Παρασκευή 18 Μαΐου 2012

Το DEDEAGATCH της διασυμμαχικής κατοχής (THRACE INTERALLIE)

Όπως είναι γνωστό η 14η Μαΐου του 1920 έμεινε στην ιστορία της πόλης μας ως η ημερομηνία ενσωμάτωσης της στον εθνικό κορμό. Και σωστά χαρακτηρίστηκε ενσωμάτωση και όχι απελευθέρωση γιατί ο Ελληνικός στρατός εξουσιοδοτημένος από τις μεγάλες δυνάμεις, ειρηνικά και όχι με πολεμικές επιχειρήσεις, κατέλαβε την Δυτική Θράκη. Είχε προηγηθεί όμως ένα μεταβατικό καθεστώς ανάμεσα στην προηγούμενη κατάσταση της βουλγαρικής κατοχής και την ενσωμάτωση στην Ελλάδα: Το Διασυμμαχικό Καθεστώς της THRACE INTERALLIE. Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα με την σειρά.

Όταν στις 30 Οκτωβρίου 1918 υπογράφηκε η ανακωχή του Μούδρου, μεταξύ του Άγγλου ναυάρχου Κάλθορπ (Somerset Gough-Calthorpe), πληρεξούσιου των Συμμάχων της Αντάντ (Entente) αφενός και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφετέρου, η πόλη μας βρισκόταν ήδη υπό συμμαχική κατοχή (βλ. άρθρο «Οι δυνάμεις της «Entente Cordiale» στο Dedeagatch (Αλεξανδρούπολη) και η συνδρομή του Αμερικάνικου Ερυθρού Σταυρού»). Την 11η Νοεμβρίου 1918 υπογράφηκε η ανακωχή της Κομπιέν (Compiègne), σε σιδηροδρομικό βαγόνι, που είχε εγκαταστήσει ο Γάλλος Στρατάρχης Φερντινάν Φος (Ferdinand Foch) το στρατηγείο του, κοντά στην Κομπιέν. Η «άνευ όρων» συνθηκολόγηση της Γερμανίας, που ήταν αποτέλεσμα αυτής της ανακωχής, αποτέλεσε τη βάση των συνθηκών ειρήνης, που συντάχθηκαν από την Διεθνή Διάσκεψη Ειρήνης, η οποία συνήλθε στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 1919 και στην οποία συμμετείχαν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον (Woodrow Wilson), ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Ζορζ Κλεμανσώ (Georges Clemenceau), ο πρωθυπουργός της Αγγλίας Λόιντ Τζωρτζ (DAVID LLOYD GEORGE), ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Ορλάντο (Vittorio Orlando) και αντιπροσωπείες 32 συνολικά κρατών. Αποτέλεσμα αυτών των χρονοβόρων διπλωματικών διεργασιών ήταν η Συνθήκη των Βερσαλλιών (Treaty of Versailles) την 28η Ιουνίου 1919 και η Συνθήκη του Νεϊγύ (Treaty of Neuilly-sur-Seine) την 27η Νοεμβρίου 1919, που υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Βουλγαρίας. Με την τελευταία αυτή συνθήκη παραιτήθηκε η Βουλγαρία υπέρ των "Προεχουσών Δυνάμεων" όλων των κυριαρχικών της δικαιωμάτων επί της μεσημβρινής δυτικής Θράκης και με την υποχρέωση ν΄ αναγνωρίσει εκ των προτέρων τις μεταγενέστερες αποφάσεις των Δυνάμεων περί αυτής.

Η αποχώρηση της Βουλγαρίας από τη δυτική Θράκη κατέστησε αναγκαία τη συστηματική οργάνωση της διοίκησης της από τους συμμάχους, οι οποίοι μέχρι τότε ήλεγχαν μόνο στρατηγικά στρατιωτικά σημεία της. Έτσι τό σύστημα Κυβερνήσεως της Διασυμμαχικής Θράκης διέγραψε το από 28 Οκτωβρίου 1919 διάταγμα του Αρχιστρατήγου των εν Ανατολή Συμμαχικών στρατευμάτων Franchet d'Esperey.

