Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2012

Η Σαμοθράκη στα τελευταία χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας πριν την απελευθέρωση της (1831-1912)

(Εισήγηση στην Επιστημονική Ημερίδα με θέμα
«Το Ιστορικό πλαίσιο από την Επανάσταση έως την απελευθέρωση του νησιού»,
που διεξήχθη στη Σαμοθράκη στις 25-8-2012 στα πλαίσια των Ελευθερίων της)



Η Σαμοθράκη μετά την σφαγή, στις 1 Σεπτεμβρίου του 1821, στην τοποθεσία «ΕΦΚΑΣ» δεν μένει στην αφάνεια, ανασυντάσσεται μέσα από τις φλόγες και δημιουργεί τη δική της ιστορία που καταγράφεται τόσο σε ελληνικές όσο και σε ξένες πηγές.
Εδώ πρέπει να πούμε ότι τον 19ο και τον 20ο αιώνα με την δημιουργία του ατμού πολλοί ξένοι περιηγητές διατρέχουν το αιγαίο, τη λεγόμενη άσπρη θάλασσα έχοντας και ιδιοτελείς σκοπούς: να κατασκοπεύσουν υπέρ των μεγάλων δυνάμεων της εποχής που προσδοκούν να καρπωθούν όσο το δυνατό μεγαλύτερο μερίδιο από τη θνήσκουσα Οθωμανική αυτοκρατορία.
Έτσι ένας Άγγλος περιηγητής, ο Adolphus Slade, υποπλοίαρχος του Βρετανικού Ναυτικού, το 1831 πέρασε από την περιοχή, όπως αναφέρει στο Βιβλίο του «RECORDS OF TRAVELS IN TURKEY, GREECE AND A CRUISE IN THE BLACK SEA WITH THE CAPITAN PASHA IN THE YEARS 1829, 1830 AND 1831» και επισκέφτηκε τη Σαμοθράκη. Ας δούμε τι γράφει μεταξύ άλλων γι’αυτήν:
«Στα τείχη (της Χώρας) υπήρχαν πολλές επιγραφές. Αγάς, ήταν ένας σκληρός Αλβανός. Απαίτησε το φιρμάνι μου, και με κατεύθυνε στον έλληνα τσορμπατζή να με περιποιηθεί. Το σπίτι του τσορμπατζή έβλεπε στο Άγιο Όρος, που είναι ένας καταπληκτικός όγκος να τον βλέπει κανείς από μακρυά... Οι έλληνες πειρατές λυμαίνονταν τη Σαμοθράκη: Κατά τη διάρκεια των τελευταίων οκτώ ετών έχουν προκαλέσει ερήμωση από τις συχνές επιθέσεις τους και την απαγωγή ζώων και άλλων πραγμάτων που μπορούν να μεταφερθούν. Από ένα πληθυσμό 600 οικογενειών μόνο οι 6 είναι μουσουλμάνοι.»
Η πειρατεία θύμα της οποίας ήταν και η Σαμοθράκη είχε βάσεις στις Κυκλάδες, στις Βόρειες Σποράδες, στη Μάνη και στη Γραμβούσα και καταπολεμήθηκε από τον Ιωάννη Καποδίστρια αλλά και από τις πρώτες κυβερνήσεις του Όθωνα, ώσπου εξαλείφθηκε.
Το 1834 και ένα άλλος Άγγλος, ο ταγματάρχης SIR GRENVILLE TEMPLE ξεκινώντας από την Κωνσταντινούπολη βρέθηκε στη Σαμοθράκη και έγραψε μεταξύ άλλων τις εντυπώσεις του στο βιβλίο «TEMPLE TRAVELS ΙΝ GREECE AND TURKEY BEING THE SECOND PART OF EXCURSIONS IN THE MEDITERRANEAN IN TWO VOLUMES. VOL. I. LONDON SAUNDERS AND OTLEY, CONDUIT STREET, 1836.» Αξίζει τον κόπο να διαβάσουμε ένα απόσπασμα που αναφέρεται στη Σαμοθράκη, η οποία έχει πλέον απαλλαγεί και από τον κίνδυνο των πειρατών:

«Στις 3 Απριλίου, πλεύσαμε με ένα γρήγορο αεράκι! Το λιμάνι και το κανάλι καλύφθηκαν με πολλά πολεμικά και εμπορικά πλοία σε όλες τις κατευθύνσεις.Στην παραλία συναντηθήκαμε με ένα ή δύο βοσκoύς, οι οποίοι ενήργησαν ως οδηγοί μας για το χωριό. Παρουσιάσαμε την επιστολή μας από τον πασά των Δαρδανελίων στον Ιμπραήμ Αγά, κυβερνήτη της Samendrek και μοναδικό Τούρκο κάτοικο στο νησί. Αφού καπνίσαμε διάφορες πίπες μαζί με αυτόν αποσυρθήκαμε σε μια καλύβα που είχε προοριστεί για δική μας χρήση. Αυτή τη βρήκαμε καθαρή και άνετη, και τους ιδιοκτήτες ευγενείς και περιποιητικούς, αν και ήταν Έλληνες. Τραφήκαμε αποκλειστικά με αυγά, παστωμένα ψάρια, ελιές και τυρί, με την προσθήκη, ωστόσο, καλού κρασιού και όχι πολύ κακής ρακής. Μετά από μια παρατεταμένη συζήτηση με την οικογένεια και πολλούς άλλους από τους κατοίκους αναφορικά με την παραγωγή τους, την ιστορία και τις αρχαιότητες του νησιού, απλώσαμε κάποια χαλιά και πατάκια γύρω από τη φωτιά και σχηματίζοντας έναν κύκλο με τον ιδιοκτήτη και δύο ή τρεις άλλους χωρικούς, σύντομα αποκοιμηθήκαμε. Η κυρία του σπιτιού και τα τέσσερα παιδιά πλάγιασαν σε μια εσοχή που σχηματίζεται στην πλευρά του ενός από τους τοίχους.

Μερικά τμήματα από μαρμάρινες κολώνες βρίσκονται διάσπαρτα και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ένας ή περισσότεροι ναοί πρέπει σε κάποιο χρονικό διάστημα να υπήρχαν εδώ ή στην άμεση γειτονία, κάθε σπίτι στο χωριό, (που μπορεί να περιέχει περίπου διακόσια) έχει στην οροφή του μέρος μιας λευκής μαρμάρινης στήλης, που οι κάτοικοι χρησιμοποιούν για να πατάνε τις στέγες τους, οι οποίες είναι επίπεδες και αποτελούνται από πέτρα σπασμένη σε πολύ μικρά κομμάτια κολλημένα μαζί με πηλό.

Βρέθηκαν επίσης πολλά λεπτά μάρμαρα τα οποία τα κτίρια είχαν στις προσόψεις τους. Ο οδηγός μας είπε, ότι σε μικρό χρονικό διάστημα πριν, είχε δει στην Παληάπολη ένα θραύσμα μιας ελληνικής επιγραφής, που περιέχει το όνομα Αλέξανδρος. Δεν μπορέσαμε, ωστόσο, να το βρούμε, αλλά είδαμε στο χωριό άλλο, που χρησιμοποιούνταν στην εστία του καφέ.Το 1821 ο πληθυσμός της Samendrek ανερχόταν σε τρεις χιλιάδες διακόσιους, αλλά, κατά τη διάρκεια εκείνου του έτους, παρακινημένοι από κάποιους ταραξίες κακοποιούς από τα Ipsera (Ψαρά) εξεγέρθηκαν κατά της κυβέρνησης, και ο Muhammed Bey Selihtar που απεστάλλη για να κατευνάσει την εξέγερση, σκότωσε τους περισσότερους και τους υπόλοιπους τους μετέφερε ως κρατούμενους. Τα σπίτια επίσης κάηκαν, και τα κοπάδια μεταφέρθηκαν μακριά.

