εξωτερικών όπως διασώθηκε στο Αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών και ανασύρθηκε στην επιφάνεια από τον Παντελή Αθανασιάδη, για τα ονόματα των επιφανών Ελληνικών οικογενειών της πόλης που την υπογράφουν:
«Π. Γ. Κόκκινος, Ι. Κ. Μαλιαρός, Ι. Λαμπουσιάδης, Ε. Δ. Αναγνώστου, Ι. Φιμερέλης, Δ. Αποστολίδης, Μιχαήλ Αποστολίδης, Δ. Κυριαζόπουλος, Γ. Δουζίνας, Παναγιώτης Ζερβός, Βασίλειος Κουβαράς, Κ. Φιμερέλης, Μιχαήλ Ταβακόπουλος, Αναστάσιος Φωκάς, Νικόλαος Κ. Αγγελής, Θ. Παρασχίδης, Βασίλειος Μενεγάκης, Ν. Γ. Παλαμάρης, Σπύρος Λαχανάς, Δημήτριος Σταύρου, Νικόλαος Λαγόπουλος, Δ. Κόκκινος, Δ. Παρασκευόπουλος, Α. Οικονομίδης, Γ. Νικολαϊδης, Κ. Κουμπής, Βαγγέλης Αγγεληνός και Σταύρος Καπετάνου.»
Η μεγάλη ανάπτυξη του Δεδεαγατς ως συγκοινωνιακού κόμβου μεταξύ ανατολής και Δύσης και επίνειου της Αδριανούπολης οδήγησε στην απόφαση της Οθωμανικής Διοίκησης τo 1883 η έδρα του σαντζακίου να μεταφερθεί από το Διδυμότειχο στη νέα πόλη, η οποία πλέον άρχισε να αναπτύσσεται γοργά. Ακολούθησε και η έδρα της Μητροπόλεως της Αίνου.
Από έκθεση που διασώζεται στο Αρχείο της Βιβλιοθήκης της Βουλής, με ημερομηνία 3 Αυγούστου 1883, απευθυνόμενη προς την Εκπαιδευτική και Φιλανθρωπική Αδελφότητα στην Κωνσταντινούπολη, ο γνωστός μας αινίτης Νικόλαος Γ. Χατζόπουλος μας λέει για το Δεδεαγατς την εποχή εκείνη:
«... Αρτισύστατος κωμόπολις εμπορική παράλιος και ο τελευταίος των εν τη Νοτιοδυτική Θράκη Σιδηροδρόμων σταθμός. Έχει τανύν 450-500 νεοδμήτους οικοδομάς και περί τας 1.500-2.000 ψυχάς. Οικογενείας δε μονίμους οικούσας εις Δεδέαγατς περί τας 100-120 προερχομένας εκ διαφόρων μερών και εθνικοτήτων και διαφόρων ιδεών, ηθών και εθίμων. Τανύν υπερισχύει εκείσε ο Ελληνισμός ... Έχει νυν η εν Δεδέαγατς Ελληνική Κοινότης Εκκλησίαν ξυλίνης οικοδομής, λιθόκτιστον Δημοτικήν Σχολήν, εν η φοιτώσι περί τα 100-120 παιδία, εν οις και 20-25 θήλεα. Ανήγειρε δε και έτερον ευρύ κτίριον λίθινον προορισμένον διά Παρθεναγωγείον ...»
«Ο Άγιος Νικόλαος  1901.»
Την Ελληνικότητα του Δεδεαγατς επιβεβαιώνουν και εξυμνούν πολλά δημοσιεύματα εφημερίδων των αρχών του 20ου αιώνα:
Στην εφημερίδα ΑΓΩΝ που εκδίδονταν στην Αθήνα και ήταν δημοσιογραφικό όργανο Ηπειρωτών και Μακεδόνων, στο φύλλο της 28ης Ιανουαρίου 1900 βρίσκουμε μια ενδιαφέρουσα περιγραφή για το μικρό πόλισμα του Δεδεαγατς και το Ελληνικό στοιχείο την οποία παραθέτουμε αυτούσια με την γλώσσα και την ορθογραφία του πρωτοτύπου:
«Πρό τριάκοντα και πέντε ετών το Δεδεαγατς ην έρημος ακτή και αγρία, άγνωστος εις την εμπορίαν, προσιτή δε μονον εις τους λαθρεμπόρους. Εκτοτε όμως επετράπη υπό της Τουρκικής κυβερνήσεως ο συνοικισμός του θρακικού τούτου λιμένος και από της κατασκευής ιδία του σιδηροδρόμου εις τας ερήμους όχθας του αφανούς εκείνου όρμου ωραία εφυτρωσεν πολίχνη αριθμούσα νυν περι τους τετρακισχιλίους κατοίκους ων τα 2/3 περίπου Ελληνες, οι δε άλλοι Οθωμανοί και Αρμένιοι. Εις την νεοσχημάτιστο ταύτην αποικίαν πολλαι Ελληνίδες πόλεις εχρησίμευσαν ώς μητροπόλεις, αναφέρω δε ενταύθα τας κυριωτέρας. Τοιαυται υπήρξαν αι θρακικαί πόλεις Μαρώνια, Μάκρη, Αίνος, Άδριανούπολις, αι νήσοι του Αιγαίου και η κατ εξοχήν φιλαπόδημος πατρίς τών Ήπειρωτών».Ίσως εις τήν ποικιλιαν των Εθνικών τούτων στοιχείων, εξ ών απηρτισθη ή πολις, χρωστεί αυτη την γοργήν πρόοδον και τον ένθουν ζήλον, μεθ' ου προεβη εις τήν σύστασιν των σχολείων της, εις τήν ανέγερσιν προχείρου μεν το κατ αρχάς εκκλησίας, νυν δε μεγαλοπρεπέστατου ναού, όστις οσονούπου αποπερατούται. 'Εν Δεδεαγατς σήμερον λειτουργεί αστική σχολή άρρένων, εν η διδασκουσι δυο διδάσκαλοι και παιδεύονται μαθηταί 90 παρθεναγωγείον εν ω μία διδασκάλισσα διδάσκει 50 μαθητρίας και νηπιαγωγείον εν τω οποιω μία νηπιαγωγός διδάσκει 70 νήπια. Τό Δεδεαγάτς εγένετο ήδη έδρα του Μητροπολίτου Αίνου και έσχε την τύχην να ποιμανθή υπό φιλοτίμων και άξιων της αποστολής των Άρχιερέων.»