« Σχέδιο 1: Στρατιωτικός χάρτης της Διασυμμαχικής Θράκης

Σε αυτό μνημονευόταν μεταξύ άλλων ότι
«ό Αρχιστράτηγος επεφορτίσθη υπό τών Συμμάχων δυνάμεων α') με τήν εκκένωσιν υπό τών Βουλγάρων της Δυτικής Θράκης, ώς καθωρίσθη ή περιφέρεια αυτής δια τοΰ άρθρου 48 τών όρων ειρήνης μετά τής Βουλγαρίας, β') μέ τήν διοίκησιν, εν ονόματι αυτών, τής χώρας ταύτης.» (άρθρ.1)
«Ό Στρατηγός Σαρπύ (Charpy) ασκεί κατ' εξουσιοδότηση του Αρχιστρατή¬γου τήν διοίκησιν τής Δυτικής Θράκης, φέρων τον τίτλον «Διοικητής τής Δυτικής Θράκης και αντιπρόσωπος του Αρχιστρατήγου των έν Ανατολή Συμμαχικών στρατευμάτων» (αρθρ. 2) ...
«Ή περιφέρεια τής Θράκης διαιρείται εις δύο κύκλους, Γκιουμουλτζίνης και Καραγάτς. Οι κύκλοι ούτοι υποδιαιρούνται εις districts, έχοντα τας έδρας εις τας ομωνύμους πόλεις Ξάνθης, Γκιουμουλτζίνης, Δεδεαγάτς (Κύκλος Γκιουμουλτζίνης), Σουφλίου, Διδυμοτείχου, Καραγάτς (Κύκλος Καραγάτς (αρθρ. 6)»…
«Ή διοίκησις εκάστου κύκλου ασκείται υπό Συνταγματάρχου ή αντισυνταγματάρχου, φέροντος τον τίτλον «Commendant de Cerelex.
Εις έκαστον district ή πολιτική διοίκησις ασκείται υπό πολιτικού Διοικητού, διοριζομένου υπό του Αρχιστρατήγου προτάσει του Στρατηγού διοικητού.
Οι Διοικηταί θα εκλέγωνται μεταξύ προσώπων καταγομένων έκ της χώρας, λαμβανομένων υπόψιν τής Εθνότητος και της θρησκείας των κατοίκων του district…(αρθρ.7)
Οί Βούλγαροι υπάλληλοι τών διαφόρων κλάδων διατηρούνται έν τή υπηρεσία υπό τον ελεγχον τών διασυμμαχικών αξιωματικών, μέχρις ου καταστή δυνατόν, δπως τά καθήκοντά των άνατεθώσιν είς πρόσωπα καταγόμενα εκ Θράκης…
Κατά την καταστατικήν ταύτην πραξιν αί εξουσίαι, νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική, ανήκουσιν είς τον στρατηγόν διοικητήν και ασκούνται δι' οργάνων στρατιωτικών ή πολιτικών»
Στην εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» της 11-10-1919 και υπό τον τίτλο «ΠΩΣ ΕΚΑΝΟΝΙΣΘΗ Η ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ» διαβάζουμε:
«Το διαμέρισμα Δεδεαγάτς και το διαμέρισμα Σουφλίου θα διοικήται υπό ταγματάρχου τελούντος υπό τας διαταγάς του αντισυνταγματάρχου Μουρέν. Ο κ. Σαρπύ θα επικουρήται εις την διεύθυνσιν των πολιτικών υποθέσεων υπό του αντισυνταγματάρχου Ντορέ και Βουλγάρου πολιτικού υπαλλήλου. Έκαστος των ανωτέρω αξιωματικών θα έχη υπό την εξουσίαν του τον νομάρχην και τους υπονομάρχας του διαμερίσματος του οποίου έχει την διεύθυνσιν, επικουρούμενος υπό αξιωματικού ειδικώς επιφορτισμένου δια τας πολιτικάς υποθέσεις.»
Ακολούθως στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» της 13-10-1919 δημοσιεύθηκε η εγκύκλιος του Σαρπύ για τη στρατιωτική διοίκηση της Δυτικής Θράκης. Διαβάζουμε μεταξύ άλλων για την περιοχή μας:
«…Διαμέρισμα Δεδέαγατς: αρχηγός τάγματος διοικητής σενεγαλικού τάγματος. Περιφέρεια Σουφλίου: Αρχηγός τάγματος διοικητής του τάγματος του 17ου συντάγματος…»

Το ανωτέρω διάταγμα του Franchet d'Esperey εξειδικεύθηκε με άλλα διατάγματα που ακολούθησαν. Μεταξύ αυτών τα υπ’αριθ. 7 και 8 από 21 Δεκεμβρίου 1919 διατάγματα με τα οποία διορίσθηκαν οι ανώτεροι διοικητικοί λειτουργοί, οι διευθυντές, οι στρατιωτικοί διοικητές των κύκλων και των Υποδιοικήσεων. Εδώ θα αρκεστούμε να αναφέρουμε μόνο ο,τι αφορά στην πόλη μας. Στρατιωτικός Διοικητής ορίσθηκε ο ταγματάρχης Faure, πολιτικός Διοικητής ο Σιώτης και βοηθός Πολιτικού Διοικητή ο Χατζη Ζαφέτ Βέης.

Άρχισε λοιπόν η αποχώρηση των βουλγάρων από τη δυτική Θράκη. Στις Ελληνικές εφημερίδες της εποχής η είδηση έλαβε πηχυαίους τίτλους:

«ΕΚΚΕΝΩΣΙΣ ΤΟΥ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 12 Οκτωβρίου. (Iδ. τηλ. «Πατρίδος»)
«Aι Βουλγαρικαί στρατιωτικαί αρχαί εγκατέλειψαν το Δεδεαγάτς. Ουδεμία μετακίνησις του πληθυσμού παρετηρήθη. Απαιτήσει των Συμμάχων, οι Βούλγαροι θά επιστρέψουν τά αρχεία τών αρχών Θράκης, άτινα αφηρεσαν φεύγοντες. Ν. ΒΕΡΡΟΣ» (ΠΑΤΡΙΣ 13-10-1919).

«Εικόνα 1: Αναχώρηση βουλγαρων αιχμαλώτων.»

Με την αποχώρηση των βουλγάρων άρχισε και η επιστροφή των Ελλήνων που είχαν εκδιωχθεί τα προηγούμενα χρόνια, ύστερα από διαταγή του Franchet d'Esperey ο οποίος επισκέφθηκε την Κομοτηνή, έδρα του νέου καθεστώτος:
«Ο Αρχιστράτηγος κατά την ολιγόλεπτον παραμονήν του εις το Στρατηγείον εζήτησε παρά του πολιτικού Συμβούλου κ. Χαλκιοπούλου διαφόρους πληροφορίας περί της καταστάσεως έν Θράκη εν τω παρελθόντι, τας οποίας ο κ. Χαλκιόπουλος έδωσε μέ μεγάλην ακρίβειαν.

«Εικόνα 2: Άφιξη αρχιστράτηγου Δεσπερέ και στρατηγού Σαρπύ στο στρατηγείο στην Κομοτηνή.»
Ό Αρχιστράτηγος πληροφορηθείς επίσης οτι το Δεδεαγάτς έχει κτισθή υπό Ελλήνων και ότι οι Έλληνες κάτοικοι αυτού έχουν φύγει διέταξεν όπως αμέσως αρχίση ή παλινόστησις και εκεί των Ελλήνων αρχίση δέ και ή ακτοπλοΐα μετά του Πειραιώς και Θεσσαλονίκης όπως ή πόλις αναλάβη την πρώτην της εμπορικήν όψιν και κίνησιν.
Επίσης κατ' απόφασιν του Αρχιστρατήγου δεν θα παλιννοστήσουν μόνον οί καταγόμενοι εκ του τριγώνου τούτου της Θράκης αλλ’ οί έξ ολοκλήρου του διεκδικουμένου τμήματος της Θράκης καταγόμενοι Έλληνες, οι οποιοι φεύγοντες τον Βουλγαρον έχουν καταφύγει εις την Ελλάδα, του κατεχομένου υπό των Συμμαχικών στρατευμάτων. Ούτω θα επανέλθουν όχι μόνον oι Ελληνες της Ξάνθης και της Γιουμουλτζίνας, του Σουφλίου, του Διδυμοτείχου, της Μάκρης του Δεδεαγάτς και αυτής της Άδριανουπόλεως. Είνε και τούτο μία απόδειξις αρκετά χαρακτηριστική ότι το δίκαιον θα θριαμβεύση και τά παιδιά που ο Τούρκος καί ο Βούλγαρος άρπαξε για να εξισλαμήση και εκβουλγαρίση θα αποδοθούν στην αγκαλιά της Μάννας.» (ΠΑΤΡΙΣ 13-10-1919)
Για την παλιννόστηση βέβαια των προσφύγων ιδιαίτερη μέριμνα έλαβε και η ελληνική κυβέρνηση. Έτσι διαβάζουμε σε εφημερίδες της εποχής: 

«ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΗΣΙΣ ΤΩΝ ΘΡΑΚΩΝ»:
«Συμφώνως προς τας αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου δια την εγκατάστασιν των εκ Θράκης ομογενών προσφύγων διετέθησαν δύο ατμόπλοια, ο «Πηνειός» και η «Αστραπή» τα οποία θα συγκεντρώσουν αυτούς εκ των διαφόρων μερών εις Δεδεαγάτς. Προς μεταφοράν αυτών εις το εσωτερικόν, διετέθησαν στρατιωτικά αυτοκίνητα. Αι ειδικαί υπηρεσίαι της Περιθάλψεως και του Γενικού Διοικητού Ανατ. Μακεδονίας διετέθησαν καταλλήλως δια την ταχυτέραν ενέργειαν.» (ΕΜΠΡΟΣ 21-10-1919)
«Η ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΗΣΙΣ EΙΣ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ - ΑΦΙΞΙΣ TOY ''ΠΗΝΕΙΟΥ'':
ΞΑΝΘΗ, 27 Οκτωβρίου. (Του απεσταλμένου μας) «Εις το Δεδεαγάτς κατέπλευσεν ο «Πηνειός», μεταφέρων τους πρώτους παλιννοστούντας. Σκηναί συγκινητικαί έλαβον χώραν καθ' ην ώραν οί παλιννοστούντες επάτησαν το πάτριον έδαφος. Ο κ, Θεοδωρίδης, ευρισκόμενος επί τόπου, κανονίζει την αποστολήν αυτών είς τας πατρίδας των.

«Εικόνα 3: Άφιξη προσφύγων στο λιμάνι του Δεδεαγάτς τον Οκτώβριο του 1919.»
Επίσης κατέπλευσεν αυτόθι το αντιτορπιλλικόν «Λέων» με κυβερνήτην τον κ. Δεμέστιχαν και θα παραμείνη διαρκώς. Οί Έλληνες κάτοικοι με δάκρυα στα μάτια εχαιρέτισαν την Ελληνικήν σημαίαν.
Οί Βούλγαροι απεπειράθησαν να πωλήσουν την εσοδείαν τής Μάκρης, αλλ' ήμποδίσθησαν υπο τών Γάλλων.
Εις την Γκουμουλτζίναν κατηρτίσθη πενταμελής επιτροπή εκ τριών Ελλήνων, ενός Τουρκου και ενός Βουλγάρου διά τήν απόδοσιν τών κατειλημμένων Ελληνικών κτημάτων.
Αναχωρώ δια Δεδεαγάτς, οπόθεν θα σας αποστείλω λεπτομερείας επί της παλιννοστήσεως τών προσφύγων και της εν γένει καταστάσεως. Α. ΚΟΝΙΤΟΓΙΟΥΛΟΣ» (Πατρίς 28-10-1919)
Έχει ενδιαφέρον να δούμε στο σημείο αυτό την κατάσταση στην οποία βρισκόταν η πόλη μας εκείνη την εποχή όπως καταγράφηκε με γλαφυρό τρόπο σε δύο άρθρα που έγραψε ο απεσταλμένος της αθηναϊκής εφημερίδας «Πατρις» Α. Κονιτόπουλος και παραθέτουμε με την ορθογραφία του πρωτοτύπου πλην του μονοτονικού. Το πρώτο δημοσιεύθηκε στις 30-10-1919 με τίτλο
«ΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ TOΥ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ - ΙΧΝΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗΣ ΔΡΑΣΕΩΣ:
«ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ, 27 Οκτωβρίου. (Του απεσταλμένου μας) - Ό κυβερνήτης του «Λέοντος» κ. Δεμέστιχας εξελθών εις την πόλιν συνειργάσθη δια μακρών μετά του κ. Χαλκιοπούλου και της επιτροπής της παλιννοστήσεως δια την απόβασιν των προσφύγων δια την οποίαν θά χρησιμοποιηθούν οκτώ καΐκια χρησιμοποιούμενα μέχρι τούδε δια εκφόρτωσιν τροφίμων και επίπλων. Ό «Λέων» την πρωίαν απέπλευσε δια Πόρτο-Λαγό.

«Εικόνα 4: Αντιτορπιλικό Λέων.»
Από της χθές κατηργήθη ή Βουλγαρική γλώσσα. Aι τοιχοκολληθείσαι κοινοποιήσεις εγράφησαν Γαλλιστί. Ήνοιξε γραφειον εγγραφής των παλιννοστούντων. Διά τοιχοκολλήσεων ηγγέλθη ότι τα Βουλγαρικά νομίσματα ισχύουν μέχρι τής Πέμπτης. Επίσης τα χαρτόσημα και τα γραμματόσημα.
Οι Βούλγαροι ιερείς από των εκκλησιών συνεβούλευσαν τους Βουλγάρους κατοίκους να παραδόσουν άνευ αντιστάσεως τας Έλληνικάς οικίας και τα κτήματα είς τους Ελληνας ιδιοκτήτας, την μεσημβρίαν δε ό συνταγματάρχης διοικητής τής πόλεως συγκαλέσας τους Βουλγάρους είς την αίθουσαν του εστιατορίου «Λονδίνον» διέταξε τήν παράδοσιν των Ελληνικών οικιών και καταστημάτων. Την εσπέραν εξελθών κήρυξ συνεβούλευσεν τό ίδιον προσθέσας όπως γραφή προ εκαστης οικίας τό όνομα του ιδιοκτήτου. 'Ετάχθη προθεσμία παραδόσεως τεσσάρων ημερών.