Λίγο καιρό μετά, το νησί πάλι κατοικήθηκε και η ευημερία για κάποιο χρόνο επικράτησε. Μέχρι που ομάδες από χριστιανούς Αρβανίτες, με την αμοιβή της ελληνικής κυβέρνησης, εισέβαλαν στο νησί, σκορπώντας τον θάνατο και την ερήμωση γύρω. Και μόνο κατά τα τελευταία δύο ή τρία χρόνια το νησί έχει απελευθερωθεί από τις καταστροφές τους. Ο πληθυσμός ανέρχεται, επί του παρόντος, σε χίλια άτομα, οι οποίοι εμφανίζονται ικανοποιημένοι, αν και φτωχοί, γιατί είμαι βέβαιος ότι αγαθά που κοστίζουν δέκα λίρες δεν θα βρούν εδώ αγορά. Έχουν κοπάδια και καλλιεργούν περισσότερο κριθάρι από ό, τι είναι αρκετό για εγχώρια κατανάλωση. Το πλεόνασμα, μαζί με μια σημαντική ποσότητα τυριού το εξάγουν στο Kara-gach στη Θράκη, και παίρνουν παστωμένα ψάρια και υφάσματα. Τα έσοδα ανήκουν στον Capudan Pasha (ο αρχιναύαρχος του Οθωμανικού στόλου), ο οποίος τους αφήνει επτά ή οκτώ χιλιάδες γρόσια, (από 70 - 80 κιλά.) Ο Sheikh El Islam (Σεϊχουλισλάμης - ανώτατο θρησκευτικό αξίωμα των Οθωμανών) τους μισθώνει προς το παρόν. Τα προϊόντα της γης τα πληρώνει το ένα όγδοο, και κάθε πρόβατο τριάντα παράδες, (τα τρία τέταρτα της πιάστρας.) Οι κάτοικοι είναι αρκετά ικανοποιημένοι με την τουρκική κυβέρνηση, και απέχουν πολύ από το να αγωνιούν να αποτελούν τμήμα του βασιλείου της Ελλάδας, γνωρίζοντας ότι εάν το έκαναν θα έπρεπε να πληρώσουν πέντε φορές περισσότερο απ’ότι σήμερα. Τα ψάρια αφθονούν στα ανοικτά των ακτών, αλλά δεν υπάρχουν ψαράδες…...»
Την ικανοποίηση των Σαμοθρακιτών με την κυβέρνηση που μας λέει ο TEMPLE πρέπει να την αποδώσουμε στη σχετική αυτονομία που είχε η Σαμοθράκη. Σύμφωνα με τον Ι. Δραγούμη:
«οι δημογέροντες μαζί με το δεσπότη δικάζουν οικογενειακές και κληρονομικές διαφορές συμβιβάζουν και άλλες ιδιωτικές διαφορές και αποφασίζουν για τα κοινά συμφέροντα. Επιτρόπους, εφόρους και δημογέροντες, τους εκλέγει ο λαός κάθε δυο τρία χρόνια σε γενική συνάθροιση, γιατί αυτός ξέρει καλλίτερα τους καλούς και τους άξιους για να κυτάζουν τα συμφέροντα του τόπου και ο δεσπότης επικυρώνει μονάχα την εκλογή. Δημογέροντες είναι είτε οι ίδιοι οι έφοροι και επίτροποι μαζί είτε και άλλοι. Αυτοί αντιπροσωπεύουν την κοινότητα σε κάθε περίσταση, συμφωνούν το δάσκαλο και τη δασκάλα και ο δεσπότης μονάχα επικυρώνει το διορισμό, συνάζουν τα κοινοτικά χρήματα, πληρώνουν μισθούς σε καντηλανάφτες, ψάλτες και δασκάλους, βάζουν δραγάτες και δασοφύλακες, σαν είναι ανάγκη, φροντίζουν τους δρόμους τους κοινοτικούς, τα υδραγωγεία, τα νεκροταφεία, τις βρύσες, κυτάζουν τα κοινοτικά χτήματα, οικόπεδα και σπίτια, που τα εισοδήματα τους χρησιμεύουν πάλι για τις κοινοτικές ανάγκες.»
Βέβαια παρά την όποια αυτονομία οι Σαμοθρακίτες δεν έπαυαν να αντιμετωπίζουν την σκληρότητα του επικυρίαρχου. Ο Ίων Δραγούμης μας λέει ότι
«στα 1855 βρέθηκε κάποιος πολύ σκληρός μουντίρης και χριστιανομάχος, καθώς τον έλεγαν οι νησιώτες, ο Χουσεΐν - εφέντης. Δε θα κατάφερναν, φαίνεται, να τον ξεφορτωθούν αλλοιώς οι Σαμοθρακίτες, και αποφάσισαν και τον ξεμπέρδεψαν».
Δεν μας λέει βέβαια πως τον «ξεμπέρδεψαν» και πως το πήραν οι Τούρκοι.
Εκτός όμως από τους καταχτητές οι Σαμοθρακίτες είχαν να αντιμετωπίσουν και τα φυσικά φαινόμενα. Το νησί τους όπως είναι γνωστό ζει με τους σεισμούς, καθόσον είναι πάνω στο ρήγμα το λεγόμενο της Ανατολίας. Στις 6-8-1860 μας πληροφορεί ο Α. Χρηστομάνος ότι έγινε σεισμός τόσο ισχυρός, που έκανε τη Ζγοράφα (Λαδόξερα) να κινείται πέρα δώθε.
Επίσης ο Μ. Μελιρρύτος μας λέει ότι:
«Εν τη νήσω Σαμοθράκη εγένετο τω 1868 τρομερά πυρκαϊά, και κατεκάησαν 15,000 ελαιοδένδρων των πτωχών κατοίκων, εξ απροσεξίας καιόντων κάμινον ανθράκων.»
Τέλος με έκπληξη είδαν οι Σαμοθρακίτες το ξεχασμένο από τον κόσμο νησί τους να γίνεται επίκεντρο των ξένων αρχαιολογικών αποστολών που με το πρόσχημα να μελετήσουν και να ανακαλύψουν τους αρχαιολογικούς χώρους κατακλέψανε τις αρχαιότητες:
Το 1854 ο Blau και ο Schlottman επισκέφτηκαν το νησί και σχεδίασαν το πρώτο χάρτη με τα ερείπια.
Τον Απρίλιο του 1863, ο Γάλλος υποπρόξενος στην Αδριανούπολη και ερασιτέχνης αρχαιολόγος Charles Champoiseau, ανακάλυψε την περίφημη Νίκη. Ενώ έσκαβαν σε μια χαράδρα στις 15 Απριλίου του 1863, στα βόρεια του νησιού, ένας Έλληνας εργάτης φώναξε στον Champoiseau «Κύριε, εύραμεν μια γυναίκα!» - ήταν η μισή Νίκη της Σαμοθράκης. Ο Champoiseau ήρθε αμέσως σε επικοινωνία με τον πρέσβη της πατρίδας του στην Κωνσταντινούπολη και εκείνος φρόντισε η Τουρκία να δώσει έγκριση για να αποπλεύσει γαλλικό πολεμικό πλοίο και να φορτώσει τη Νίκη της Σαμοθράκης για τη Γαλλία. Το άγαλμα έφτασε στο Λούβρο στις 11 Μαϊου του 1864 και δύο χρόνια μετά εκτέθηκε για πρώτη φορά μετά τις απαραίτητες εργασίες - χωρίς όμως ακόμα να μπορούν να εκθέσουν το επάνω μέρος τους κορμού και τα φτερά. Η πλώρη ανακατασκευάστηκε από τα υπολείμματα μαρμάρου στην περιοχή από τον Champoiseau το 1879 και συναρμολογήθηκε επιτόπου προτού μεταφερθεί στο Παρίσι.
Μετά τον Champoiseau ακολούθησαν δυο ακόμα γαλλικές αποστολές το 1866 και το 1891 με παράλληλη μεταφορά στο Παρίσι αρχιτεκτονικών μελών, επιγραφών και των τεμαχίων του πλοίου πάνω στο οποίο έστεκε η Νίκη.
Συστηματικές όμως ανασκαφές έκανε και ο Γερμανός αρχαιολόγος Alexander Christian Leopold Conze το 1873 και 1875. Τότε αποκαλύφθηκε το Πρόπυλο του Πτολεμαίου Β΄, η Στοά και τμήματα από το ιερό, το Τέμενος και η Θόλος της Αρσινόης. Πολλά αρχιτεκτονικά μέλη και γλυπτά μεταφέρθηκαν στο Μουσείο της Ιστορίας της Τέχνης στη Βιέννη. Άλλα αντικείμενα χάθηκαν στο δρόμο για την Κωνσταντινούπολη και όσα έφτασαν εκεί, ανάμεσα στα οποία και κομμάτια από τη ζωφόρο του Προπύλου του Πτολεμαίου Β΄, φυλάσσονται στο Μουσείο της.
Τα χρόνια εκείνα ο Ηπειρώτης Ιατρός Μ. Μελίρρυτος ο οποίος εκείνη την εποχή διαβιούσε στην Μαρώνεια εξέδωσε το βιβλίο του «ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΥΠ’ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΝ ΈΠΟΨΙΝ ΤΗΣ ΘΕΟΣΩΣΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΜΑΡΩΝΕΙΑΣ 1871» από το οποίο δεν μπορούσε να λείπει φυσικά η Σαμοθράκη που ανήκε εκκλησιαστικώς στη Μητρόπολη Μαρωνείας:
«Η νήσος Σαμοθράκη (τουρκ. Σεμενδρέκ), Σαμοθρηϊκη και Σάμος θρηϊκη, νήσος του Αιγαίου πελάγους, αντίκρυ των παραλίων της Θράκης, και απέναντι των εκβολών του Έβρου ποταμού. Αρχαιόθεν Δαρδανία και Λευκωσία, 5 1/2 μίλια απέχουσα της Αίνου, και 1 3/4 περίπου τετραγωνικά μίλια έκτασιν έχουσα. Οι κάτοικοι εισι χριστιανοί όλοι του ανατολικού δόγματος• κατοικούσι σήμερον μόνον εις εν χ ω ρ ί ο ν όλοι, συγκροτούμενον εκ 500 οικιών, μίας εκκλησίας και ενός σχολείου αλληλοδιδακτικού. Το χωρίον απέχει του παραλίου μίαν ώραν. Η νήσος αύτη εκκλησιαστικώς σήμερον ανήκει εις την επαρχίαν Μαρωνείας (Προ οκτώ ετών η νήσος αύτη ήτον υπό την δικαιοδοσίαν του Καδδή της Μάκρης -ότε η Μάκρη ήτο Μουδουρλίκι και είχε και Καδδήν- ήδη δε επέρασεν είς την δικαιοδοσίαν του Καδδή Τενέδου και Δαρδανελλίων), ή ονομασία Σαμοθράκη λέγεται ούτω, ή διότι, είναι σιμά (πλησίον) της Θράκης, ή θα είναι αποικία Σαμίων, εις την πλησίον της Θράκης νήσον ταύτην. Οι Κάτοικοι αυτής Έλληνες ενασχολούνται επί πολύ εις την κτηνοτροφίαν, μελισσουργίαν, και ελαιοφυτείαν, ούσα επί πολύ ορεινή και κεκαλυμμένη υπό πυκνότατων και σκιερών δρυμών, ένθα εύρηται επί της ανατολικής αυτής παραλίας η πολίχνη Κάστρον καλουμένη, έχουσα μικρόν λιμένα• οι κάτοικοι έχοντες περίπου 15 πλοιάρια, ενεργούσι μικρόν εμπόριον αιγοδερμάτων, τυρών εξαισίων (ως αι λεγόμενοι ούρδαι των Ιωαννίνων), και μέλιτος φημιζομένου δια την έξοχον αυτού ποιότητα.Οι Σαμοθρακίται εισι φίλεργοι, τίμιοι, και χρηστοήθεις. ..Οι κάτοικοι έζων επίσης και εκ της ανθρακείας, δια την εξαγωγήν των οποίων δεν επλήρωνον τίποτε φόρον, αν δε ως λέγεται ήδη επιβληθή δέκατον, αφεύκτως παραιτούνται της ανθρακοποιίας, και πιθανώς ν’ αφήσωσιν έρημον την νήσον και να μετοικήσωσιν αλλαχού• διότι, άλλος πόρος ζωής δεν τους έμεινεν• ως ανεφέρθησαν εσχάτως ικετευτικώς εις την Σεβ. Κυβέρνησιν, και είθε ή δικαία των δέησις να γίνη ευπρόσδεκτος! Εις το νότιον μέρος της νήσου υπάρχει γήινος γλώσσα χαμηλή, εκφυομένη από της ξηράς φθάνει μακράν εις το ενδότερον της θαλάσσης υπέρ την μίαν ώραν, και έχουσα πλάτος σχεδόν εν τέταρτον ώρας, εν αυτή υπάρχει και λίμνη αλμυρά, έχουσα βάθος 10 - 15 πήχεων• ή λίμνη αύτη διαιρουμένη προς το εν μέρος δύναται να γίνη αξιόλογος λιμήν περιεκτικός πολλών πλοίων και τότε θα ελλιμενίζονται εν ασφαλεία, εν ω τώρα τα σύρουν εν καιρώ τρικυμίας εις την ξηράν, και πολλά καταποντίζονται και αφανίζονται ξένα τε και εντόπια, και εν έαρι και εν χειμώνι• έκτος δε τούτου και οι πτωχοί αυτής κάτοικοι θέλουν ευπορήσει, και το ταμείον της Σεβ. Κυβερνήσεως θέλει ωφελείσθαι μεγάλως. Η νήσος αύτη το πάλαι εκατοικείτο εις το παράλιον, αλλ’ ένεκα των τότε πειρατικών προσβολών διαφόρων εθνών, μετετέθη ενδότερον μίαν ώραν μακράν του παραλίου. Εν τη νήσω ταύτη, μέχρι της σήμερον, παρατηρητής άξιος λόγου δεν ευρέθη• διατρέφονται εν τη νήσω ταύτη μεγάλοι αγέλαι αιγών ημέρων τε και αγρίων, ως και χοίρων. Εν καιρώ της Ελληνικής επαναστάσεως (1821), οι κάτοικοι καταφυγόντες εις τα υψηλά και κατάσκια όρη της νήσου, και ύστερον απατηθέντες εκ των απατηλών προσκλήσεων του τότε καπετάν - πασά, πάντες οι προύχοντες της χώρας ταύτης απηγχονίσθησαν ή ανιλεώς κατεσφάγησαν• υπάρχουν εν τη νήσω μυριάδες ελαιοδένδρων, όθεν εξάγεται έλαιον και ελαίαι, ως και εν Μάκρη. Υπάρχουσι και θερμαί θ ε ι ο ύ χ ο ι πηγαί, όπου προσπελάζουσι κατ’ Ιούλιον εκ διαφόρων μερών προς ίασιν και θεραπείαν αυτών (ως ποτε εν τη αρχαιότητι δια να μυηθώσι τα μυστήρια των Καβείρων); Υπάρχουν έτι και ψυχραί μεταλλικαί πηγαί άλλης φύσεως προς τον αυτόν σκοπόν. Το χωρίον απέχει από τάς Ιαματικός ταύτας πηγάς ώρας 3, αι δε ιαματικαί πηγαί απέχουν της θαλάσσης εν τέταρτον της ώρας. Υπάρχει εν μετόχιον Ιβηριτικόν του αγίου όρους του Άθωνος εν τη νήσω, το οποίον έχει αρκετάς κτήσεις και προσόδους. Αι υψηλαί κορυφαί των ορέων της νήσου, εισί και το θέρος έτι χιονοσκεπείς. Επισκέπτονται την νήσον ταύτην οι κατά καιρόν Μητροπολίται άπαξ του έτους κατ’ Ιούλιον μήνα, ιερουργούντες, ευλογούντες και αγιάζοντες, τους χριστιανούς των• προς δέ θεωρούσι και τας τυχόν παρεμπιπτούσας εκκλησιαστικάς υποθέσεις.Η νήσος αύτη διοικείται υφ’ υπαλλήλου του Καϊμακάμη, στελλομένου εκ Δαρδανελλίων και Τενέδου»
Πριν τελειώσει ο 19ος αιώνας για άλλη μια φορά ο εγκέλαδος επισκέφτηκε τη Σαμοθράκη. Τη νύκτα της 28 Ιανουαρίου (9 Φεβρουαρίου) του 1893 η Σαμοθράκη ταρακουνήθηκε για τα καλά από τον εγκέλαδο και ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας Χαρίλαος Τρικούπης ζήτησε από καθηγητή Χημείας στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών Α. Χρηστομάνο να μεταβεί στη Σαμοθράκη για να καταγράψει το σεισμό προσφέροντας στη διάθεση του το θωρηκτό ΨAΡΑ το οποίο θα μετέφερε επίσης και διάφορα εφόδια προς ανακούφιση των πληγέντων. Από το βιβλίο στο οποίο κατέγραψε ο Α. Χρηστομάνος τις εμπειρίες του από το ταξίδι αυτό και δημοσιεύτηκε το 1899 «Η ΝΗΣΟΣ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ και Ο ΣΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ 28 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ (9 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ) 1893» πληροφορούμαστε ότι έφθασαν στη χιονισμένη Καμαριώτισσα στις 4/16 Φεβρουαρίου του 1893 όπου συνάντησαν ένα τουρκικό μεταγωγικό ατμόπλοιο στο οποίο επέβαινε νεαρός ανώτερος αξιωματικός και υπασπιστής του Σουλτάνου, εντεταλμένος να διανείμει στους κατοίκους 1000 άρτους, 200 σανίδες 50 οκάδες καρφοβελόνες και 500 οθωμανικές λίρες. Οι τούρκοι μάλιστα ξαφνιάστηκαν μόλις είδαν το ελληνικό θωρηκτό και δεν θέλησαν να διανείμουν τα βοηθήματα που είχαν φέρει ενόσω ήταν το θωρηκτό εκεί.
Ύστερα από κάποιες διαπραγματεύσεις με επιτροπή Σαμοθρακιτών αποτελούμενη απο τον λιμενάρχη και υγειονόμο που μιλούσε ελληνικά, τους πρωεστώτες Κων/νο Καραπαναγιώτη και Χατζή Ευάγγελο Παπαμιχαήλο, δυο ιερείς, τον Δήμαρχο Νικόλαο Φαρδύ, τον διερμηνέα και εισπράκτορα των φόρων της τουρκικής κυβερνήσεως Ιωάννη Εμ Μπογιατζή και το δάσκαλο Χρήστο Ρηγόπουλο, βγήκε μια λέμβος από το θωρηκτό στη ξηρά όπου οι ναύτες των «Ψαρών» έστησαν μερικές σκηνές και παρέδωσαν στο Δήμαρχο της Σαμοθράκης 100 σκηνές και 277 σάκους με διπυρίτη.
Ο Χρηστομάνος παρατήρησε ότι η Καμαριώτισσα αποτελούνταν από 6 φτωχικές πηλόκτιστες καλύβες από τις οποίες οι πέντε, μεταξύ των οποίων του ζευγαρά, Πέτρου Παπανικολάου, του Αθανασίου Παπαβασιλείου, του καφεπώλου Κωστή Αιβαζή, είχαν υποστεί μεγάλες ζημιές.
Σύμφωνα με πληροφορίες που συνέλεξε ο Χηστομάνος και παραθέτει στο βιβλίο του ο σεισμός της Σαμοθράκης εγένετο αισθητός στο Δεδεαγατς, όπου κατέρρευσε μανδρότοιχος, στην Αδριανούπολη, όπου κάποιες παλιές οικίες κατέρρευσαν πολλές δε άλλες λιθόκτιστες βλάφθησαν, μεταξύ των οποίων και ο καθολικός ναός του Αγίου Αντωνίου, του οποίου σχίσθηκε ο κυκλικός θόλος του, επίσης τα Δαρδανέλλια, τη Λήμνο, τη Σάμο, την Ίμβρο, σε ένα χωριό της οποίας κατέρρευσαν 30 περίπου οικίες, σε μέρος της Μυτιλήνης και της Χίου, στον Τσεσμέ και στο ανατολικό μέρος της Θάσου. Την ώρα του σεισμού σεισμικό κύμα ενός μέτρου έπληξε την παραλία του Δεδεαγατς σύμφωνα με τη μαρτυρία του Σαμοθρακίτη καφετζή Νικολάου Χρυσοστόμου που βρισκόταν εκείνη την ώρα στο Δεδεαγατς.
Στα Λουτρά όλος ο συνοικισμός που αποτελούνταν από 40 μικρές οικίες κατέρρευσε καταπλακώνοντας μάλιστα τον Τριαντάφυλλο Κάνο με το παιδί του.
Από τον έλεγχο των 600 οικιών της Σαμοθράκης ο Χρηστομάνος διαπίστωσε ότι οι 52 κατέπεσαν ακαριαίως, 300 - 350 κατέστησαν ακατοίκητοι και μόνο 80-100 που ήταν κτισμένες με πλίνθους και λίθους παρέμειναν σώες.