Στο φύλλο της 16-5-1905 της εφημερίδας «ΣΚΡΙΠ» γράφει κάποιος ανταποκριτής της Εφημερίδας με το ψευδώνυμο «ΕΔΙΡΝΑΙΟΣ» αναφορικά με την εκδρομή των μαθητών του Ελληνικού Γυμνασίου Αδριανούπολης στο Δεδεαγατς:
«Αδριανούπολις 10 Μαΐου (του Ανταποκριτού μας) Τήν παρελθούσαν εβδομάδα δύο 'Ελληνικαί πόλεις της Θράκης - ή Αδριανούπολις και το Δεδεαγατς - έδωκαν τάς χείρας, είς ένα χαιρετισμόν όστις, εκ της πανηγυρικοτητός του απέβη εθνικόν γεγονός πρώτης τάξεως. Κατά λαμπράν συνήθειαν, καθιερωθείσαν απο πέρυσιν οι μαθηταί του Έλληνικού Γυμνασίου Αδριανουπολεως εκτελούν κατά την εποχήν αύτην μακράς διωργανωμένας εκδρομάς επισκεπτόμενοι τά διάφορα μεγάλα έλληνικά κέντρα της Θράκης εις τά οποία μεταδίδουν, ώς περιοδεύοντες πυρποληταί, τάς ιεράς φλόγας του πατριωτικού αισθήματός των καί απο τά οποία δέχονται, επίσης θερμάς και ζωηράς, τάς εκδηλώσεις της εθνικής αλληλεγγύης και τάς υποσχέσεις της πατριωτικής αμοιβαιότητος. Αλλά αι εκδρομαί αυται των μαθητών εινε κυρίως το σύνθημα προς πανδήμους εορτάς, είς τάς όποιας μετέχουν όχι μόνον ολόκληροι αι Ελληνικαί κοινότητες, αλλά και αυτοί ακόμη οί κυρίαρχοι του τόπου.»
Τον δυναμισμό της Ελληνικής Κοινότητας και την ευρωστία των Ελλήνων ομογενών της πόλεως αποδεικνύουν η φιλοξενία που έτυχαν από τους δεδεαγατσιανούς οι μαθητές του Ελληνικού Γυμνασίου της Αδριανούπολης όπως περιγράφει ο «ΕΔΙΡΝΑΙΟΣ»:
«Ήτον εκεί ολόκληρος ή πόλις του Δεδέαγατς, σκορπισμένη, υπο τον ήλιον, έv ελληνικόν πλήθος, μέγα, πλούσιον, ωραίον, ευπρεπέστατον, το πλήθος το ευγενές, το οποίον κατοικεί εις αυτό το κομματάκι Ευρώπης, με τους πλατείς, τούς ευθείς και δενδροφυτευμένους δρόμους και με τας επαύλεις και τα μέγαρα, το οποίον εχει τόσον ατόπως και τόσον αδίκως τουρκικήν ονομασίαν, είς το οποίον ο Τούρκος στρατιώτης τον οποίον πού και πού απαντάτε εις τον δρόμον, αποτελεί παραφωνίαν ... Εις μιαν άκραν της παραλίας φαιδροτάτην, υπό εν πρόχειρον υπόστεγον σημαιοστόλιστον, επάνω είς τήν χλοην, άνέμενε τούς εκδρομείς το πρόδειπνον, το οποίον προσέφερεν ευγενώς ή κυρία του ομογενούς κ. Κορδέλλα. Μετά τούτο ο Μουσικός Όμιλος τών μαθητών μέχρι της ώρας του δείπνου ανέκρουσε διάφορα τεμάχια περιστοιχιζόμενος υπό του Μουτεσαρίφου και όλης της εκλεκτής μερίδος των ομογενών. 'Επηκολούθησε το δειπνον είς το αυτό μαγευτικόν ύπαιθρον πλησίον της θαλάσσης, υποχρεωτικώτατα επιστατούντων των διακεκριμένων ομογενών κ.κ. Έμμ. Αλτιναλμάζη, τραπεζίτου, Δ. Μαντσίδου, εμπόρου, καί άλλων μελών της εφορείας ... Τήν έπομένην, μετά την δοξολογίαν, ψαλείσαν εις τήν μητρόπολιν-τήν μεγαλοπρεπή αυτήν επίδειξιν του εύγενεστάτου εθνισμού των-οι Δεδεαγάτσιοι προσέφεραν τήν ώραίαν τέρψιν της λεμβοδρομίας, προτείναντες νά συνοδεύσουν τον θαλάσσιον περίπατον μέ ολόκληρον τον στόλον των εβδομήντα και πλέον καϊκιών των.»
«Μια εκδρομή από το λιμάνι του Δεδεαγατς.»