«Εικόνα 5: Το ξενοδοχείο Λονδίνο.»
Η επιτροπή ή καταγράφουσα τας οικίας εύρεν 150 κατεδαφισμένας, τας λοιπάς δε εις αθλίαν κατάστασιν. Το Έλληνικόν προξενείον έχει μεταβληθή είς σταύλον. Οι ωραίοι δρόμοι του Δεδεαγάτς είνε κατεστραμμένοι και ήρχισαν να επιδιορθώνονται από τους Γάλλους διαταγή του Ντεσπεραί χρησιμοποιουμένων προς τούτο ολοκλήρων λόχων Σενεγαλέζων.

«Εικόνα 6: Επισκευές δρόμων απο σενεγαλέζικους λόχους.»

«Εικόνα 7: Τοποθέτηση γραμμής στην κεντρική λεωφόρο απο σενεγαλέζους  στρατιώτες & βούλγαρους αιχμαλώτους.»
Ό Μητροπολιτικός μας ναός είνε άθικτος. Υπελείφθησαν δύο Βούλγαροι ιερείς oι οποίοι φεύγουν αύριον. Δεξιά τής Μητροπόλεως υπάρχει κτίριον εφ' ου σώζεται ή επιγραφή «Έλλην». Απέναντι εις άλλο κτίριον υπάρχη επίσης ή λέξις «Ελλην». Επί της προμετωπίδος της Μητροπόλεως σώζονται αι συλλαβαί «Μητρόπ».
Διειτάχθη αποχώρησις του Βουλγαρικού τελωνείου εις Μουσταφά πασά. Τα εισερχόμενα εμπορεύματα θα φορολογούνται υπό των Γάλλων χάριν της Θράκης.
Ό κ. Χαλκιόπουλος αφιχθείς συνειργάσθη διά μακρών μετά του συνταγματάρχου Τιερύ διά τό ζήτημα τής παλιννοστήσεως, έλυσε δε τό ζήτημα των ελαιών τής Μάκρης της οποίας την εσοδείαν οί Βούλγαροι επώλησαν είς τήν εφορίαν των αντί 10.000 ενώ ή αξία των υπερβαίνει τα δυόμισυ εκατομμύρια. Κατόπιν τούτου ή δημοπρασία ηκυρώθη. Σήμερον τόν κ. Τιερύ αντικατέστησε ο ταγματάρχης Φόρ.
Επίσης ο κ. Χαλκιόπουλος συνειργάσθη με τον κ. Θεοδωρίδην μετά του οποίου ανεχώρησεν είς Πόρτο-Λαγό. Ή κατάστασις του Αίνου είνε οικτρά. Διοικείται υπό Τούρκων οι οποίοι κατέστρεψαν όλας τας Ελληνικάς εκκλησίας. Επίσης τα πέριξ χωρία είναι κατεστραμμένα.»
Το δεύτερο δημοσιεύθηκε στις 20-11-1919 υπό τον τίτλο
«ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΡΑΚΗΝ. ΕΙΣ ΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΟΥ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ. Η ΠΑΡΑΛΙΑ ΠΕΔΙΟΝ ΜΑΧΗΣ. - Η ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΗΣΙΣ ΤΩΝ ΘΡΑΚΩΝ»:
«ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ, Νοέμβριος. (Ιδιαιτέρα υπηρεσία «Πατρίδος»). - Διασχίζω διά πολλοστήν φοράν την Θράκην μεταβαίνων είς Δεδεαγάτς όπως καταστήσω ενημέρους τους αναγνώστας της «Πατρίδος» του σπουδαιοτάτου ζητήματος της παλιννοστήσεως των προσφύγων, παρ' ολας τάς συγκοινωνιακάς δυσχερείας και τό άφθονο χιόνι που άρχισε νά πέφτη γιά νά φορέση ή Ροδόπη τη λευκή της στολή.
To τραίνο περνά τά Μπούκια, τό Γενή κιοϊ και φθάνει στό Όξιλάρ. Τά τρία αυτά σημεία τά οποία επί σειράν μηνών εφιλοξένησαν τον ελευθερωτήν Ελληνικόν στρατόν σήμερον είνε έρημα. Καμμία στρατιωτική κίνησις πειά γιατί τά σύνορα τά ελληνικά δεν είνε πλέον στο Νέστο είνε στό Ακσού και τήν Ροδόπη στά πρόθυρα της Γκιουμουλτζινας και του Δεδεαγάτς. Και εκεί που άσπριζαν ή σκηνές τών τσολιάδων και τών φαντάρων πρασινίζει τό χορτάρι που περιβάλλει της πέτρινες επιγραφές των Συνταγμάτων μας που αθάνατες θα μείνουν εκεί γιά νά θυμίζουν τήν διάβασι των Ελλήνων γιά την Ελληνική και τώρα ελεύθερη Θράκη.
Περνούμε το Όξιλάρ χωρίς πειά ελέγχους και διατυπώσεις και σε λίγο διακρίνωμε το παληό όρόσημο. «Πρέπει να τό εξαλείψετε, μου λέγει ό συνταξειδιώτης μου Αρμένιος τραπεζίτης Ρεδαζιάν, και να χαράξετε υπερήφανα τά νέα σας σύνορα μπροστά στήν Πόλι».
Και το τραίνο προχωρεί. Παντού βλεπει κανείς Ελληνικόν στρατόν, παντού γεωργούς νά οργώνουν ήρεμα τή γη πού χρόνια τώρα δεν ημπόρεσαν νά καλλιεργήσουν φοβούμενοι οτι οί Βούλγαροι θά εθέριζαν τους καρπούς των.
Στό σταθμό του Κιζιλτζάκιοι οί φαντάροι μας έχουν χαράξει μέ πετραδάκια τήν επιγραφή• «1ος λόχος Θράκης-3η Μεραρχία». Ή γέφυρα του Κουρού-Τσάϊ μεταξύ Γιασήκιοϊ και Ναρλίκιοϊ έχει καταστραφή και oi φαντάροι εργάζονται και κατασκευάζουν νέον δρόμον όπως ενώσουν τά δυο χωριά διά της αρχαίας «ενετικής λιθίνης γεφύρας.
Απέναντι του σταθμού τον Ναρλίκιοι ο ιατρός κ. Χρυσοχόου έχει εγκαταστήσει την παγίδα του• τέσσαρες μεγάλαι τετραγωνικαί σκηναί δέχονται τους διερχομένους πρόσφυγας όπως υποστούν την απαραίτητον απολύμανσιν και πέντε λέβητες αχνίζουν απολυμένοντες τας αποσκευάς, για να φύγουν οί πρόσφυγες καθαροί στά χωριά των πoυ τούς περιμένουν τόσα χρόνια.
Αργά το βράδυ φθάνομεν στό Δεδεαγατς, ενώ το χιόνι εξακολουθεί να πέφτη πυκνώτερον. Είς τον σταθμόν ολίγοι Βούλγαροι χωροφύλακες και μερικοί σενεγαλέζοι αντιπροσωπεύουν τας αρχάς. Το μπυφέ του σταθμού αποτελεί ένα καινούργιο πύργο Βαβέλ. Ακούει κανείς νά μιλώνται ολαι αι γλώσσαι χωρίς νά λείπη ούτε η Αρμενική, ούτε ή Εβραϊκή ή η γλώσσα των Μαροκινών. Επi τέλους ό Λιθουανός σερβιτόρος καταδέχεται νά μου φέρη «Μπύρ Τουρλου», ένα κράμμα από πράσινες πιπεργές μέσα στο oποίον εις μάτην αναζητώ ολίγον κρέας γκαμήλας και ένα σιφόν μέ σέλτς, διότι νερό και ψωμί δεν υπάρχει εις ότι ζητήσω «Νέμα» μου απαντά ό χονδρός Λιθουανός. Είνε ένα μενού τό οποιον θά εζήλευαν γιά μιά φορά και οί ωραίοι πελάται τού κύρ-Μιχάλη του «Αβέρωφ». Ό Αρμένιος αραμπατζής μέ μεταφέρει στήν πόλιν μέ 80 λέβια. Ή πόλις είνε έρημος και είς τους φαρδείς δρόμους της δεν ακούεται παρά το ρυθμικό βάδισμα της Γαλλικής περιπόλου πού αγρυπνεί φύλαξ αυτή της ασφαλείας, της τιμής και της περιουσίας των Ελλήνων. Εις τό ξενοδοχείον «Λόνδον» συναντώ τά μέλη της επιτροπής της παλινοστήσεως τών προσφύγων τά οποία συνεδριάζουν διά να κανονίσουν τάς λεπτομερείας της αναχωρήσεως των προσφύγων πού έφερεν ή «Λόγχη» από τήν Σαμοθράκην. Ολοι ευρίσκονται είς μίαν πυρετώδη κίνησιν γιά να στείλουν όσω το δυνατόν ταχύτερον τους πρόσφυγας σπίτια των.-