Έκανε μάλιστα αυτοψία στις κατεστραμμένες οικίες των Ανδρέα Μαυρογλώσση, Νικολάου Καρελή, Αποστόλου Τσιγγέλια, Λασκαρίνας Αράξενας, Γ. Μανιώτη, Μανωλούδη Σάββα για να διαπιστώσει τη φορά και το μέγεθος του σεισμού.
Τους Σαμοθρακίτες μας τους περιγράφει με τα καλύτερα λόγια:
«Οι Σαμόθρακες είναι φίλεργοι και φιλομαθείς, εκπατριζόμενοι δε ευδοκιμούσιν ως οι Μυτιληναίοι, οι Κυνουριείς και οι Καλαβρυτινοί, είναι αφελείς και ευθύμου διαθέσεως, επιτήδειοι δε και επιχειρηματίαι. Ειρηνικοί ως η παραδοσιακή των νήσος, αποφεύγουσι τας βιαιοπραγίας και αν ποτέ συμβή εν τη μικρά αυτών κοινωνία να διαπραχθή έγκλημα τι, το ενθυμούνται άπαντες και το διηγούνται μετ’ αποστροφής. Εκείνο δε, όπερ μοι προυξένησε την μεγίστην αίσθησιν, είναι ότι οι Σαμόθρακες είναι γνήσιοι Έλληνες κατά τε τον χαρακτήρα, το παράστημα και την γλώσσαν. Είδον άνδρας υψηλούς και ωραίους, δολιχοκέφαλους, κανονικάς χείρας και εκφραστικήν φυσιογνωμίαν έχοντας. Και αυτοί οι ιδιωματισμοί της γλώσσης είναι γνησίως ελληνικοί, αι παραφθοραί σπάνιαι, η προφορά άμεμπτος και ενίοτε παρεισφρύουσιν εις τον διάλογον λέξεις, αρχαίαι ή βυζαντιναί, διατηρηθείσαι εν τη μικρά, αποκεκλεισμένη και εστερημένη σχεδόν πάσης επιμιξίας νήσω ταύτη. Η τουρκική γλώσσα είναι άγνωστος εν Σαμοθράκη και μόνον οι αλιείς και ναυτιλλόμενοι γνωρίζουσιν αυτήν και ξένων γλωσσών φράσεις. «Λαβέ» μοι είπε νεανίς, προσενεγκούσα μοι φύλλα βασιλικού, «Λαβέ το φέγγος» είπεν ενώπιον μου παις τις, ζητών νόμισμα πεσόν υπό την τράπεζαν του καφετζή της Καμαριωτίσσης. «Γνωρίζετε το ίππασμα;» με ηρώτησεν ο αγωγιάτης μου. Αφελείς και ρεμβαστικοί, γνωρίζουσιν ουχ ήττον το συμφέρον των και ειμί βέβαιος ότι οι Σαμόθρακες εκπατριζόμενοι ευδοκιμούσιν εν μέσω μέιζονος κοινωνίας.» Το γραφικώτατον πανόραμα υπενθυμίζει την πόλιν της Σύρου. Οι 600 περίπου ως επί το πλείστον μονώροφοι και ισόγειοι οικίσκοι ποικίλων χρωμάτων, χιονοσκεπείς εισέτι εκ του προ τινων ημερών χειμώνος, με τα ανακλώντα το υπέρυθρον φως των ακτίνων του δύοντος ηλίου παράθυρα, φαίνονται ωσεί εκτισμένοι ο είς επί του άλλου εις πολλαπλάς οριζόντιας σειράς. Ολίγαι στεναί και λίαν κατωφερείς οδοί, ως οι διάδρομοι των αμφιθεάτρων, άγουσιν εκ των υψηλοτέρων οικιών εις τας το εις βάθος της κοιλάδος ευρισκομένας, αφ’ετέρου δε συγκοινωνούσιν αι οικίαι, ως τα της αυτής οριζοντίας σειράς εδώλια των αμφιθεάτρων, δι’ημικυκλικών και συγκεντρικών οριζοντίων οδών. Απέναντι του Τουργλού εις το κέντρον του ανατολικού μαχαλά του Αγ. Νικολάου κείται η διώροφος κυανοβαφής οικία μετ’ εξώστου του Δημάρχου, ολίγον δε υψηλότερον παρά το ρεύμα το λιθόκτιστον αλληλοδιδακτικόν σχολείον, ένθα ο δημοφιλής διδάσκαλος Χρήστος Ρηγόπουλος μοι επέδειξε τα πτωχικά, αλλ’ουχ ήττον εν παραδειγματική τάξει διατελούντα και δια χαρτών και πινάκων δωμάτια των παραδόσεων.»
Τέλος για τα Θέρμα και τα ιαματικά λουτρά μας λέει τα ακόλουθα:
«Τούτου ένεκα καλείται το μέρος τούτο με τας 30 - 40 περίπου καλύβας του στα Θερμά ή Θέρμαι, κατοικείται δε μονίμως υπό τινων ανθρακέων και αλιέων, το δε θέρος και ιδία τον μήνα Ιούλιον μεταναστεύουσιν ενταύθα εκ Σαμοθράκης και εκ Δεδεαγάτς πλείστοι θαμώνες των λουτρών. Μακρόθεν ήδη καθίσταται αισθητή θύμου προόδου των λοιπών νήσων του Αιγαίου. Οι κάτοικοι είναι λιτοί και πτωχοί και άνευ αξιώσεων, καλλιεργούσι σχετικώς ολίγους αγρούς επί της βορειοδυτικής παραλίας, την ελαίαν επί της μεσημβρινής ακτής και αγνοούσι σχεδόν την αμπελουργίαν. Κέκτηνται 15 - 20 ιστιοφόρα πλοιάρια αλιευτικά, κατασκευάζουσιν άνθρακας και αλιεύουσι σπόγγους το θέρος. Συγκοινωνούσι μετά του λοιπού κόσμου σχεδόν αποκλειστικώς μόνον δια του Δεδεαγάτς.»
Ο σεισμός πιθανόν να κατέστρεψε το Ελληνικό σχολείο γιατί στο οθωμανικό Λεξικό της Ιστορίας και της Γεωγραφίας του Ali Cevad, που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1895 «Memalik-i Osmaniye’nin Tarih ve Coğrafya Lügatı» βρίσκουμε την πληροφορία ότι «το χειμώνα άνοιξε ένα ελληνικό σχολείο.».-
Λίγο πριν φύγει ο 19ος αιώνας ο δημοσιογράφος Γ. Π. Παρασκευόπουλος στο βιβλίο του που εκδόθηκε το 1898 στην Αθήνα με τίτλο «Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΣ ΑΝΑ ΤΗΝ ΡΩΣΣΙΑΝ, ΡΟΥΜΑΝΙΑΝ, ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΝ, ΣΕΡΒΙΑΝ, ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΝ, ΤΟΥΡΚΙΑΝ, ΣΑΜΟΝ, ΚΡΗΤΗΝ, ΚΥΠΡΟΝ, ΑΙΓΥΠΤΟΝ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΝ» γράφει για τη Σαμοθράκη:
«Ωοειδής νήσος και ονομάζεται Σαμοθράκι κοινώς, είνε δε νήσος ξηρά το πλείστον, έχουσα υψίστην κορυφήν τον Άγιον Ηλίαν ή Φεγγάρι. Ουδείς λιμήν διακόπτει τας αποτόμους ακτάς της Σαμοθράκης, εις τινά δε των πρανών μερών αυτής καλλιεργούνται επιτυχώς τα σιτηρά υπό των μόλις δισχιλίων και πεντακοσίων Ελλήνων κατοίκων. Μεταξύ των ευαρίθμων αυτής οικισμών πρωτεύει το Κάστρον, ονομασία κοινή παρα τοις κατοίκοις των Σποράδων τούτων, έχουσα πιθανώτατα την αρχήν της εις τα οχυρά πολίσματα της εποχής της πειρατοκρατίας.»
Τα χρόνια περνούν και μπαίνει ο 20ός αιώνας. Είναι γνωστό ότι ο Ι. Δραγούμης, ως υποπρόξενος στο Δεδεαγατς στα 1906 επισκέφτηκε τη Σαμοθράκη, που τόσο πολύ τον καταγοήτευσε γ’αυτό της αφιέρωσε ένα βιβλίο του με τίτλο «ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ». Σε αυτό το βιβλίο μεταξύ άλλων μας λέει για το διορισμένο Μουντίρη στη Χώρα ο οποίος κάθεται:
«στο ξεχαρβαλωμένο κάστρο των Γενοβέζων, έχει και έναν υποτελώνη - λιμενάρχη και ένα λοχία με τέσσερεις χωροφύλακες για την ασφάλεια τάχα του νησιού. Από τους χωροφύλακες δυο είναι Αρβανίτες και οι άλλοι δυο Σαμοθρακίτες. Ο Μουντίρης δεν ανακατεύεται στα νησιωτικά πράματα παρα μόνο αν τύχη και γίνη κανένας καυγάς με μαχαιρώματα είτε όταν παρασκοτίση τον τόπο κανένας κατσικοκλέφτης ή όταν χρειαστή να βοηθήση το δημόσιον εισπράχτορα, που έρχεται πότε πότε από τη Ρούμελη για να πάρη τα βασιλικά δοσίματα. Όταν είναι παρα πολύ άγριος ο μουντίρης, ενεργούν οι νησιώτες με πλάγια μέσα, προ πάντων με χρήματα και τον βγάζουν ... Οι Σαμοθρακίτες πληρώνουν ταχτικά στους Τούρκους κοντά στ’άλλα δοσίματα και φόρο για τους δρόμους, μα ο μόνος δημόσιος δρόμος της Σαμοθράκης, που με τα πόδια τον παίρνεις για μιαν ώρα μονάχα και πάει από τη Χώρα ως την Καμαριώτισσα, μισοτελειωμένος, καθώς ήταν, αφέθηκε, αυλακώθηκε και χάλασε. Βέβαια ούτε οι Τούρκοι, μα ούτε οι Σαμοθρακίτες οι ίδιοι θα τον αποτελειώσουν ούτε θα τον σιάξουν ποτέ τους. Από κείνο το δρόμο κατέβηκα με τ’άλογο στην Καμαριώτισσα. Λιμάνι ο τόπος δεν έχει, αλλά με τη νοτιά το πιο σίγουρο αραξοβόλι είναι η Καμαριώτισσα και αυτού αράζουν και από κει σαλπάρουν τα καΐκια της Ρούμελης και της Σαμοθράκης. Άμα φυσά βοριάς δυνατός, ξεσέρνουν τα καράβια τους οι νησιώτες στην αμμουδιά. Δεν είναι ναυτικοί οι Σαμοθρακίτες. Λιγοστά είναι τα καΐκια τους και οι ψαράδικες οι βάρκες μετρημένες. Ατμόπλοιο σπάνια φουντάρησε στην Καμαριώτισσα. Ένα εκκλησάκι, μερικά καλυβόσπιτα και δυο τρεις αποθήκες είναι τα μόνα χτίρια που βλέπεις εκεί. Στις αποθήκες φυλάγουν τα προιόντα του νησιού, που θα βγούν στα ξένα, ελιές, απίδια, κορόμηλα, μυζήθρες, και τις πραμάτειες, που φέρνουν στο νησί τα καΐκια, σαπούνι, ζάχαρη, καφέ, νήματα. Φέρνουν και κρασί, γιατί το νησί δεν έχει παρά λίγα αμπέλια. Δεν είναι πολλά χρόνια που έφερναν και ντομάτες από τη Θράκη, γιατί οι νησιώτες δεν είχαν συλλογιστή να φυτέψουν ντομάτες. Σε μια από τις αποθήκες μπροστά καθόταν η γριά μητέρα ενός προεστού, που είχε κατεβή στο περιθαλάσσιο για δροσιά. Μου ευχήθηκε κατευόδιο και με την ευχή της μπήκα κατά τις δέκα το πρωί σ’ένα σαμοθρακίτικο καΐκι και ξεκινήσαμε με τα κουπιά. Σηκώσαμε και τα πανιά, μα το αεράκι ήταν αδύνατο. Μαζί μας ταξίδευαν δυο κεχαγιάδες, που πήγαιναν να δικαστούν στο Δεδεαγατς για κάτι κλεψιές -συνηθισμένα πράματα-, και μια μεσόκοπη αντρογυναίκα Τενεδιά, που καθώς κύταζε μακριά τη θάλασσα, ήταν, έλεγες, η Μπουμπουλίνα.»
Η επανάσταση των Νεοτούρκων και η ανακήρυξη του συντάγματος του 1908 έφερε αναστάτωση στους Σαμοθρακίτες, όπως μας λέει στο βιβλίο του, ο Αχιλλέας Σαμοθράκης, στο Λεξικό Ιστορικόν και Γεωγραφικόν της Θράκης, γιατί αναγκάστηκαν, προκειμένου να αποφύγουν την στρατιωτική θητεία, να ξενιτευτούν στην Αμερική και αλλού.
Και άλλος όμως προξενικός υπάλληλος ασχολήθηκε με τη Σαμοθράκη. Λίγο πριν την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων ο Έλληνας Πρόξενος στην Αδριανούπολη εκείνη την εποχή Κ. Δημαράς σε αναφορά του με τίτλο «Έκθεσις περί εμπορίας, γεωργίας και βιομηχανίας εν τω νομώ Αδριανουπόλεως κατά το έτος 1911, Εν Αθήναις, 1912», γράφει τα εξής για την Σαμοθράκη:
«Εις τον Νομόν Αδριανουπόλεως ανήκει και η νήσος του Αιγαίου πελάγους Σαμοθράκη εις ολίγων μιλίων απόστασιν από της Θρακικής ακτής, υπαγομένη εις το Σαντζάκιον και τον καζάν Δεδεαγατς, από του οποίου απέχει 20 περίπου μίλια. Η Σαμοθράκη είνε νήσος αποκλειστικώς Ελληνική κατοικούμενη υπό (3 - 3700) Ελλήνων (και 3 - 4 τουρκικών οικογενειών). Είναι πετρώδης και ορεινή εν τω κέντρω, αλλ’εν τη παραλία εχει κοιλάδας και μικράς πεδιάδας ευφόρους. Προϊόντα της νήσου είναι δημητριακοί καρποί αλλ’ανεπαρκείς δια την επιτόπιον κατανάλωσιν, έλαιον, σισάμιον, τυρός, δέρματα και μέλι. Η κτηνοτροφία και η ανθρακεία είναι δυο των κυριωτέρων ασχολειών των κατοίκων, ων ένεκα απεψιλώθησαν τα δάση της νήσου. Η κτηνοτροφία θα ήτο περισσότερον ανεπτυγμένη εάν δεν ελυμαίνετο τον τόπον η ζωοκλοπή. Υπό έποψιν συγκοινωνίας η νήσος διατελεί εν πλήρει σχεδόν απομονώσει, διότι ατμόπλοια δεν προσεγγίζουσιν, η δε δι’ιστιοφόρων πλοιαρίων συγκοινωνία εξαρτάται εκ της ιδιοτροπίας των ανέμων.»
Κάπως έτσι ήταν η Σαμοθράκη μέχρι τον πρώτο Βαλκανικό πόλεμο. Από την πρώτη ημέρα του πολέμου αυτού, ο Ελληνικός στόλος, που ήταν και η κύρια συνεισφορά της Ελλάδος στην Βαλκανική συμμαχία, ανέλαβε ουσιαστική δράση. Υπό τις διαταγές του Παύλου Κουντουριώτη εξασφάλισε τον απόλυτο έλεγχο του Αιγαίου: απέπλευσε αμέσως βορειοανατολικά και άρχισε περιπολίες έξω από τα Δαρδανέλια. Ο τουρκικός στόλος, ο οποίος λόγω της παρουσίας του ιταλικού στο Αιγαίο από τον Απρίλιο του 1912 είχε παραμείνει προφυλαγμένος μέσα στα Στενά, δεν πρόλαβε να αντιδράσει έγκαιρα. Στις 8 Οκτωβρίου καταλήφθηκε η Λήμνος και άρχισε η μετατροπή του φυσικού λιμανιού της, του Μούδρου, σε ναυτική βάση και ορμητήριο του ελληνικού στόλου. Από τις 6 Οκτωβρίου έως τις 20 Δεκεμβρίου του 1912 μικτά αγήματα του στόλου απελευθέρωσαν, όλα σχεδόν τα νησιά του ανατολικού και βόρειου Αιγαίου. Έτσι στις 17/10/1912 απελευθερώθηκε η Ίμβρος, η Θάσος και ο Άγιος Ευστράτιος και την επομένη η Σαμοθράκη.
Ο Ηλίας Οικονομόπουλος στο δίτομο έργο του «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΒΑΛΚΑΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ», που εξέδωσε το 1929 γράφει σχετικά:
«Την 18ην Οκτωβρίου επίσης ο σημαιοφόρος Παναγιώτου, ηγούμενος αγήματος, απέβη εις Σαμοθράκην και κατέλαβε το λιμεναρχείον, εφ’ου ύψωσε την ελληνικήν σημαίαν με κεκανονισμένας τιμάς. Αφού δε εγκατέστησε φρουράν αυτόθι εξ οκτώ ανδρών, προέβη εις την κατάσχεσιν των εν τη αποθήκη αυτού αντικειμένων και εκ της δεκάτης προερχομένων διαφόρων δημητριακών και λοιπών καρπών. Είτα μετά του υπολοίπου αγήματος κατελήφθη η πόλις της Σαμοθράκης, κατωκημένη από 4 χιλ. Ελληνικών και Οθωμανικών οικογενειών. Ενταύθα ευρέθησαν εξ στρατιώται υπό ένα δεκανέα, οίτινες παρεδόθησαν. Επίσης παρεδόθη εις ανθυπολοχαγός και ο λιμενάρχης. Επι του στρατώνος υψώθη η σημαία. Εν τοις διαφόροις ταμείοις ευρέθησαν 3.400 φράγκα περίπου, άτινα κατεσχέθησαν. Οι κάτοικοι ενθουσιωδώς υπεδέχθησαν το άγημα και συνέταξαν ψήφισμα υπέρ της ενώσεως.»
Όμως η Ελληνική κατοχή της Σαμοθράκης ήταν προσωρινή και έπρεπε να περάσουν ακόμα 11 χρόνια για να εκπληρωθούν τα όνειρα και οι προσδοκίες των Σαμοθρακιτών για ένωση με τη μητέρα πατρίδα. Αυτά τα χρόνια η Σαμοθράκη δέχτηκε πολλούς πρόσφυγες από τη βουλγαροκρατούμενη Θράκη και βρέθηκε πολύ κοντά στο πεδίο των μαχών που ακολούθησαν (εκστρατεία Δαρδανελλίων, βομβαρδισμοί Δεδεαγατς).
Με τη συνθήκη του Λονδίνου (17/30 Μαΐου 1913) αμέσως μετά τον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο η οθωμανική αυτοκρατορία εκχώρησε στις Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Γερμανία, Αυστρία και Ιταλία το δικαίωμα να αποφασίσουν για την τύχη των νησιών του Αιγαίου που της ανήκαν μέχρι τότε, εκτός από την Κρήτη που δόθηκε στην Ελλάδα. Οι δυνάμεις αυτές συγκάλεσαν ειδική διάσκεψη σε επίπεδο πρεσβευτών και στις 1/14 Φεβρουαρίου 1914, κοινοποίησαν στην Ελληνική Κυβέρνηση τις αποφάσεις τους για το Αιγαίο και την Αλβανία, ορίζοντας ότι τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου θα περιέρχονταν στην κυριότητα της Ελλάδας μετά την αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων από τη Βόρειο Ήπειρο. Και το μεν ζήτημα της Βορείου Ηπείρου ρυθμίσθηκε (Πρωτόκολλο της Κέρκυρας, 4/17 Μαΐου), με παραχώρηση αυτονομίας στις επαρχίες Αργυροκάστρου και Κορυτσάς, αλλά η λύση του ζητήματος των νησιών του Αιγαίου συνέχισε να προσκρούει στην άρνηση της Πύλης. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος βρήκε την εκκρεμότητα αυτή άλυτη. Με την Συνθήκη των Σεβρών του 1920, καίτοι το κείμενο αυτό δεν υλοποιήθηκε ποτέ γιατί δεν ίσχυσε η συνθήκη, αναγνωριζόταν και πάλι η ελληνική κυριαρχία επί όλων των νησιωτικών συμπλεγμάτων του Αιγαίου πλην Δωδεκανήσου.
Τέλος με την Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, παρόλο που η Τουρκία επέμενε να της παραχωρηθεί η Σαμοθράκη ως αναπόσπαστο τμήμα του αμυντικού συστήματος των Στενών, όλες οι διευθετήσεις που καθόριζαν οι ανωτέρω συμφωνίες και συνθήκες, αποκτούν οριστικό χαρακτήρα και η Σαμοθράκη κατοχυρώνεται στην Ελλάδα, ύστερα από 102 χρόνια μετά τον εθνικό ξεσηκωμό και τη σφαγή στην τοποθεσία «ΕΦΚΑΣ».
ΠΕΤΡΟΣ Γ. ΑΛΕΠΑΚΟΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ-ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ


ΠΗΓΕΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. RECORDS OF TRAVELS IN TURKEY, GREECE AND A CRUISE IN THE BLACK SEA WITH THE CAPITAN PASHA IN THE YEARS 1829, 1830 AND 1831, Adolphus Slade
2. TEMPLE TRAVELS ΙΝ GREECE AND TURKEY BEING THE SECOND PART OF EXCURSIONS IN THE MEDITERRANEAN IN TWO VOLUMES. VOL. I. LONDON SAUNDERS AND OTLEY, CONDUIT STREET, 1836, SIR GRENVILLE TEMPLE
3. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΥΠ’ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΝ ΈΠΟΨΙΝ ΤΗΣ ΘΕΟΣΩΣΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΜΑΡΩΝΕΙΑΣ» του Μ. Μελιρρύτου που εκδόθηκε το 1871
4. «ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ», ένθετο εφημερίδας «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 4-9-1994
5. Theoi Megaloi: the cult of the great gods at Samothrace, Τόμος 96, Susan Guettel Cole
6. Η ΝΗΣΟΣ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ και Ο ΣΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ 28 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ (9 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ) 1893», Α. Χρηστομάνου εκδ.ΕΣΤΙΑ 1899.
7. «Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΣ ΑΝΑ ΤΗΝ ΡΩΣΣΙΑΝ, ΡΟΥΜΑΝΙΑΝ, ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΝ, ΣΕΡΒΙΑΝ, ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΝ, ΤΟΥΡΚΙΑΝ, ΣΑΜΟΝ, ΚΡΗΤΗΝ, ΚΥΠΡΟΝ, ΑΙΓΥΠΤΟΝ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΝ» Γ. Π. Παρασκευόπουλος, 1898
8. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική. εκδ.ΜΕΛΙΣΣΑ
9. «Memalik-i Osmaniye’nin Tarih ve Coğrafya Lügatı» Ali Cevad, 1895
10. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ, Ι Δραγούμη
11. «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΒΑΛΚΑΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ» Ηλία Οικονομόπουλου, 1929
12. Φωτογραφικό αρχείο Γ.Αλεπάκου.-