Η δημοσιογράφος Μαρία Χατζηκάλου στο βιβλίο της που εκδόθηκε το 1909 «ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ» μας μεταφέρει την εικόνα που συνάντησε επισκεπτόμενη την πόλη μας, την οποία παραθέτομε με την ορθογραφία του πρωτοτύπου πλην του πολυτονικού:
«Από Σουφλή μετέβην είς Δεδεαγατς πόλιν παράλιον με εμπόριον τέλειον. Επεσκέφθην το εργοστάσιον των αλεύρων κ. Γ. Πρωτοπαππα η εργασία του βαίνει καλώς, αν και δυστυχώς παρά του ομογενούς πληθυσμού δεν έτυχεν υποστηρίξεως ής έπρεπε και η οποία ήρμοζε. Διότι είναι ο θερμότερος πατριώτης, ο οποίος παντείοις τρόποις υποστηρίζει τους Ελληνικούς πληθυσμούς. Επί του παρόντος συνησθάνθησαν τούτο οι Ελλ. πληθυσμοί, κατόπιν του δριμύτατου συναγωνισμού Αλλατίνι ήρχισε να κάμη καταπληκτικήν κατανάλωσιν και ημέρα τη ημέρα κατακτά έδαφος. Υπερτερεί το Ελληνικόν στοιχείον, το εμπόριον κατέχεται υπό των Ελλήνων. Η πόλις είναι ωραία και έχει λαμπράν άποψιν, έχει ωραία κτίρια, με τακτικούς δρόμους, Εκκλησίαν, Σχολείον και διάφορα άλλα φιλανθρωπικά καταστήματα. Κατά το διάστημα της εκεί διαμονής μου παρέμεινα είς το Ξενοδοχείον του συμπατριώτου μου Μιγκα, παρ΄ού έτυχον ιδιαιτέρων περιποιήσεων. Εγνώρισα δε πολλάς οικογενείας περί των οποίων εσχημάτισα τας καλλιτέρας εντυπώσεις υπό έποψιν αναπτύξεως μορφώσεως ευγενείας συμπεριφοράς πρό παντός δε εκ της θρησκευτικής αγάπης και ευλαβείας. Αι κυρίαι έχουν ιδρύσει Αδελφότητα Φιλοπτωχον και εν γένει καταγίνονται είς έργα φιλοπρόοδα και κοινοφελή. ... Αυταί εν συνόλω είναι οι εντυπώσεις μου εκ Δεδεαγατς.».-
«Διαφήμιση ΠΡΩΤΟΠΑΠΠΑ 1913.»
Κύριος λοιπόν παράγοντας της αναπτύξεως της πόλης στα πρώτα χρόνια της ζωής της, μαζί με την αρμενική και εβραϊκή κοινότητα, αλλά και τους λεγόμενους φραγκολεβαντίνους, κυρίως υπαλλήλους της εταιρίας των σιδηροδρόμων αλλά και των ξένων ακτοπλοϊκών πρακτορείων, είναι η ελληνική κοινότητα, που ίδρυσε στα 1909 και σχολή αρρένων.
Στην εφημερίδα «ΦΑΡΟΣ» της Θεσσαλονίκης της 24-9-1909 δημοσιεύθηκε μια ελεγεία για την ίδρυση της σχολής αυτής.
«Εκ Δεδε-Αγατς τη 19η Σεπτεμβρίου 1909 (Του Ανταποκριτού μας). Μέγα και σπουδαίον γεγονός έλαβε χώραν εν τη πόλει Δεδε-Αγάτς. Τα εγκαίνια της μεγαλοπρεπούς των Αρρένων Σχολής δι’εξόδων του μεγατίμου της Κοινότητος ταύτης ευεργέτου κ. Αντωνίου Λεονταρίδου. Η Κοινότης Δεδε-Αγατς η νομίμως υπέρ των απαραγράπτων του Γένους μας δικαίων μαχομένη, θα έχη πλέον να επιδείξη εις πάντα ξένον επισκέπτην, εις πάντα αλλοεθνή και αλλόθρησκον έναν έτι τηλαυγή των γραμμάτων Φάρον, έν έτι των Μουσών Τέμενος, το υπερήφανον, το μεγαλοπρεπές, το πάλλευκον τούτο οικοδόμημα, το οφειλόμενον εις την γεναιοδωρίαν αγλαού της Μαρωνείας τέκνου του πανσεβάστου γέροντος Αντωνίου Λεονταρίδου. Δεν εξέλιπον εισέτι τα ευγενή του γένους μας τέκνα, υφίστανται και θα υφίστανται εν όσω βεβαίως το Έθνος μας ευρίσκεται εν τη ζωή καθ’ότι ουδέποτε ο μέγας των Ελλήνων Θεός είναι δυνατόν να εγκαταλείπη τον φορέαν τούτον του φωτός και της ελευθερίας. Το Έθνος μας εν όσω έχει τοιαύτα τέκνα άτινα έχουσι ερριζωμένην εις την καρδίαν των το μητρός και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον... πατρίς και σεμνώτερον και αξιώτερον... ουδέποτε θέλει υπολειφθή των ευκλεών και ενδόξων προγόνων του. Είθε και άλλοι να μιμηθώσι το παράδειγμα του μεγατίμου της Κοινότητος ταύτης ευεργέτου. Λυγκεύς».
«Το λιμάνι DEDEAGATCH στη 10ετια 1890.»