«Εικόνα 8: Διασυμμαχική περίπολος στην οδό Ιωακείμ. Αριστερά σήμερα είναι το κατάστημα της ΕΤΕ.»
Τό πρωινό χιονόνερο δέν μ' εμποδίζει νά περιέλθω την πόλιν. Οι δρόμοι της τέλειοι, μού θυμίζουν ολίγη Αθήνα από την οποίαν όμως λείπει ή κίνησις και τα μέγαρα. Παντού διακρίνω τήν βουλγαρικήν καταστροφή. Ό βάρβαρος σαν καταιγίς, σαν λαίλαψ επέρασε κι΄απ΄εδώ γιά νά αφίση ανεξάλειπτα τά ίχνη τής διαβάσεώς του. Παντού ερείπια, παντού σπίτια χωρίς παράθυρα και πόρτες, χωρίς προσόψεις, χωρίς στέγας. Μέγαρα ολόκληρα είχον μεταβάλει εις σταύλους και άλλα εις αποθήκας. Έάν εσώθησαν δέ μερικά έξ αυτών, τούτο συνέβη, διά τόν απλούστατον λόγον, ότι εχρησιμοποιούντο ώς δημόσια καταστήματα. Αντιλαμβάνομαι βουλγαρικήν οικογένειαν ετοιμαζομένην νά αναχωρήση και θραύουσαν τούς υαλοπίνακας των παραθύρων. Είνε άρκετόν, νομίζω αυτό τό ελάχιστον διά νά φαντασθήτε τήν μοχθηρίαν τής βουλγαρικής ψυχής. Από τον ωραίον όσov και απέραντον ατμόμυλον Πρωτόπαπα δέν σώζονται παρά ερείπια και τα τοιχώματα των σπιτιών χαίνοντα φωνάζουν τά βουλγαρικά κακουργήματα. Οπουδήποτε και αν κυτάξη κανείς, διακρίνη τον Ελληνικόν, τον καθαρώς Ελληνικόν χαρακτήρα του Δεδεαγατς του οποίου η εμπορική κίνησις είς το παρελθόν ήτο τόσον αξιόλογος.

«Εικόνα 9: Το ερειπωμένο Δεδεαγατς.»
Τά πλείστα των καταστημάτων είνε κλειστά. Τα εγκατελειψαν οί Βούλγαροι φεύγοντες και τώρα περιμένουν τους ιδιοκτήτας των γιά νά επαναλάβουν ζωή και κίνησιν. Διακρίνω τήν πρώτην ελληνικήν έπιγραφήν. Είνε του καφεζυθοπωλείου το «Διεθνές».
Με τόν Λιμενάρχην κ. Κουρμπέλην κατερχόμεθα εις την παραλίαν. Είνε μία φρικτή εικών το θέαμα που παρουσιάζει ό πρώην έμπορικώτατος λιμήν του Δεδεαγάτς. Εις το βάθος υπερήφανος κυματίζει ή Ελληνική σημαία τής «Λόγχης» γιά νά δείχνη τήν ελληνικότητα αύτού. Εντός του λιμένος δέν υπάρχουν παρά συντρίματα ναυγίων, θυμάτων των βομβαρδισμών, τα οποία Γαλλικά τμήματα προσπαθούν δια δυναμίτιδος να ανατινάξουν. Οι ωραίοι λιμενοβραχίονες και αί ωραιότερα αποβάθραι του λιμένος έχουν καταστραφεί τελείως, η δε παραλία ολόκληρος έχει μεταβληθή εις άμορφον σωρόν ερειπίων.