Παρασκευή 18 Μαΐου 2012

Το DEDEAGATCH της διασυμμαχικής κατοχής (THRACE INTERALLIE)

Όπως είναι γνωστό η 14η Μαΐου του 1920 έμεινε στην ιστορία της πόλης μας ως η ημερομηνία ενσωμάτωσης της στον εθνικό κορμό. Και σωστά χαρακτηρίστηκε ενσωμάτωση και όχι απελευθέρωση γιατί ο Ελληνικός στρατός εξουσιοδοτημένος από τις μεγάλες δυνάμεις, ειρηνικά και όχι με πολεμικές επιχειρήσεις, κατέλαβε την Δυτική Θράκη. Είχε προηγηθεί όμως ένα μεταβατικό καθεστώς ανάμεσα στην προηγούμενη κατάσταση της βουλγαρικής κατοχής και την ενσωμάτωση στην Ελλάδα: Το Διασυμμαχικό Καθεστώς της THRACE INTERALLIE. Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα με την σειρά.

Όταν στις 30 Οκτωβρίου 1918 υπογράφηκε η ανακωχή του Μούδρου, μεταξύ του Άγγλου ναυάρχου Κάλθορπ (Somerset Gough-Calthorpe), πληρεξούσιου των Συμμάχων της Αντάντ (Entente) αφενός και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφετέρου, η πόλη μας βρισκόταν ήδη υπό συμμαχική κατοχή (βλ. άρθρο «Οι δυνάμεις της «Entente Cordiale» στο Dedeagatch (Αλεξανδρούπολη) και η συνδρομή του Αμερικάνικου Ερυθρού Σταυρού»). Την 11η Νοεμβρίου 1918 υπογράφηκε η ανακωχή της Κομπιέν (Compiègne), σε σιδηροδρομικό βαγόνι, που είχε εγκαταστήσει ο Γάλλος Στρατάρχης Φερντινάν Φος (Ferdinand Foch) το στρατηγείο του, κοντά στην Κομπιέν. Η «άνευ όρων» συνθηκολόγηση της Γερμανίας, που ήταν αποτέλεσμα αυτής της ανακωχής, αποτέλεσε τη βάση των συνθηκών ειρήνης, που συντάχθηκαν από την Διεθνή Διάσκεψη Ειρήνης, η οποία συνήλθε στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 1919 και στην οποία συμμετείχαν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον (Woodrow Wilson), ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Ζορζ Κλεμανσώ (Georges Clemenceau), ο πρωθυπουργός της Αγγλίας Λόιντ Τζωρτζ (DAVID LLOYD GEORGE), ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Ορλάντο (Vittorio Orlando) και αντιπροσωπείες 32 συνολικά κρατών. Αποτέλεσμα αυτών των χρονοβόρων διπλωματικών διεργασιών ήταν η Συνθήκη των Βερσαλλιών (Treaty of Versailles) την 28η Ιουνίου 1919 και η Συνθήκη του Νεϊγύ (Treaty of Neuilly-sur-Seine) την 27η Νοεμβρίου 1919, που υπογράφηκε μεταξύ των Συμμάχων και της Βουλγαρίας. Με την τελευταία αυτή συνθήκη παραιτήθηκε η Βουλγαρία υπέρ των "Προεχουσών Δυνάμεων" όλων των κυριαρχικών της δικαιωμάτων επί της μεσημβρινής δυτικής Θράκης και με την υποχρέωση ν΄ αναγνωρίσει εκ των προτέρων τις μεταγενέστερες αποφάσεις των Δυνάμεων περί αυτής.

Η αποχώρηση της Βουλγαρίας από τη δυτική Θράκη κατέστησε αναγκαία τη συστηματική οργάνωση της διοίκησης της από τους συμμάχους, οι οποίοι μέχρι τότε ήλεγχαν μόνο στρατηγικά στρατιωτικά σημεία της. Έτσι τό σύστημα Κυβερνήσεως της Διασυμμαχικής Θράκης διέγραψε το από 28 Οκτωβρίου 1919 διάταγμα του Αρχιστρατήγου των εν Ανατολή Συμμαχικών στρατευμάτων Franchet d'Esperey.

« Σχέδιο 1: Στρατιωτικός χάρτης της Διασυμμαχικής Θράκης

Σε αυτό μνημονευόταν μεταξύ άλλων ότι
«ό Αρχιστράτηγος επεφορτίσθη υπό τών Συμμάχων δυνάμεων α') με τήν εκκένωσιν υπό τών Βουλγάρων της Δυτικής Θράκης, ώς καθωρίσθη ή περιφέρεια αυτής δια τοΰ άρθρου 48 τών όρων ειρήνης μετά τής Βουλγαρίας, β') μέ τήν διοίκησιν, εν ονόματι αυτών, τής χώρας ταύτης.» (άρθρ.1)
«Ό Στρατηγός Σαρπύ (Charpy) ασκεί κατ' εξουσιοδότηση του Αρχιστρατή¬γου τήν διοίκησιν τής Δυτικής Θράκης, φέρων τον τίτλον «Διοικητής τής Δυτικής Θράκης και αντιπρόσωπος του Αρχιστρατήγου των έν Ανατολή Συμμαχικών στρατευμάτων» (αρθρ. 2) ...
«Ή περιφέρεια τής Θράκης διαιρείται εις δύο κύκλους, Γκιουμουλτζίνης και Καραγάτς. Οι κύκλοι ούτοι υποδιαιρούνται εις districts, έχοντα τας έδρας εις τας ομωνύμους πόλεις Ξάνθης, Γκιουμουλτζίνης, Δεδεαγάτς (Κύκλος Γκιουμουλτζίνης), Σουφλίου, Διδυμοτείχου, Καραγάτς (Κύκλος Καραγάτς (αρθρ. 6)»…
«Ή διοίκησις εκάστου κύκλου ασκείται υπό Συνταγματάρχου ή αντισυνταγματάρχου, φέροντος τον τίτλον «Commendant de Cerelex.
Εις έκαστον district ή πολιτική διοίκησις ασκείται υπό πολιτικού Διοικητού, διοριζομένου υπό του Αρχιστρατήγου προτάσει του Στρατηγού διοικητού.
Οι Διοικηταί θα εκλέγωνται μεταξύ προσώπων καταγομένων έκ της χώρας, λαμβανομένων υπόψιν τής Εθνότητος και της θρησκείας των κατοίκων του district…(αρθρ.7)
Οί Βούλγαροι υπάλληλοι τών διαφόρων κλάδων διατηρούνται έν τή υπηρεσία υπό τον ελεγχον τών διασυμμαχικών αξιωματικών, μέχρις ου καταστή δυνατόν, δπως τά καθήκοντά των άνατεθώσιν είς πρόσωπα καταγόμενα εκ Θράκης…
Κατά την καταστατικήν ταύτην πραξιν αί εξουσίαι, νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική, ανήκουσιν είς τον στρατηγόν διοικητήν και ασκούνται δι' οργάνων στρατιωτικών ή πολιτικών»
Στην εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» της 11-10-1919 και υπό τον τίτλο «ΠΩΣ ΕΚΑΝΟΝΙΣΘΗ Η ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ» διαβάζουμε:
«Το διαμέρισμα Δεδεαγάτς και το διαμέρισμα Σουφλίου θα διοικήται υπό ταγματάρχου τελούντος υπό τας διαταγάς του αντισυνταγματάρχου Μουρέν. Ο κ. Σαρπύ θα επικουρήται εις την διεύθυνσιν των πολιτικών υποθέσεων υπό του αντισυνταγματάρχου Ντορέ και Βουλγάρου πολιτικού υπαλλήλου. Έκαστος των ανωτέρω αξιωματικών θα έχη υπό την εξουσίαν του τον νομάρχην και τους υπονομάρχας του διαμερίσματος του οποίου έχει την διεύθυνσιν, επικουρούμενος υπό αξιωματικού ειδικώς επιφορτισμένου δια τας πολιτικάς υποθέσεις.»
Ακολούθως στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» της 13-10-1919 δημοσιεύθηκε η εγκύκλιος του Σαρπύ για τη στρατιωτική διοίκηση της Δυτικής Θράκης. Διαβάζουμε μεταξύ άλλων για την περιοχή μας:
«…Διαμέρισμα Δεδέαγατς: αρχηγός τάγματος διοικητής σενεγαλικού τάγματος. Περιφέρεια Σουφλίου: Αρχηγός τάγματος διοικητής του τάγματος του 17ου συντάγματος…»

Το ανωτέρω διάταγμα του Franchet d'Esperey εξειδικεύθηκε με άλλα διατάγματα που ακολούθησαν. Μεταξύ αυτών τα υπ’αριθ. 7 και 8 από 21 Δεκεμβρίου 1919 διατάγματα με τα οποία διορίσθηκαν οι ανώτεροι διοικητικοί λειτουργοί, οι διευθυντές, οι στρατιωτικοί διοικητές των κύκλων και των Υποδιοικήσεων. Εδώ θα αρκεστούμε να αναφέρουμε μόνο ο,τι αφορά στην πόλη μας. Στρατιωτικός Διοικητής ορίσθηκε ο ταγματάρχης Faure, πολιτικός Διοικητής ο Σιώτης και βοηθός Πολιτικού Διοικητή ο Χατζη Ζαφέτ Βέης.