Η ελληνική κοινότητα φτάνει στην μεγαλύτερη ακμή της λόγω του εμπορίου λίγο πριν τους Βαλκανικούς Πολέμους. Σε όλους τους γνωστούς εμπορικούς οδηγούς των τελευταίων χρόνων του 19ου αιώνα αλλά και των αρχών του 20ου έντονη καταγράφεται η παρουσία Ελλήνων Εμπόρων, όπως στον οδηγό του Νικολάου Γ. Ιγγλέση, έτος γ' τόμος Α' των ετών 1910-1911, όπου διαβάζουμε ότι σχεδόν όλα τα επαγγέλματα ασκούνται από Έλληνες
Στο καταστατικό της κοινότητας του έτους 1912, που επικυρώθηκε από τον Μητροπολίτη Αίνου Ιωακείμ, διαβάζουμε στο άρθρο 1 
«την Ελληνική Ορθόδοξον Κοινότητα Δεδεαγάτς αποτελούσι πάντες οι Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί οι κατοικούντες εν τη πόλει ταύτη, όντες αυτοδικαίως μέλη αυτής»,
ενώ το άρθρο 2 ορίζει:
«Αρχηγός της Κοινότητος είναι ο εκάστοτε Μητροπολίτης, όστις ... είναι ανώτατος διευθυντής και επόπτης της Κοινότητος και αυτοδικαίως Πρόεδρος των Σωματείων αυτής.»
Κατά το άρθρο 5 η Κοινότητα
«διοικείται δια των εξής σωματείων: α) της Αντιπροσωπείας, β) της Δημογεροντίας, γ) της Εφορείας των σχολών, δ) της Επιτροπής του Νεκροταφείου και ε) της Επιτροπής του Ελέους».
Σύμφωνα με το άρθρο 6 διαιρείται στα εξής τμήματα η περιφέρειες, που καταδεικνύουν την ανάπτυξη της πόλης και τις γειτονιές που κατοικούνταν από τους Έλληνες:
α') εις την περιφερειαν Μητροπόλεως,
β') είς την περιφερειαν Φάρου και 
γ') εις την περιφερειαν Διοικητηρίου.
Έχει μεγάλο ενδιαφέρον να παραθέσουμε τα σύνορα των περιφερειών όπως περιγράφονται στο καταστατικό:
«Τμήμα Α) Μητροπόλεως. Καφενείον Σκάλας (κτήμα Δημαρχείου). Αποθήκαι παλαιάς 'Εταιρείας. Σταθμός παλαιάς 'Εταιρείας. Συνδετική γραμμή Ν. Εταιρείας. Οικία Σ. Βερναρδάκη. Δρόμος Νοσοκομείου. Οικία Έμμ. Μπελέμον. Οικία Α. Τζανη.Τμήμα Β) Φάρου. Οικία Π. Λεονταρίδου. Οικία Α. Χαμπούρη. Φαρμακείον Π. Παπαδοπούλου. Γραφείον Μ. Κανέτσου. Κτήμα Δ. Πουλημένου. Παντοπωλείον Βασ. Μαχαίρα. Οικία I. Μολλά. Οικία Πασχάλη Βασιλείου. Λάμπρου Βατίκη ύφασματοπωλείον. Οικία Γαβρ. Βόγια. Οικία Νικ. Χατζέλου. Οικία Χρήστου 'Ηλία. Οικία Σωτηρ. Κομνηνίδου. Οικία Φιλομ. Λεονταρίδου. Οικία Δημ. Δαλαβέρα. Καφενείον Άθ. Βανικιώτη.Τμήμα Γ) Διοικητηρίου. Οικία Άλεξ. Κρήτη. Οίκία Ελένης Δερλίκη. Οικία Γεωργίου Μπαρπαγιάννη. Οικία Π Μηλιώνη. Οικία Αντ. Σεγβαλή Οικία Κ. Κορδέλη. Οικία Κωνστ. 'Αστυνόμου. Οίκια Αχμέτ άγά. Συνδετική γραμμή Ν. Εταιρείας.»

Οι βαλκανικοί πόλεμοι έριξαν το Δεδεαγατς στην κατοχή της Βουλγαρίας, με την σφαγή Μουσουλμάνων από τους Κομιτατζήδες κατά την είσοδο τους το 1912 και την προσπάθεια διάσωσης αρκετών από αυτούς από τον τότε Μητροπολίτη Αίνου και Δεδεαγατς Ιωακείμ. Μετά την πρώτη χαρά από την απελευθέρωση της πόλης από τον Οθωμανικό ζυγό ήρθαν και τα πρώτα σύννεφα. Ακολούθησαν οι διώξεις, εκτοπίσεις, δολοφονίες κλπ.
Αυτή ήταν η ιστορία της Ελληνικής κοινότητας του εξωτικού, πολυεθνικού και πολυφυλετικού Δεδεαγατς. Όλες αυτές οι ιστορίες ξεχάστηκαν, οι άνθρωποι έφυγαν, τα κτίρια εξαφανίστηκαν, έμεινε μόνο η δική μας ανάγκη να έχουμε στίγμα, σημείο αναφοράς και ρίζα καταγωγής, οση περισώζεται, και αφήνει ένα ίχνος και ίσως μιλάει γι' αυτό που κάποτε είχε αξία, όπως το σημερινό εκκλησιαστικό μουσείο (Λεονταρίδειος Σχολή), ο Ναός του Αγίου Νικολάου και το τρίτο Νηπιαγωγείο δίπλα, η υλική παρακαταθήκη των Ελλήνων του Δεδεαγατς μιας Ελληνικώτατης πόλης. Οι Δεδεαγατσιανοί παρ’όλες τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν άντεξαν γιατί είχαν υψηλό εθνικό φρόνημα και μας παρέδωσαν ως παρακαταθήκη την Ελληνικότητα της πόλης μας που διέσωσαν ως κόρη οφθαλμού έναντι όλων των επιβουλών που οφείλονταν στην γεωστρατηγική της θέση μεταξύ Ανατολής και Δύσης.