«Εικόνα 10: Ανάσυρση συντριμμάτων απο το λιμάνι απο στρατιώτες.»
Διακρίνομεν ακόμη τά βουλγαρικά χαρακώματα, μπουαγιώ, αμπρι και πυροβολεία, τα οποία είχον κατασκευάσει οι Βούλγαροι προς άμυναν του λιμένος και τά οποία ό Συμμαχικός στόλος κατέστρεψε τελείως κατά το 1915. Μόνον ο φάρος παραμένει άθικτος. Πειό πέρα βρίσκεται σωριασμένη μιά μάζα σκελετών, βαγονιών που κατέστρεψαν τά κανόνια τών στόλων. Τά πάντα εδώ μας παρουσιάζουν το πεδίον μίας μάχης. Και δείχνουν τήν θέσιν τών ηττημένων. Οί δύο 'Έλληνες χωροφύλακες τους οποίους έχω μαζί μου -και είνε οί πρώτοι που έρχονται εδώ- προκαλούν τόν ενθουσιασμόν τών Έλλήνων βαρκάρηδων οι οποίοι ζητωκραυγάζουν. Ό αυτός ένθουσιασμός παρατηρείται και μεταξύ των άλλων Ελλήνων που ευρίσκονται στήν πόλιν, ενώ οι Βούλγαροι φοβισμένοι κατεβάζουν τά μάτια από ντροπή.
«Εικόνα 11: Το Λιμανάκι με τράτες γύρω στο  1919.»
Ή ζωή είνε σχετικώς φθηνη, αλλ’ ελλείπουν τά τρόφιμα και πρωτίστως το ψωμί. Κατά τά άλλα ευρίσκεται κανείς έπί τών ερειπίων του Ελληνισμού επάνω είς τά οποία υπερήφανος υψούται ή 'Ελληνική Μητρόπολις μετά των τριών Ελληνικών διδακτηρίων, νηπιαγωγείου, αρρεναγωγείου και παρθεναγωγείου.
Τό Δεδεαγάτς σήμερον είνε νεκρόν. Το εφόνευσαν οί Βούλγαροι. Και καλείται ο Ελληνισμός, ή ψυχή του, νά το αναστήση, νά του δώση και πάλιν ζωήν και κίνησιν. Α. ΚΟΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ»
Εκτός όμως από την επιστροφή των προσφύγων κύρια μέριμνα των ελληνικών αρχών ήταν και η εκπαίδευση. Έτσι ιδρύθηκαν τα πρώτα σχολεία:
«Εις την περιφέρειαν του Δεδεαγάτς, εις το Σουφλί και το Διδυμότειχο ιδρύθησαν εξατάξια δημοτικά σχολεία, εις τα οποία ήρχισαν προσερχόμενοι και φοιτώντες και Βουλγαρόπαιδες» (ΠΑΤΡΙΣ 7-11-1919).
Εντωμεταξύ η επιστροφή των προσφύγων συνεχιζόταν, ενώ διορίσθηκαν και Έλληνες διοικητές των πόλεων της δυτικής Θράκης. Διαβάζουμε στις ανταποκρίσεις του Κονιτόπουλου στην «Πατρίδα» πάντα:
«Κατόπιν της διαταγής ταύτης, αι Βουλγαρικαί αρχαί καθηρέθησαν ενταύθα. Τους αφηρέθησαν και τα Βουλγαρικά στέμματα. Διωρίσθησαν διοικηταί Ξάνθης ό κ. Καλεύρας, Γκιουμουλτζίνης ο κ. Βουτιάδης, δικηγόρος, Δεδεαγάτς ο κ. Παπαδάτος, τέως διοικητής Σιδηροκάστρου, δικηγόρος, Σουφλίου ο κ. Σδρόλας Παναγ. Δικηγορος, Διδυμοτείχου ό κ. Ευκλείδης δικηγόρος και πολιτευόμενος επί Τουρκοκρατίας, Καραγάτς ο κ. Καρακατσάνης πρώην καϊμακάμης Ραιδεστού, και γραμματεύς της Γενικής Διοικήσεως της Θεσσαλονίκης. Από 1ης Δεκεμβρίου ή έδρα του στρατηγού Σαρπύ μεταφέρεται εις Δεδεαγάτς.» (Πατρίς 21-11-1919)
Ο «Πηνειός» καταπλεύσας ενταύθα, απεβίβασεν υπερεξακοσίους πρόσφυγας και αρκετά τρόφιμα εντός ώρας, ηναγκάσθη δε να διακόψη την εκφόρτωσίν του λόγω των αντιθέτων ανέμων οι οποίοι ήρχισαν να πνέουν.» (Πατρίς 25-11-1919)
Η μέριμνα για τους πρόσφυγες και την ομαλή επιστροφή τους έφερε στην πόλη μας και πολλούς Έλληνες αξιωματούχους, οι οποίοι πηγαινοέρχονταν για να διεθύνουν την όλη οργάνωση. Συντονιστής όλων ο γνωστός στην πόλη μας, αφού διετέλεσε προξενος σε αυτήν, Χαλκιόπουλος: 
«Ο πολιτικός Σύμβουλος κ. Χαλκιόπουλος, αφιχθείς ενταύθα μετά του επί της παλιννοστήσεως και περιθάλψεως κυβερνητικού αντιπροσώπου κ. Θεοδωρίδου, εκανόνισε διάφορα ζητήματα σχετικά με την παλλινόστησιν. Την επομένην επιβάντες του «Λέοντος» κατηυθύνθησαν εις Πόρτο - Λαγό» (Πατρίς 25-11-1919)
«Η ΠΕΡΙΘΑΛΨΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΡΑΚΗΝ- ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ ΕΙΣ ΤΟ ΣΟΥΦΛΙ
ΔΡΑΜΑ, 29 Νοεμβρίου. (Ίδ. τηλ.). - Προερχόμενος εκ Δεδεαγατς αφίκετο εις Σουφλι ο κυβερνητικός αντιπρόσωπος της Περιθάλψεως κ. Θεοδωρίδης μετά του τοποτηρητου της μητροπόλεως Δεδεαγατς κ. Νεοφύτου. Ό κ. Θεοδωρίδης προέβη είς καταρτησμον επιτροπής όπως εξετάση τά κατεστραμμένα οικήματα. Διέταξε και παρέστη εις την διανομήν των αλεύρων δια μίαν τριμηνίαν είς τους κατοίκους Σουφλίου και τών χωρίων, απεφάσισε δέ οπως καταβληθούν εφ' άπαξ επιδόματα μέχρι χιλίων δραχμών είς τους αγροτικούς πληθυσμούς, μέχρι δύο δε χιλιάδων εις τους αστικούς προς επισκευήν των κατεστραμμένων οικιών των. Επεσκέφθη επίσης το σχολείον, όπου φοιτούν υπερεξακόσιοι μαθηταί και αντελήφθη την ανάγκην της ενισχύσεως του διδασκαλικού προσωπικού. Επίσης απεφάσισεν όπως διανεμηθή σπόρος εις τους γεωργούς. Κατά την διελευσίν του έκ Γκιουμουλτζίνης επέτυχεν όπως ή μεγάλη Τσανάκλειος σχολή χρησιμοποιηθή ώς ορφανοτροφείον, κατόπιν δε τούτου απεφάσισεν όπως ιδρυθούν εις Δεδεαγατς και Ξάνθην οικοτροφεία. Τά εγκαίνια του ορφανοτροφείου γίνονται την προσεχή Κυριακήν, θά παραστούν δε οί κ. κ. Σαρπύ και Βαμβακάς και αι αρχαί. Ό κ. Θεοδωρίδης έφερεν είς Σουφλί φάρμακα προς διανομήν εις τους ασθενείς, εκράτησε δε τοιαύτα και δια το Δεδεαγάτς. Εις Δεδεαγάτς κατέπλευσεν το οπλιταγωγόν «Κανάρης» και ή «Εσπερία», μεταφέροντα πρόσφυγας, δια την τακτοποίησιν τών οποίων εφρόντισαν αυτοπροσώπως ό κ. Θεοδωρίδης μετά του Αγίου Αίνου. Εις Δεδεαγάτς εγκαθίσταται αποστολή Ερυθρού Σταυρού εις τάς λοιπάς δέ πόλεις ιατρεία.» (Πατρίς 30-11-1919)
Το 1920 μπήκε με τις ελπίδες όλων των Ελλήνων στραμμένες στο συνέδριο της ειρήνης στο Παρίσι όπου εξακολουθούσαν μεν οι επίπονες διαπραγματεύσεις αλλά ήταν πλέον θέμα χρόνου η ποθητή ενσωμάτωση της δυτικής Θράκης στη μητέρα Ελλάδα. (βλ. προηγούμενο άρθρο «Πως φθάσαμε στη 14η Μαΐου 1920. Η ενσωμάτωση του Dedeagatch. Διπλωματικό παρασκήνιο και παραλειπόμενα.» Παράλληλα στην πόλη μας συνεχιζόταν με τη μέριμνα του Ελληνικού κράτους, που ήθελε να ενισχύσει το Ελληνικό στοιχείο των θρακικών πόλεων, και τη συνδρομή του διασυμμαχικού καθεστώτος η παλιννόστηση των προσφύγων. Διαβάζουμε στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ»:

«Η ΠΑΛΙΝΟΣΤΗΣΙΣ ΠΩΣ ΔΙΕΞΑΓΕΤΑΙ-ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΝ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ
Ασφαλείς πληροφορίαι αναφέρουν ότι η παλινόστησις των προσφύγων της Θράκης εις Δεδε-Αγάτς συντελείται κανονικώτατα και μετά πλήρους τάξεως. Ο Έλλην Δήμαρχος του Δεδέ-Αγάτς βοηθούμενος υπό των αρμοδίων Αρχών καταβάλλει πάσαν προσπάθειαν προς εγκατάστασιν των προσφύγων. Σημειωτέον, ότι, ενώ το Δεδέ-Αγάτς ηρίθμει κατά το 1913 πλέον των 5.000 Ελλήνων, σήμερον δεν αριθμεί ούτε 3.000 κατοίκων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται και οι Τούρκοι και ελάχιστοι Βούλγαροι. Προς τούτοις πρέπει να τονισθή ότι αι Γαλλικαί αρχαί υποβοηθούσι μεγάλως το έργον των Ελληνικών Αρχών, όσον αφορά την εγκατάστασιν των παλινοστούντων προσφύγων.» (MAKEΔONIA 6-1-1920)
« Η ΠΑΛΙΝΟΣΤΗΣΙΣ-ΕΠΙΣΗΜΟΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ
Φέρομεν εις γνώσιν των εκ των περιφερειών Δεδέαγατς, Σουφλίου, Διδυμοτείχου και Καραγάτς καταγομένων προσφύγων Θρακών, οίτινες είναι εγκατεστημένοι εν Θεσσαλονίκη ότι σήμερον εσπέρας αναχωρεί εντεύθεν διά Δεδε Αγάτς το επίτακτον ατμόπλοιον ´Μακεδονία´. Συνιστώμεν όθεν αυτοίς, όπως επωφεληθούν της παρουσιαζομένης ευκαιρίας και αναχωρήσωσι δια τας πατρίδας των, εφοδιαζόμενοι δι’αδείας παλινοστήσεως παρα της υπηρεσίας ημών, καθ’όσον αφ’ενός μεν διεκόπη επί του παρόντος η σιδηροδρομική συγκοινωνία με την Δυτικήν Θράκην, αφ’ ετέρου δε τα διατεθέντα ημίν επίτακτα ατμόπλοια θέλουσι χρησιμοποιηθή του λοιπού εις άλλας υπηρεσίας. Ο Διευθυντής Κ. Καμπάς». (MAKEΔONIA 9-1-1920)
Βέβαια ενόσω διαρκούσαν οι διαπραγματεύσεις για τη τελική τύχη της Δυτικής Θράκης ανθούσε και η προπαγάνδα. Έτσι γράφτηκε στην εφημερίδα Μακεδονία της 10-1-1920 η εξής είδηση:
«Εκ Σόφιας (ιδ. Υπ) - Απεστάλησαν εκ Βάρνης 25 βαγόνια σίτου εις Δεδεαγάτς υπό της βουλγαρικής Κυβερνήσεως, χάριν των αναγκών του βουλγαρικού πληθυσμού της Θράκης»
Τα βαγόνια αυτά δεν ξέρουμε αν φτάσαν ποτέ στην πόλη μας ή ακόμα καλύτερα αν εστάλησαν πραγματικά. Το σίγουρο όμως είναι ότι εξακολουθούσαν να έρχονται πρόσφυγες. Καθώς κορυφώνονταν οι διαπραγματεύσεις για την τύχη της Δυτικής Θράκης, η Ελληνική Κυβέρνηση προσπαθούσε να πείσει και όσους δεν είχαν επιστρέψει να το κάνουν:

«ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Ειδοποιούνται οι εκ Δ. Θράκης καταγόμενοι πρόσφυγες ότι το τεθέν εις την διάθεσιν μας ατμόπλοιον ΕΛΕΥΣΙΣ κατέπλευσε σήμερον εις τον λιμένα μας έτοιμον όπως παραλάβη πρόσφυγας και μεταφέρη αυτούς εις Δεδέαγατς. Συνεπώς δέον να σπεύσωσιν ούτοι όπως ετοιμάσωσι τας αποσκευάς των και επιβιβασθώσιν εγκαίρως αύριον πρωίαν επί του ανωτέρω ατμοπλοίου.
Η εν Δεδέαγατς Επιτροπή Περιθάλψεως θέλει μεριμνήση όπως αποστείλη αυτούς σιδηροδρομικώς εις τας πέραν του Δεδέαγατς εστίας των.
Συνιστώμεν αυτοίς όπως επωφεληθώσι της παρουσιαζομένης ευκαιρίας και παλινοστήσωσι καθόσον είνε λίαν αμφίβολον αν θα έχωμεν εφεξής εις την διάθεσιν μας μέσα μεταφοράς δια την Δ. Θράκην. Ο Διευθυντής Κ. Καμπάς». (MAKEΔONIA 28-2-1920)
Εκτός από την επιστροφή των προσφύγων σημαντική ήταν και η προσπάθεια πριν ακόμα κατοχυρωθεί η Δυτική Θράκη στην Ελλάδα να οργανωθεί και η εκπαίδευση των επαναπατριζόμενων Ελλήνων και ως επιπλέον κίνητρο για την επιστροφή τους:

«ΓΥΜΝΑΣΙΟΝ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ
Καθίσταται γνωστόν εις τους ενδιαφερομένους γονείς και κηδεμόνας, ότι εν Δδεδέ-Αγάτς ιδρύθη γυμνάσιον τριτάξιον μετά δωρεάν οικοτροφείου, βιβλίων και γραφικών ειδών δια τους εκ Δυτικής Θράκης καταγομένους μαθητάς. Τα μαθήματα ήρχισαν ήδη, αι δ’εγγραφαί διενεργούνται καθ’εκάστην. Η Διεύθυνσις του Γυμνασίου Δεδεαγάτς» (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 4-4-1920)

«Εικόνα 12: Το Γυμνάσιο.»


Τελικά η δυτική Θράκη κατοχυρώθηκε στην Ελλάδα. Για το λόγο αυτό έπρεπε να ρυθμιστεί η διοικητική οργάνωση της νέας αυτής περιφέρειας. Πριν ακόμα συντελεσθεί η ενσωμάτωση οι εφημερίδες της εποχής, εμφορούμενες από το γενικό κλίμα ενθουσιασμού, δημοσιεύουν σχέδια οργάνωσης των νέων χωρών:

«Η ΓΕΝ. ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Κατά τινας πληροφορίας, η γενική διοίκησις Ανατολικής Μακεδονίας θα επεκταθή μέχρι Δεδεαγάτς. Το μεταξύ Τσατάλτζης και Δεδεαγάτς περιλαμβανόμενον έδαφος θα αποτελέση νέαν Γενικήν Διοίκησιν, η οποία θα έχη έδραν την Αδριανούπολιν» (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 17-4-1920)
Βέβαια μέχρι και την παραμονή της αποβιβάσεως των Ελληνικών στρατευμάτων στην πόλη μας δεν έλειψαν και τα προβλήματα ιδίως με κάποιους θερμοκέφαλους αξιωματούχους της Διασυμμαχικής κατοχής, πιθανόν και αργυρώνητους από τους Βουλγάρους:

«ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΝ ΕΙΣ ΤΟ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ
ΘΕΣ/ΝΙΚΗ, 2 Μαΐου. (Ιδ. Τηλ. του Εμπρος). - Την παρελθούσαν εβδομάδα απεστάλησαν εις Δεδεαγάτς υπάλληλοι της Εθνικής Τραπέζης όπως εγκαταστήσουν υποκατάστημα αυτής. Ο Γάλλος όμως Διοικητής τους ημπόδισεν ειπών ότι ακόμη το Δεδεαγάτς ευρίσκεται υπό Βουλγαρικήν κατοχήν.» (ΕΜΠΡΟΣ 3-5-1920)
Στο άρθρο αυτό δεν αναλύσαμε διεξοδικά όλες τις πτυχές του Διασυμμαχικού καθεστώτος παρά αρκεστήκαμε σε δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής για το κράτος αυτό. Μπορούμε όμως να πούμε συνοψίζοντας όλα τα ανωτέρω, ότι το Διασυμμαχικό Καθεστώς προετοίμασε το έδαφος για την ομαλή ενσωμάτωση της Δυτικής Θράκης στον εθνικό κορμό. Δεν ξέρουμε ποιες θα ήταν οι δυσχέρειες που θα αντιμετώπιζε η Ελλάδα αν δεν είχε μεσολαβήσει η Διασυμμαχική κατοχή και ποια θα ήταν τελικά η τύχη της μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η πόλη μας στο μικρό εκείνο διάστημα από τον Οκτώβριο του 1919 μέχρι και το Μάιο του 1920 έθεσε τις βάσεις της μετέπειτα ελεύθερης ανάπτυξης της.

Πέτρος Γ. Αλεπάκος
Δικηγόρος –ιστορικός ερευνητής
ΠΗΓΕΣ
1. Αρχείο εφημερίδων «ΕΜΠΡΟΣ», «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» και «ΠΑΤΡΙΣ»
2. Κώστα Γεραγα, Αναμνήσεις εκ Θράκης 1920-1922, Τυπογραφείον Εστια
3. Φωτοαρχείο Γ. Π. Αλεπάκου