Άρχισε λοιπόν η αποχώρηση των βουλγάρων από τη δυτική Θράκη. Στις Ελληνικές εφημερίδες της εποχής η είδηση έλαβε πηχυαίους τίτλους:

«ΕΚΚΕΝΩΣΙΣ ΤΟΥ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 12 Οκτωβρίου. (Iδ. τηλ. «Πατρίδος»)
«Aι Βουλγαρικαί στρατιωτικαί αρχαί εγκατέλειψαν το Δεδεαγάτς. Ουδεμία μετακίνησις του πληθυσμού παρετηρήθη. Απαιτήσει των Συμμάχων, οι Βούλγαροι θά επιστρέψουν τά αρχεία τών αρχών Θράκης, άτινα αφηρεσαν φεύγοντες. Ν. ΒΕΡΡΟΣ» (ΠΑΤΡΙΣ 13-10-1919).

«Εικόνα 1: Αναχώρηση βουλγαρων αιχμαλώτων.»

Με την αποχώρηση των βουλγάρων άρχισε και η επιστροφή των Ελλήνων που είχαν εκδιωχθεί τα προηγούμενα χρόνια, ύστερα από διαταγή του Franchet d'Esperey ο οποίος επισκέφθηκε την Κομοτηνή, έδρα του νέου καθεστώτος:
«Ο Αρχιστράτηγος κατά την ολιγόλεπτον παραμονήν του εις το Στρατηγείον εζήτησε παρά του πολιτικού Συμβούλου κ. Χαλκιοπούλου διαφόρους πληροφορίας περί της καταστάσεως έν Θράκη εν τω παρελθόντι, τας οποίας ο κ. Χαλκιόπουλος έδωσε μέ μεγάλην ακρίβειαν.

«Εικόνα 2: Άφιξη αρχιστράτηγου Δεσπερέ και στρατηγού Σαρπύ στο στρατηγείο στην Κομοτηνή.»
Ό Αρχιστράτηγος πληροφορηθείς επίσης οτι το Δεδεαγάτς έχει κτισθή υπό Ελλήνων και ότι οι Έλληνες κάτοικοι αυτού έχουν φύγει διέταξεν όπως αμέσως αρχίση ή παλινόστησις και εκεί των Ελλήνων αρχίση δέ και ή ακτοπλοΐα μετά του Πειραιώς και Θεσσαλονίκης όπως ή πόλις αναλάβη την πρώτην της εμπορικήν όψιν και κίνησιν.
Επίσης κατ' απόφασιν του Αρχιστρατήγου δεν θα παλιννοστήσουν μόνον οί καταγόμενοι εκ του τριγώνου τούτου της Θράκης αλλ’ οί έξ ολοκλήρου του διεκδικουμένου τμήματος της Θράκης καταγόμενοι Έλληνες, οι οποιοι φεύγοντες τον Βουλγαρον έχουν καταφύγει εις την Ελλάδα, του κατεχομένου υπό των Συμμαχικών στρατευμάτων. Ούτω θα επανέλθουν όχι μόνον oι Ελληνες της Ξάνθης και της Γιουμουλτζίνας, του Σουφλίου, του Διδυμοτείχου, της Μάκρης του Δεδεαγάτς και αυτής της Άδριανουπόλεως. Είνε και τούτο μία απόδειξις αρκετά χαρακτηριστική ότι το δίκαιον θα θριαμβεύση και τά παιδιά που ο Τούρκος καί ο Βούλγαρος άρπαξε για να εξισλαμήση και εκβουλγαρίση θα αποδοθούν στην αγκαλιά της Μάννας.» (ΠΑΤΡΙΣ 13-10-1919)
Για την παλιννόστηση βέβαια των προσφύγων ιδιαίτερη μέριμνα έλαβε και η ελληνική κυβέρνηση. Έτσι διαβάζουμε σε εφημερίδες της εποχής: 

«ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΗΣΙΣ ΤΩΝ ΘΡΑΚΩΝ»:
«Συμφώνως προς τας αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου δια την εγκατάστασιν των εκ Θράκης ομογενών προσφύγων διετέθησαν δύο ατμόπλοια, ο «Πηνειός» και η «Αστραπή» τα οποία θα συγκεντρώσουν αυτούς εκ των διαφόρων μερών εις Δεδεαγάτς. Προς μεταφοράν αυτών εις το εσωτερικόν, διετέθησαν στρατιωτικά αυτοκίνητα. Αι ειδικαί υπηρεσίαι της Περιθάλψεως και του Γενικού Διοικητού Ανατ. Μακεδονίας διετέθησαν καταλλήλως δια την ταχυτέραν ενέργειαν.» (ΕΜΠΡΟΣ 21-10-1919)
«Η ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΗΣΙΣ EΙΣ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ - ΑΦΙΞΙΣ TOY ''ΠΗΝΕΙΟΥ'':
ΞΑΝΘΗ, 27 Οκτωβρίου. (Του απεσταλμένου μας) «Εις το Δεδεαγάτς κατέπλευσεν ο «Πηνειός», μεταφέρων τους πρώτους παλιννοστούντας. Σκηναί συγκινητικαί έλαβον χώραν καθ' ην ώραν οί παλιννοστούντες επάτησαν το πάτριον έδαφος. Ο κ, Θεοδωρίδης, ευρισκόμενος επί τόπου, κανονίζει την αποστολήν αυτών είς τας πατρίδας των.

«Εικόνα 3: Άφιξη προσφύγων στο λιμάνι του Δεδεαγάτς τον Οκτώβριο του 1919.»
Επίσης κατέπλευσεν αυτόθι το αντιτορπιλλικόν «Λέων» με κυβερνήτην τον κ. Δεμέστιχαν και θα παραμείνη διαρκώς. Οί Έλληνες κάτοικοι με δάκρυα στα μάτια εχαιρέτισαν την Ελληνικήν σημαίαν.
Οί Βούλγαροι απεπειράθησαν να πωλήσουν την εσοδείαν τής Μάκρης, αλλ' ήμποδίσθησαν υπο τών Γάλλων.
Εις την Γκουμουλτζίναν κατηρτίσθη πενταμελής επιτροπή εκ τριών Ελλήνων, ενός Τουρκου και ενός Βουλγάρου διά τήν απόδοσιν τών κατειλημμένων Ελληνικών κτημάτων.
Αναχωρώ δια Δεδεαγάτς, οπόθεν θα σας αποστείλω λεπτομερείας επί της παλιννοστήσεως τών προσφύγων και της εν γένει καταστάσεως. Α. ΚΟΝΙΤΟΓΙΟΥΛΟΣ» (Πατρίς 28-10-1919)
Έχει ενδιαφέρον να δούμε στο σημείο αυτό την κατάσταση στην οποία βρισκόταν η πόλη μας εκείνη την εποχή όπως καταγράφηκε με γλαφυρό τρόπο σε δύο άρθρα που έγραψε ο απεσταλμένος της αθηναϊκής εφημερίδας «Πατρις» Α. Κονιτόπουλος και παραθέτουμε με την ορθογραφία του πρωτοτύπου πλην του μονοτονικού. Το πρώτο δημοσιεύθηκε στις 30-10-1919 με τίτλο
«ΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ TOΥ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ - ΙΧΝΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗΣ ΔΡΑΣΕΩΣ:
«ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ, 27 Οκτωβρίου. (Του απεσταλμένου μας) - Ό κυβερνήτης του «Λέοντος» κ. Δεμέστιχας εξελθών εις την πόλιν συνειργάσθη δια μακρών μετά του κ. Χαλκιοπούλου και της επιτροπής της παλιννοστήσεως δια την απόβασιν των προσφύγων δια την οποίαν θά χρησιμοποιηθούν οκτώ καΐκια χρησιμοποιούμενα μέχρι τούδε δια εκφόρτωσιν τροφίμων και επίπλων. Ό «Λέων» την πρωίαν απέπλευσε δια Πόρτο-Λαγό.

«Εικόνα 4: Αντιτορπιλικό Λέων.»
Από της χθές κατηργήθη ή Βουλγαρική γλώσσα. Aι τοιχοκολληθείσαι κοινοποιήσεις εγράφησαν Γαλλιστί. Ήνοιξε γραφειον εγγραφής των παλιννοστούντων. Διά τοιχοκολλήσεων ηγγέλθη ότι τα Βουλγαρικά νομίσματα ισχύουν μέχρι τής Πέμπτης. Επίσης τα χαρτόσημα και τα γραμματόσημα.
Οι Βούλγαροι ιερείς από των εκκλησιών συνεβούλευσαν τους Βουλγάρους κατοίκους να παραδόσουν άνευ αντιστάσεως τας Έλληνικάς οικίας και τα κτήματα είς τους Ελληνας ιδιοκτήτας, την μεσημβρίαν δε ό συνταγματάρχης διοικητής τής πόλεως συγκαλέσας τους Βουλγάρους είς την αίθουσαν του εστιατορίου «Λονδίνον» διέταξε τήν παράδοσιν των Ελληνικών οικιών και καταστημάτων. Την εσπέραν εξελθών κήρυξ συνεβούλευσεν τό ίδιον προσθέσας όπως γραφή προ εκαστης οικίας τό όνομα του ιδιοκτήτου. 'Ετάχθη προθεσμία παραδόσεως τεσσάρων ημερών.

«Εικόνα 5: Το ξενοδοχείο Λονδίνο.»
Η επιτροπή ή καταγράφουσα τας οικίας εύρεν 150 κατεδαφισμένας, τας λοιπάς δε εις αθλίαν κατάστασιν. Το Έλληνικόν προξενείον έχει μεταβληθή είς σταύλον. Οι ωραίοι δρόμοι του Δεδεαγάτς είνε κατεστραμμένοι και ήρχισαν να επιδιορθώνονται από τους Γάλλους διαταγή του Ντεσπεραί χρησιμοποιουμένων προς τούτο ολοκλήρων λόχων Σενεγαλέζων.

«Εικόνα 6: Επισκευές δρόμων απο σενεγαλέζικους λόχους.»