Πέτρος Γ. Αλεπάκος
Δικηγόρος – ιστορικός ερευνητής

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ Α.ΠΟΙΜΕΝΙΔΗ 1952 (ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ-ΕΚΔΟΣΗ Θ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ 1988)
2. ΘΡΑΚΙΚΗ ΣΤΟΑ ΛΕΥΚΩΜΑ ΘΡΑΚΗΣ-ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 1932
3. Παντελής Αθανασιάδης http://sitalkisking.blogspot.gr
4. Μαρία Χατζηκάλου «ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ 1909»
5. Οδηγός της Ελλάδος. Νικολάου Γ. Ιγγλέση, έτος γ' τόμος Α' των ετών 1910-1911.-
6. ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ: ΑΓΩΝ, ΣΚΡΙΠ, ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΚΩΝ/ΠΟΛΕΩΣ ΦΑΡΟΣ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ,ΚΩΝ/ΠΟΛΙΣ.-
7. Κανονισμός της κοινότητος ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ 1912.
8. ΑΡΧΕΙΟΝ TOY ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΘΗΣΑΥΡΟΥ, ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΟΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΘΡΑΚΩΝ ΤΟΜΟΣ Ι. 1943-44
9. Νικόλαος Κόκκας, Εισήγηση στη Γ’ Επιστημονική Συνάντηση του Κέντρου Μελέτης Πέτρινων Γεφυριών με θέμα «Μαστόροι και γεφύρια» - 25 Νοεμβρίου 2006, που δημοσιεύτηκε στον τόμο «Περί Πετρογέφυρων… Μαστόροι και γεφύρια που εκδόθηκε το 2009 από το Κέντρο Μελέτης Πέτρινων Γεφυριών, σελίδες 55-84.
10. 
«ANNUAIRE ORIENTAL DU COMMERCE» του 1881 των R. Cervati και C. Freres.
11. Κ. Παπαθαναση Μουσιοπουλου Αλεξανδρούπολη και Θρακικός Ελληνισμός
12. Φωτοαρχειο: Γ. Αλεπάκου και Οθωμανικά Αρχεία (internet).

Τρίτη 11 Ιουνίου 2019

100 Χρόνια από την Συνθήκη του Νεϊγύ (Neuilly). Όταν η Αλεξανδρούπολη θα γινόταν πρωτεύουσα ανεξάρτητου κράτους.

(Φύλλο 16418 Μάιος 2019 της εφημερίδας ‘ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΘΡΑΚΗ’)

To 1919 βρήκε την Αλεξανδρούπολη (τότε Dedeagatch), χτυπημένη από τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς του 1915, να παραμένει στην κατοχή της Βουλγαρίας. Οι Βρετανοί, που την κατέλαβαν τον Οκτώβριο του 1918, είχαν αποχωρήσει αφήνοντας πίσω τους ένα κοιμητήριο και ένα στρατιωτικό αεροδρόμιο, εκεί στην περιοχή του Α Δημοτικού σχολείου.
Έχει ενδιαφέρον να δούμε την κατάσταση στην οποία βρισκόταν η πόλη μας εκείνη την εποχή όπως καταγράφηκε με γλαφυρό τρόπο σε σχετικό άρθρο που έγραψε ο απεσταλμένος της αθηναϊκής εφημερίδας «Πατρις» Α. Κονιτόπουλος και παραθέτουμε με την ορθογραφία του πρωτοτύπου πλην του μονοτονικού.
«Παντού ερείπια, παντού σπίτια χωρίς παράθυρα και πόρτες, χωρίς προσόψεις, χωρίς στέγας. Μέγαρα ολόκληρα είχον μεταβάλει εις σταύλους και άλλα εις αποθήκας. Έάν εσώθησαν δέ μερικά έξ αυτών, τούτο συνέβη, διά τόν απλούστατον λόγον, ότι εχρησιμοποιούντο ώς δημόσια καταστήματα. …Από τον ωραίον όσov και απέραντον ατμόμυλον Πρωτόπαπα δέν σώζονται παρά ερείπια και τα τοιχώματα των σπιτιών χαίνοντα φωνάζουν τά βουλγαρικά κακουργήματα… Εντός του λιμένος δέν υπάρχουν παρά συντρίματα ναυγίων, θυμάτων των βομβαρδισμών… Οι ωραίοι λιμενοβραχίονες και αί ωραιότεραι αποβάθραι του λιμένος έχουν καταστραφεί τελείως, η δε παραλία ολόκληρος έχει μεταβληθή εις άμορφον σωρόν ερειπίων… Μόνον ο φάρος παραμένει άθικτος. Πειό πέρα βρίσκεται σωριασμένη μιά μάζα σκελετών, βαγονιών που κατέστρεψαν τά κανόνια τών στόλων.» (εφημ. Πατρις» 20-11-1919).
«Μύλος Πρωτόπαππα 1915.»
Σε ολόκληρη της Δυτική Θράκη είχε εγκατασταθεί διασυμμαχικός έλεγχος και ολιγάριθμα συμμαχικά στρατεύματα κατέλαβαν τα σπουδαιότερα κέντρα για την εξασφάλιση των συγκοινωνιών, τη φρούρηση της σιδηροδρομικής γραμμής αλλά και τη διατήρηση της τάξεως στις πόλεις και την ύπαιθρο. Αρχηγός των στρατευμάτων κατοχής ήταν ο Γάλλος συνταγματάρχης Allier (Αλλιέ) με έδρα αρχικώς το Dedeagatch και εν συνεχεία την Ξάνθη και την Κομοτηνή. Στην πόλη μας τη δύναμη κατοχής αποτελούσαν δύο τάγματα γαλλικού πεζικού και μια μοίρα γαλλικού ιππικού ενώ ορίστηκε Άγγλος φρούραρχος ο αντισυνταγματάρχης Greenfeld. Αργότερα αντικαταστάθηκε από Γάλλο ταγματάρχη.
«Μικτή διασυμμαχική περίπολος στην πόλη το 1918.»
Βέβαια στη Δυτική Θράκη παρέμενε η Χ Βουλγαρική Μεραρχία Αιγαίου. Η αποστράτευση και ο αφοπλισμός των Βουλγάρων ήταν αργός και ανολοκλήρωτος. Ο Γάλλος στρατηγός Chrétien (Κρετιέν), Διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων κατοχής της Βουλγαρίας, υποστήριζε τις βουλγαρικές εθνικές προσδοκίες, μια αυτόνομη Μακεδονία που θα περιελάμβανε εδάφη και από την ελληνική, τη βουλγαρική έξοδο στο Αιγαίο, στην Καβάλα. Ο Συνταγματάρχης Napier (Νάπιερ), ο Άγγλος στρατιωτικός εκπρόσωπος, ήταν επίσης υπέρ του βουλγαρικού σκοπού και οι Ιταλοί, η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στη Σόφια, δεν έκαναν καμιά προσπάθεια να αποκρύψουν τη βουλγαρόφιλη πολιτική τους.
Οι Βούλγαροι προσπάθησαν να παρουσιάσουν τους εαυτούς τους ότι εξαναγκάστηκαν σε έχθρα προς την Αντάντ από τη φιλογερμανική κυβέρνησή τους. Aγωνίζονταν με κάθε μέσο να πετύχουν τη διάσωση της Δυτικής Θράκης, τη διατήρηση της γαλλικής κατοχής και να αποφύγουν την κατάληψή της από τον ελληνικό στρατό. Για το λόγο αυτό υπέβαλαν αιτήσεις στον Αμερικανό Πρόεδρο Woodrow Wilson (Ουίλσον) να τους σώσει από την εξόντωση. Η βουλγαρόφιλη στάση του Προέδρου οφειλόταν εξαιτίας της επιρροής της γυναίκας του και της αδερφής της που είχε παντρευτεί τον πρεσβευτή της Βουλγαρίας στην Ουάσιγκτον.
«Η έπαυλη Quai d' Orsay που υπεγράφη η συνθήκη του Νεϊγύ.»
Επίπονες ήταν οι διπλωματικές διεργασίες στο συνέδριο της ειρήνης που άρχισε στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 1919 όπου η Δυτική Θράκη αποτέλεσε μήλο της έριδος διαφόρων ενδιαφερομένων κρατών. Η σύνοδος ξεκίνησε στις 12 Ιανουαρίου του 1919 (ν.ημ.) στο Μέγαρο του Υπουργείου Εξωτερικών, γνωστό και ως «Μέγαρο Quai d’Orsay» (Και ντ΄ Ορσέ εκ της θέσης του επί της ομώνυμης προκυμαίας του Σηκουάνα).
«Το συμβούλιο των 4 στη σύνοδο Ειρήνης 1.Λοιντ Τζορτζ 2.Βιττοριο Ορλάντο 3.Ζωρζ Κλεμανσω & 4.Γουντροου Ουίλσον.»
Οι Ελληνικές διεκδικήσεις περιλαμβάνονταν στο από 30 Δεκεμβρίου 1918 Υπόμνημα το οποίο και εξέθεσε με μεγάλη επιδεξιότητα ο Ε. Βενιζέλος ενώπιον του «Συμβουλίου των Δέκα» στις 3 Φεβρουαρίου 1919 το οποίο και βρήκε ευμενή απήχηση με εξαίρεση τους Αμερικανούς και κυρίως αντίθετους του Ιταλούς.
Το Φεβρουάριο του 1919 ο Αμερικανός εκπρόσωπος Day (Ντέι) δήλωσε ότι οι Έλληνες ήταν εθνολογικά ισχυρότεροι από τους Βούλγαρους και στην Ανατολική και στη Δυτική Θράκη. Η οριοθέτηση της βουλγαρικής μεθορίου ωστόσο έπρεπε να μελετηθεί προσεκτικά και να εξασφαλιστεί βουλγαρική εμπορική έξοδος στο Αιγαίο.
Στις 1 Μαρτίου 1919 οι Ιταλοί υπέβαλαν δυο διπλωματικές διαμαρτυρίες, από τις οποίες στην πρώτη δηλωνόταν ότι το Dedeagatch έπρεπε να δοθεί στη Βουλγαρία. Οι Αμερικάνοι επέμεναν να δοθεί στη Βουλγαρία έξοδος στο Αιγαίο, αλλά ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών Balfour (Μπάλφουρ) επέμενε ότι στην Ελλάδα έπρεπε να δοθεί η ακτή της Δυτικής Θράκης με μια ουσιαστική ενδοχώρα και στη Βουλγαρία τα βορειότερα τμήματα όπου ζούσαν σχεδόν όλοι οι Βούλγαροι.
Ενώ ο Ελληνικός Στρατός είχε καταλάβει τη Σμύρνη το Μάιο του 1919, η Οθωμανική Αυτοκρατορία και αυτή με τη σειρά της διεκδίκησε τη Δυτική Θράκη με την από 17 Ιουνίου 1919 έκθεση, το Υπόμνημα της οποίας υποβλήθηκε ακόμη αργότερα στο Συμβούλιο των Δέκα (περίπου 6 μήνες αργότερα από την υποβολή του ελληνικού) το οποίο και απορρίφθηκε από το Συμβούλιο στις 25 Ιουνίου 1919 περιορίζοντας έτσι την μονομαχία διεκδίκησης μεταξύ Ελλάδος και Βουλγαρίας.