«Εικόνα 7: Τοποθέτηση γραμμής στην κεντρική λεωφόρο απο σενεγαλέζους  στρατιώτες & βούλγαρους αιχμαλώτους.»
Ό Μητροπολιτικός μας ναός είνε άθικτος. Υπελείφθησαν δύο Βούλγαροι ιερείς oι οποίοι φεύγουν αύριον. Δεξιά τής Μητροπόλεως υπάρχει κτίριον εφ' ου σώζεται ή επιγραφή «Έλλην». Απέναντι εις άλλο κτίριον υπάρχη επίσης ή λέξις «Ελλην». Επί της προμετωπίδος της Μητροπόλεως σώζονται αι συλλαβαί «Μητρόπ».
Διειτάχθη αποχώρησις του Βουλγαρικού τελωνείου εις Μουσταφά πασά. Τα εισερχόμενα εμπορεύματα θα φορολογούνται υπό των Γάλλων χάριν της Θράκης.
Ό κ. Χαλκιόπουλος αφιχθείς συνειργάσθη διά μακρών μετά του συνταγματάρχου Τιερύ διά τό ζήτημα τής παλιννοστήσεως, έλυσε δε τό ζήτημα των ελαιών τής Μάκρης της οποίας την εσοδείαν οί Βούλγαροι επώλησαν είς τήν εφορίαν των αντί 10.000 ενώ ή αξία των υπερβαίνει τα δυόμισυ εκατομμύρια. Κατόπιν τούτου ή δημοπρασία ηκυρώθη. Σήμερον τόν κ. Τιερύ αντικατέστησε ο ταγματάρχης Φόρ.
Επίσης ο κ. Χαλκιόπουλος συνειργάσθη με τον κ. Θεοδωρίδην μετά του οποίου ανεχώρησεν είς Πόρτο-Λαγό. Ή κατάστασις του Αίνου είνε οικτρά. Διοικείται υπό Τούρκων οι οποίοι κατέστρεψαν όλας τας Ελληνικάς εκκλησίας. Επίσης τα πέριξ χωρία είναι κατεστραμμένα.»
Το δεύτερο δημοσιεύθηκε στις 20-11-1919 υπό τον τίτλο
«ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΡΑΚΗΝ. ΕΙΣ ΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΟΥ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ. Η ΠΑΡΑΛΙΑ ΠΕΔΙΟΝ ΜΑΧΗΣ. - Η ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΗΣΙΣ ΤΩΝ ΘΡΑΚΩΝ»:
«ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ, Νοέμβριος. (Ιδιαιτέρα υπηρεσία «Πατρίδος»). - Διασχίζω διά πολλοστήν φοράν την Θράκην μεταβαίνων είς Δεδεαγάτς όπως καταστήσω ενημέρους τους αναγνώστας της «Πατρίδος» του σπουδαιοτάτου ζητήματος της παλιννοστήσεως των προσφύγων, παρ' ολας τάς συγκοινωνιακάς δυσχερείας και τό άφθονο χιόνι που άρχισε νά πέφτη γιά νά φορέση ή Ροδόπη τη λευκή της στολή.
To τραίνο περνά τά Μπούκια, τό Γενή κιοϊ και φθάνει στό Όξιλάρ. Τά τρία αυτά σημεία τά οποία επί σειράν μηνών εφιλοξένησαν τον ελευθερωτήν Ελληνικόν στρατόν σήμερον είνε έρημα. Καμμία στρατιωτική κίνησις πειά γιατί τά σύνορα τά ελληνικά δεν είνε πλέον στο Νέστο είνε στό Ακσού και τήν Ροδόπη στά πρόθυρα της Γκιουμουλτζινας και του Δεδεαγάτς. Και εκεί που άσπριζαν ή σκηνές τών τσολιάδων και τών φαντάρων πρασινίζει τό χορτάρι που περιβάλλει της πέτρινες επιγραφές των Συνταγμάτων μας που αθάνατες θα μείνουν εκεί γιά νά θυμίζουν τήν διάβασι των Ελλήνων γιά την Ελληνική και τώρα ελεύθερη Θράκη.
Περνούμε το Όξιλάρ χωρίς πειά ελέγχους και διατυπώσεις και σε λίγο διακρίνωμε το παληό όρόσημο. «Πρέπει να τό εξαλείψετε, μου λέγει ό συνταξειδιώτης μου Αρμένιος τραπεζίτης Ρεδαζιάν, και να χαράξετε υπερήφανα τά νέα σας σύνορα μπροστά στήν Πόλι».
Και το τραίνο προχωρεί. Παντού βλεπει κανείς Ελληνικόν στρατόν, παντού γεωργούς νά οργώνουν ήρεμα τή γη πού χρόνια τώρα δεν ημπόρεσαν νά καλλιεργήσουν φοβούμενοι οτι οί Βούλγαροι θά εθέριζαν τους καρπούς των.
Στό σταθμό του Κιζιλτζάκιοι οί φαντάροι μας έχουν χαράξει μέ πετραδάκια τήν επιγραφή• «1ος λόχος Θράκης-3η Μεραρχία». Ή γέφυρα του Κουρού-Τσάϊ μεταξύ Γιασήκιοϊ και Ναρλίκιοϊ έχει καταστραφή και oi φαντάροι εργάζονται και κατασκευάζουν νέον δρόμον όπως ενώσουν τά δυο χωριά διά της αρχαίας «ενετικής λιθίνης γεφύρας.
Απέναντι του σταθμού τον Ναρλίκιοι ο ιατρός κ. Χρυσοχόου έχει εγκαταστήσει την παγίδα του• τέσσαρες μεγάλαι τετραγωνικαί σκηναί δέχονται τους διερχομένους πρόσφυγας όπως υποστούν την απαραίτητον απολύμανσιν και πέντε λέβητες αχνίζουν απολυμένοντες τας αποσκευάς, για να φύγουν οί πρόσφυγες καθαροί στά χωριά των πoυ τούς περιμένουν τόσα χρόνια.
Αργά το βράδυ φθάνομεν στό Δεδεαγατς, ενώ το χιόνι εξακολουθεί να πέφτη πυκνώτερον. Είς τον σταθμόν ολίγοι Βούλγαροι χωροφύλακες και μερικοί σενεγαλέζοι αντιπροσωπεύουν τας αρχάς. Το μπυφέ του σταθμού αποτελεί ένα καινούργιο πύργο Βαβέλ. Ακούει κανείς νά μιλώνται ολαι αι γλώσσαι χωρίς νά λείπη ούτε η Αρμενική, ούτε ή Εβραϊκή ή η γλώσσα των Μαροκινών. Επi τέλους ό Λιθουανός σερβιτόρος καταδέχεται νά μου φέρη «Μπύρ Τουρλου», ένα κράμμα από πράσινες πιπεργές μέσα στο oποίον εις μάτην αναζητώ ολίγον κρέας γκαμήλας και ένα σιφόν μέ σέλτς, διότι νερό και ψωμί δεν υπάρχει εις ότι ζητήσω «Νέμα» μου απαντά ό χονδρός Λιθουανός. Είνε ένα μενού τό οποιον θά εζήλευαν γιά μιά φορά και οί ωραίοι πελάται τού κύρ-Μιχάλη του «Αβέρωφ». Ό Αρμένιος αραμπατζής μέ μεταφέρει στήν πόλιν μέ 80 λέβια. Ή πόλις είνε έρημος και είς τους φαρδείς δρόμους της δεν ακούεται παρά το ρυθμικό βάδισμα της Γαλλικής περιπόλου πού αγρυπνεί φύλαξ αυτή της ασφαλείας, της τιμής και της περιουσίας των Ελλήνων. Εις τό ξενοδοχείον «Λόνδον» συναντώ τά μέλη της επιτροπής της παλινοστήσεως τών προσφύγων τά οποία συνεδριάζουν διά να κανονίσουν τάς λεπτομερείας της αναχωρήσεως των προσφύγων πού έφερεν ή «Λόγχη» από τήν Σαμοθράκην. Ολοι ευρίσκονται είς μίαν πυρετώδη κίνησιν γιά να στείλουν όσω το δυνατόν ταχύτερον τους πρόσφυγας σπίτια των.-

«Εικόνα 8: Διασυμμαχική περίπολος στην οδό Ιωακείμ. Αριστερά σήμερα είναι το κατάστημα της ΕΤΕ.»
Τό πρωινό χιονόνερο δέν μ' εμποδίζει νά περιέλθω την πόλιν. Οι δρόμοι της τέλειοι, μού θυμίζουν ολίγη Αθήνα από την οποίαν όμως λείπει ή κίνησις και τα μέγαρα. Παντού διακρίνω τήν βουλγαρικήν καταστροφή. Ό βάρβαρος σαν καταιγίς, σαν λαίλαψ επέρασε κι΄απ΄εδώ γιά νά αφίση ανεξάλειπτα τά ίχνη τής διαβάσεώς του. Παντού ερείπια, παντού σπίτια χωρίς παράθυρα και πόρτες, χωρίς προσόψεις, χωρίς στέγας. Μέγαρα ολόκληρα είχον μεταβάλει εις σταύλους και άλλα εις αποθήκας. Έάν εσώθησαν δέ μερικά έξ αυτών, τούτο συνέβη, διά τόν απλούστατον λόγον, ότι εχρησιμοποιούντο ώς δημόσια καταστήματα. Αντιλαμβάνομαι βουλγαρικήν οικογένειαν ετοιμαζομένην νά αναχωρήση και θραύουσαν τούς υαλοπίνακας των παραθύρων. Είνε άρκετόν, νομίζω αυτό τό ελάχιστον διά νά φαντασθήτε τήν μοχθηρίαν τής βουλγαρικής ψυχής. Από τον ωραίον όσov και απέραντον ατμόμυλον Πρωτόπαπα δέν σώζονται παρά ερείπια και τα τοιχώματα των σπιτιών χαίνοντα φωνάζουν τά βουλγαρικά κακουργήματα. Οπουδήποτε και αν κυτάξη κανείς, διακρίνη τον Ελληνικόν, τον καθαρώς Ελληνικόν χαρακτήρα του Δεδεαγατς του οποίου η εμπορική κίνησις είς το παρελθόν ήτο τόσον αξιόλογος.

«Εικόνα 9: Το ερειπωμένο Δεδεαγατς.»
Τά πλείστα των καταστημάτων είνε κλειστά. Τα εγκατελειψαν οί Βούλγαροι φεύγοντες και τώρα περιμένουν τους ιδιοκτήτας των γιά νά επαναλάβουν ζωή και κίνησιν. Διακρίνω τήν πρώτην ελληνικήν έπιγραφήν. Είνε του καφεζυθοπωλείου το «Διεθνές».
Με τόν Λιμενάρχην κ. Κουρμπέλην κατερχόμεθα εις την παραλίαν. Είνε μία φρικτή εικών το θέαμα που παρουσιάζει ό πρώην έμπορικώτατος λιμήν του Δεδεαγάτς. Εις το βάθος υπερήφανος κυματίζει ή Ελληνική σημαία τής «Λόγχης» γιά νά δείχνη τήν ελληνικότητα αύτού. Εντός του λιμένος δέν υπάρχουν παρά συντρίματα ναυγίων, θυμάτων των βομβαρδισμών, τα οποία Γαλλικά τμήματα προσπαθούν δια δυναμίτιδος να ανατινάξουν. Οι ωραίοι λιμενοβραχίονες και αί ωραιότερα αποβάθραι του λιμένος έχουν καταστραφεί τελείως, η δε παραλία ολόκληρος έχει μεταβληθή εις άμορφον σωρόν ερειπίων.