Στο φύλλο της 26-6-1919 της εφημερίδας «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» διαβάζουμε ότι κατόπιν διαταγής του Αρχιστρατήγου Franchet d' Esperey (Φρανσε ντ’Εσπεραί) τα Ιταλικά στρατεύματα που βρισκόταν στην Βουλγαρία άρχισαν να αποχωρούν και μάλιστα τα πρώτα τμήματα αυτών συγκεντρώθηκαν στο Δεδεαγατς αναμένοντα την αναχώρηση τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες που διαβίβασε η Γαλλική Στρατιωτική Επιτροπή στο Dedeagatch προς τον στρατηγό Franchet d'Espérey, οι Ιταλοί αξιωματικοί, στις 7 Ιουλίου, παρέθεσαν ένα soirée στο οποιο συμμετείχαν πολλοί αξιωματικοί του Βουλγαρικού Στρατού και Ναυτικού. Ο Διοικητής Perretti του 61ου Ιταλικού Συντάγματος Πεζικού προήδρευσε σε αυτή τη γιορτή, κατά την οποία τη μουσική προμήθευσε η στρατιωτική μπάντα του 40ου Βουλγαρικού Συντάγματος Πεζικού. Οι προπόσεις προφέρονταν στη βουλγαρική και την ιταλική γλώσσα, όπου επαναλαμβάνονται οι λέξεις "Θεσσαλονίκη, Ελλάδα, Βουλγαρία". Τους χαιρέτησαν με επανειλημμένες κραυγές «Viva Italy! Viva Boulgaria!»
Εντωμεταξύ ο Balfour (Μπάλφουρ) και οι Αμερικανοί συμφώνησαν ότι οι ειδικοί έπρεπε να εξετάσουν την πιθανότητα να δώσουν στην Ελλάδα και τη Δυτική και την Ανατολική Θράκη, εκτός από ένα διάδρομο στο Αιγαίο που θα περιελάμβανε το Dedeagatch και ο οποίος θα δινόταν υπό πλήρη κυριαρχία στη Βουλγαρία. Στις 7 Αυγούστου οι ειδικοί ζήτησαν την έγκριση του Βενιζέλου, ο οποίος απέρριψε το σχέδιο. Η συνάντηση του Συμβουλίου το απόγευμα της ίδιας ημέρας οδήγησε σε πλήρες αδιέξοδο. Ο Γάλλος αντιπρόσωπος Tardieu (Ταρντιέ) πρότεινε η ζώνη του διαδρόμου να γίνει ελεύθερο κράτος, υπό τη διοίκηση Διεθνούς Επιτροπής με έδρα το Dedeagatch. Η Γαλλία συμφωνούσε να στερήσει από την Ελλάδα τη Δυτική Θράκη, αλλά όχι και να παραδώσει την περιοχή στη Βουλγαρία.
Οι Βούλγαροι βλέποντας τη δυσμενή γι’αυτούς εξέλιξη άρχισαν να διοργανώνουν συλλαλητήρια.
«Συγκέντρωση διαμαρτυρίας Βουλγάρων στο Δεδέαγατς κατά τηs υπογραφήs της Συνθήκης του Νεϊγύ. 1 Οκτωβρίου  1919.»
Στο φύλλο της 7-8-1919 της εφημερίδας «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» διαβάζουμε ότι στο Δεδεαγάτς έγινε απόπειρα συλλαλητηρίων εις ένδειξη λύπης για τις εξελίξεις στο Συνέδριο της Ειρήνης αλλά οι Γαλλικές αρχές έλαβαν αυστηρότατα μέτρα προς παρεμπόδιση των εκδηλώσεων αυτών:
«Τα καταστήματα παρέμειναν επι εικοσιτετράωρον κλειστά εις ένδειξιν διαμαρτυρίας κατά των βουλγάρων δια την απώλειαν της Θράκης ην θεωρούν βεβαίαν. Ο Γάλλος ταγματάρχης φρούραρχος Δεδεαγατς εν τη κοινοποιηθήση εγκυκλίω του δηλοί ότι πας συλλαμβανόμενος ως προκαλών συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίας θα αποστέληται εις (έχει διαγραφεί από τη λογοκρισία) όπου θα ασχολήται με έργα οδοποιίας»
Στις 12 Αυγούστου στο γραφείο του Γάλλου Υπουργού των εξωτερικών Pichon στο Quai d’Orsay (Και ντ΄ Ορσέ) προτάθηκε το νοτιοδυτικό τμήμα της Δυτικής Θράκης να δοθεί στην Ελλάδα και να ιδρυθεί ένα διεθνές κράτος με έδρα στο Dedeagatch που θα ελέγχει το σιδηρόδρομο από το Dedeagatch μέχρι την Αδριανούπολη. Στη συνέχεια η Ανατολική Θράκη θα δοθεί στην Ελλάδα μέχρι μια γραμμή από τον Κόλπο του Ξηρού έως την Μήδεια. Οι Αμερικανοί εκπρόσωποι Polk και Harrison αφού παρατήρησαν ότι το δυτικό τμήμα της Δυτικής Θράκης δεν ήταν οικονομικά συνδεδεμένο με την υπόλοιπη, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το διεθνές κράτος θα είναι οικονομικά αδύναμο. Η αμερικανική αντίθετη πρόταση ήταν ότι η Βορειοδυτική Θράκη πρέπει να δοθεί στη Βουλγαρία ενώ το Διεθνές Κράτος θα πρέπει να περιοριστεί από μια γραμμή 10 χιλιόμετρα ανατολικά της Μαρίτσα (Έβρου ποταμού), συμπεριλαμβανομένης της Αδριανούπολης. Συνεπώς, η διαφωνία ήταν περιορισμένη, γιατί έγινε αποδεκτό από όλους ότι η καλύτερη λύση ήταν κάποια μορφή διεθνούς ελέγχου για το Dedeagatch και το σιδηρόδρομο. Οι γαλλικές, βρετανικές και ιαπωνικές αντιπροσωπείες επιθυμούσαν να επεκτείνουν αυτό το διεθνές κράτος Δυτικά και Βόρεια, διατηρώντας τα ανατολικά τα σύνορα του 1915.
Ωστόσο, ο Woodrow Wilson (Ουίλσον) αποδεχόταν μόνο κατοχή του δυτικού τμήματος της Δυτικής Θράκης από την Ελλάδα, ενώ το ανατολικό της τμήμα και ολόκληρη η Ανατολική Θράκη θεωρούσε ότι θα έπρεπε να συμπεριληφθούν στο διεθνές κράτος της Κωνσταντινούπολης. Στη συνάντηση της 1ης Σεπτεμβρίου αποφασίστηκε ότι η Δυτική Θράκη θα παραδινόταν από τους Βούλγαρους στις Συμμάχους και Συνασπισμένες Δυνάμεις και θα βρισκόταν υπό την κατοχή βρετανικών, γαλλικών, ιταλικών και ελληνικών στρατευμάτων, ενώ στη Βουλγαρία θα δινόταν πρόσβαση σε ένα λιμάνι στο Αιγαίο. Η πρόταση υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο στις 2 Σεπτεμβρίου.
Οι Βούλγαροι βλέποντας ότι είναι πλέον χαμένο γι’ αυτούς το παιχνίδι προέβησαν φαίνεται σε δολιοφθορές: Στο φύλλο της 5-9-1919 της εφημερίδας «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» διαβάζουμε ότι
«Αι γαλλικαί αρχαί Δεδέαγατς έλαβον έκτακτα μέτρα, όπως παρεμποδίζουν τους Βουλγαρους να ρίχνουν νάρκας εις το Αιγαίον. Καθ’όλον το μήκος της ακτής του Δεδεαγατς έχουν στηθή φυλάκια, εις τα οποία είνε τοποθετημένοι Γάλλοι στρατιώται επιτηρούντες νυχθημερόν τας ακτάς»
«Βούλγαροι αξιωματικοί στο βομβαρδισμένο Λιμάνι 1917.»
Ενώ προετοιμαζόταν η υπογραφή της τελικής Συνθήκης, οι σύμμαχοι εξουσιοδότησαν τον Φρανσε ντ’ Εσπερέ, όπως εντός του Οκτωβρίου του 1919 διατάξει την εκκένωση της Δυτικής Θράκης από τους Βουλγάρους. Πράγματι στις 6 Οκτωβρίου ο στρατηγός ενημέρωσε τους Βούλγαρους ότι σύμφωνα με την απόφαση του Συνεδρίου της 22ας Σεπτεμβρίου, έπρεπε μέχρι τις 14 Οκτωβρίου να εκκενώσουν την περιοχή που οριζόταν από σχετικό άρθρο της μελλοντικής Συνθήκης Ειρήνης. Οι Βούλγαροι διαμαρτυρήθηκαν ότι δεν μπορούσαν να εκκενώσουν τη Δυτική Θράκη βασιζόμενοι σε ένα σχέδιο συνθήκης, αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν και αλλιώς.
Ήδη από τα τέλη Σεπτεμβρίου 1919 στο Δεδεαγατς υπεστάλη η Βουλγαρική σημαία και κυμάτιζε μόνο η Γαλλική (εφημ. Ελεύθερος Λόγος Μυτιλήνης 21-9-1919).
Αρμοστής της Δυτικής Θράκης ορίστηκε ο Γάλλος στρατηγός Charpy (Σαρπυ) ο οποίος στις 10 Οκτωβρίου 1919 εγκαταστάθηκε στην Κομοτηνή όπου παρέλαβε τη διοίκηση από τον Allier (Αλλιέ) ενώ στις 18 Οκτωβρίου 1919 κατελήφθησαν υπό συμμαχικές δυνάμεις η περιφέρεια της Κομοτηνής και του Κaragatch.
Ύστερα σχεδόν από ένα χρόνο από τον τερματισμό των εχθροπραξιών και αφού αποτραβήχτηκε λόγω ασθενείας από το προσκήνιο ο τιμηθείς με Νόμπελ Ειρήνης για το έτος 1919 Πρόεδρος Woodrow Wilson (Ουίλσον), η Δυτική Θράκη αφαιρέθηκε από τη Βουλγαρία με τη συνθήκη του Neuilly sur Seine (14/27.11.1919). Με το άρθρο 48 της συνθήκης αυτής η Δυτική Θράκη θα υπάγονταν μέχρι της διευθέτησης της οριστικής της τύχης υπό τη διοίκηση Γάλλου αρμοστού και θα αποτελούσε ένα είδος διασυμμαχικού κράτους (Thrace Interalliee).
Το πρώτο βήμα για την ενσωμάτωση είχε γίνει.

Πέτρος Γ. Αλεπάκος
Δικηγόρος – ιστορικός ερευνητής

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. ΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΟΒΟΥΛΓΑΡΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ Πρωτεύουσα μεταπτυχιακή εργασία του Μαστρογεώργη Γεωργίου Φιλοσοφικής σχολής ΑΠΘ, διαθέσιμη online στο ΙΚΕΕ του ΑΠΘ
2. Θρακικός Αγώνας 1912-1920, Πέτρου Γεωργαντζή
3. Επιχειρήσεις εις Θράκην 1919-1923 Δ/νσεως Ιστορίας Στρατού
4. ΘΡΑΚΗ μορφές και γεγονότα 1902-1922 Κ. Παπαθανάση-Μουσιοπούλου
5. Εφημερίδες ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ και ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
6. PAPERS RELATING TO THE FOREIGN RELATIONS OF THE UNITED STATES, THE PARIS PEACE CONFERENCE, 1919, DEPARTMENT OF STATE USA
7. Φωτοαρχείο: Γεωργίου Π. Αλεπάκου