«Εικόνα 10: Ανάσυρση συντριμμάτων απο το λιμάνι απο στρατιώτες.»
Διακρίνομεν ακόμη τά βουλγαρικά χαρακώματα, μπουαγιώ, αμπρι και πυροβολεία, τα οποία είχον κατασκευάσει οι Βούλγαροι προς άμυναν του λιμένος και τά οποία ό Συμμαχικός στόλος κατέστρεψε τελείως κατά το 1915. Μόνον ο φάρος παραμένει άθικτος. Πειό πέρα βρίσκεται σωριασμένη μιά μάζα σκελετών, βαγονιών που κατέστρεψαν τά κανόνια τών στόλων. Τά πάντα εδώ μας παρουσιάζουν το πεδίον μίας μάχης. Και δείχνουν τήν θέσιν τών ηττημένων. Οί δύο 'Έλληνες χωροφύλακες τους οποίους έχω μαζί μου -και είνε οί πρώτοι που έρχονται εδώ- προκαλούν τόν ενθουσιασμόν τών Έλλήνων βαρκάρηδων οι οποίοι ζητωκραυγάζουν. Ό αυτός ένθουσιασμός παρατηρείται και μεταξύ των άλλων Ελλήνων που ευρίσκονται στήν πόλιν, ενώ οι Βούλγαροι φοβισμένοι κατεβάζουν τά μάτια από ντροπή.
«Εικόνα 11: Το Λιμανάκι με τράτες γύρω στο  1919.»
Ή ζωή είνε σχετικώς φθηνη, αλλ’ ελλείπουν τά τρόφιμα και πρωτίστως το ψωμί. Κατά τά άλλα ευρίσκεται κανείς έπί τών ερειπίων του Ελληνισμού επάνω είς τά οποία υπερήφανος υψούται ή 'Ελληνική Μητρόπολις μετά των τριών Ελληνικών διδακτηρίων, νηπιαγωγείου, αρρεναγωγείου και παρθεναγωγείου.
Τό Δεδεαγάτς σήμερον είνε νεκρόν. Το εφόνευσαν οί Βούλγαροι. Και καλείται ο Ελληνισμός, ή ψυχή του, νά το αναστήση, νά του δώση και πάλιν ζωήν και κίνησιν. Α. ΚΟΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ»
Εκτός όμως από την επιστροφή των προσφύγων κύρια μέριμνα των ελληνικών αρχών ήταν και η εκπαίδευση. Έτσι ιδρύθηκαν τα πρώτα σχολεία:
«Εις την περιφέρειαν του Δεδεαγάτς, εις το Σουφλί και το Διδυμότειχο ιδρύθησαν εξατάξια δημοτικά σχολεία, εις τα οποία ήρχισαν προσερχόμενοι και φοιτώντες και Βουλγαρόπαιδες» (ΠΑΤΡΙΣ 7-11-1919).
Εντωμεταξύ η επιστροφή των προσφύγων συνεχιζόταν, ενώ διορίσθηκαν και Έλληνες διοικητές των πόλεων της δυτικής Θράκης. Διαβάζουμε στις ανταποκρίσεις του Κονιτόπουλου στην «Πατρίδα» πάντα:
«Κατόπιν της διαταγής ταύτης, αι Βουλγαρικαί αρχαί καθηρέθησαν ενταύθα. Τους αφηρέθησαν και τα Βουλγαρικά στέμματα. Διωρίσθησαν διοικηταί Ξάνθης ό κ. Καλεύρας, Γκιουμουλτζίνης ο κ. Βουτιάδης, δικηγόρος, Δεδεαγάτς ο κ. Παπαδάτος, τέως διοικητής Σιδηροκάστρου, δικηγόρος, Σουφλίου ο κ. Σδρόλας Παναγ. Δικηγορος, Διδυμοτείχου ό κ. Ευκλείδης δικηγόρος και πολιτευόμενος επί Τουρκοκρατίας, Καραγάτς ο κ. Καρακατσάνης πρώην καϊμακάμης Ραιδεστού, και γραμματεύς της Γενικής Διοικήσεως της Θεσσαλονίκης. Από 1ης Δεκεμβρίου ή έδρα του στρατηγού Σαρπύ μεταφέρεται εις Δεδεαγάτς.» (Πατρίς 21-11-1919)
Ο «Πηνειός» καταπλεύσας ενταύθα, απεβίβασεν υπερεξακοσίους πρόσφυγας και αρκετά τρόφιμα εντός ώρας, ηναγκάσθη δε να διακόψη την εκφόρτωσίν του λόγω των αντιθέτων ανέμων οι οποίοι ήρχισαν να πνέουν.» (Πατρίς 25-11-1919)
Η μέριμνα για τους πρόσφυγες και την ομαλή επιστροφή τους έφερε στην πόλη μας και πολλούς Έλληνες αξιωματούχους, οι οποίοι πηγαινοέρχονταν για να διεθύνουν την όλη οργάνωση. Συντονιστής όλων ο γνωστός στην πόλη μας, αφού διετέλεσε προξενος σε αυτήν, Χαλκιόπουλος: 
«Ο πολιτικός Σύμβουλος κ. Χαλκιόπουλος, αφιχθείς ενταύθα μετά του επί της παλιννοστήσεως και περιθάλψεως κυβερνητικού αντιπροσώπου κ. Θεοδωρίδου, εκανόνισε διάφορα ζητήματα σχετικά με την παλλινόστησιν. Την επομένην επιβάντες του «Λέοντος» κατηυθύνθησαν εις Πόρτο - Λαγό» (Πατρίς 25-11-1919)
«Η ΠΕΡΙΘΑΛΨΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΡΑΚΗΝ- ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ ΕΙΣ ΤΟ ΣΟΥΦΛΙ
ΔΡΑΜΑ, 29 Νοεμβρίου. (Ίδ. τηλ.). - Προερχόμενος εκ Δεδεαγατς αφίκετο εις Σουφλι ο κυβερνητικός αντιπρόσωπος της Περιθάλψεως κ. Θεοδωρίδης μετά του τοποτηρητου της μητροπόλεως Δεδεαγατς κ. Νεοφύτου. Ό κ. Θεοδωρίδης προέβη είς καταρτησμον επιτροπής όπως εξετάση τά κατεστραμμένα οικήματα. Διέταξε και παρέστη εις την διανομήν των αλεύρων δια μίαν τριμηνίαν είς τους κατοίκους Σουφλίου και τών χωρίων, απεφάσισε δέ οπως καταβληθούν εφ' άπαξ επιδόματα μέχρι χιλίων δραχμών είς τους αγροτικούς πληθυσμούς, μέχρι δύο δε χιλιάδων εις τους αστικούς προς επισκευήν των κατεστραμμένων οικιών των. Επεσκέφθη επίσης το σχολείον, όπου φοιτούν υπερεξακόσιοι μαθηταί και αντελήφθη την ανάγκην της ενισχύσεως του διδασκαλικού προσωπικού. Επίσης απεφάσισεν όπως διανεμηθή σπόρος εις τους γεωργούς. Κατά την διελευσίν του έκ Γκιουμουλτζίνης επέτυχεν όπως ή μεγάλη Τσανάκλειος σχολή χρησιμοποιηθή ώς ορφανοτροφείον, κατόπιν δε τούτου απεφάσισεν όπως ιδρυθούν εις Δεδεαγατς και Ξάνθην οικοτροφεία. Τά εγκαίνια του ορφανοτροφείου γίνονται την προσεχή Κυριακήν, θά παραστούν δε οί κ. κ. Σαρπύ και Βαμβακάς και αι αρχαί. Ό κ. Θεοδωρίδης έφερεν είς Σουφλί φάρμακα προς διανομήν εις τους ασθενείς, εκράτησε δε τοιαύτα και δια το Δεδεαγάτς. Εις Δεδεαγάτς κατέπλευσεν το οπλιταγωγόν «Κανάρης» και ή «Εσπερία», μεταφέροντα πρόσφυγας, δια την τακτοποίησιν τών οποίων εφρόντισαν αυτοπροσώπως ό κ. Θεοδωρίδης μετά του Αγίου Αίνου. Εις Δεδεαγάτς εγκαθίσταται αποστολή Ερυθρού Σταυρού εις τάς λοιπάς δέ πόλεις ιατρεία.» (Πατρίς 30-11-1919)
Το 1920 μπήκε με τις ελπίδες όλων των Ελλήνων στραμμένες στο συνέδριο της ειρήνης στο Παρίσι όπου εξακολουθούσαν μεν οι επίπονες διαπραγματεύσεις αλλά ήταν πλέον θέμα χρόνου η ποθητή ενσωμάτωση της δυτικής Θράκης στη μητέρα Ελλάδα. (βλ. προηγούμενο άρθρο «Πως φθάσαμε στη 14η Μαΐου 1920. Η ενσωμάτωση του Dedeagatch. Διπλωματικό παρασκήνιο και παραλειπόμενα.» Παράλληλα στην πόλη μας συνεχιζόταν με τη μέριμνα του Ελληνικού κράτους, που ήθελε να ενισχύσει το Ελληνικό στοιχείο των θρακικών πόλεων, και τη συνδρομή του διασυμμαχικού καθεστώτος η παλιννόστηση των προσφύγων. Διαβάζουμε στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ»:

«Η ΠΑΛΙΝΟΣΤΗΣΙΣ ΠΩΣ ΔΙΕΞΑΓΕΤΑΙ-ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΝ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ
Ασφαλείς πληροφορίαι αναφέρουν ότι η παλινόστησις των προσφύγων της Θράκης εις Δεδε-Αγάτς συντελείται κανονικώτατα και μετά πλήρους τάξεως. Ο Έλλην Δήμαρχος του Δεδέ-Αγάτς βοηθούμενος υπό των αρμοδίων Αρχών καταβάλλει πάσαν προσπάθειαν προς εγκατάστασιν των προσφύγων. Σημειωτέον, ότι, ενώ το Δεδέ-Αγάτς ηρίθμει κατά το 1913 πλέον των 5.000 Ελλήνων, σήμερον δεν αριθμεί ούτε 3.000 κατοίκων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται και οι Τούρκοι και ελάχιστοι Βούλγαροι. Προς τούτοις πρέπει να τονισθή ότι αι Γαλλικαί αρχαί υποβοηθούσι μεγάλως το έργον των Ελληνικών Αρχών, όσον αφορά την εγκατάστασιν των παλινοστούντων προσφύγων.» (MAKEΔONIA 6-1-1920)
« Η ΠΑΛΙΝΟΣΤΗΣΙΣ-ΕΠΙΣΗΜΟΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ
Φέρομεν εις γνώσιν των εκ των περιφερειών Δεδέαγατς, Σουφλίου, Διδυμοτείχου και Καραγάτς καταγομένων προσφύγων Θρακών, οίτινες είναι εγκατεστημένοι εν Θεσσαλονίκη ότι σήμερον εσπέρας αναχωρεί εντεύθεν διά Δεδε Αγάτς το επίτακτον ατμόπλοιον ´Μακεδονία´. Συνιστώμεν όθεν αυτοίς, όπως επωφεληθούν της παρουσιαζομένης ευκαιρίας και αναχωρήσωσι δια τας πατρίδας των, εφοδιαζόμενοι δι’αδείας παλινοστήσεως παρα της υπηρεσίας ημών, καθ’όσον αφ’ενός μεν διεκόπη επί του παρόντος η σιδηροδρομική συγκοινωνία με την Δυτικήν Θράκην, αφ’ ετέρου δε τα διατεθέντα ημίν επίτακτα ατμόπλοια θέλουσι χρησιμοποιηθή του λοιπού εις άλλας υπηρεσίας. Ο Διευθυντής Κ. Καμπάς». (MAKEΔONIA 9-1-1920)
Βέβαια ενόσω διαρκούσαν οι διαπραγματεύσεις για τη τελική τύχη της Δυτικής Θράκης ανθούσε και η προπαγάνδα. Έτσι γράφτηκε στην εφημερίδα Μακεδονία της 10-1-1920 η εξής είδηση:
«Εκ Σόφιας (ιδ. Υπ) - Απεστάλησαν εκ Βάρνης 25 βαγόνια σίτου εις Δεδεαγάτς υπό της βουλγαρικής Κυβερνήσεως, χάριν των αναγκών του βουλγαρικού πληθυσμού της Θράκης»
Τα βαγόνια αυτά δεν ξέρουμε αν φτάσαν ποτέ στην πόλη μας ή ακόμα καλύτερα αν εστάλησαν πραγματικά. Το σίγουρο όμως είναι ότι εξακολουθούσαν να έρχονται πρόσφυγες. Καθώς κορυφώνονταν οι διαπραγματεύσεις για την τύχη της Δυτικής Θράκης, η Ελληνική Κυβέρνηση προσπαθούσε να πείσει και όσους δεν είχαν επιστρέψει να το κάνουν:

«ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
Ειδοποιούνται οι εκ Δ. Θράκης καταγόμενοι πρόσφυγες ότι το τεθέν εις την διάθεσιν μας ατμόπλοιον ΕΛΕΥΣΙΣ κατέπλευσε σήμερον εις τον λιμένα μας έτοιμον όπως παραλάβη πρόσφυγας και μεταφέρη αυτούς εις Δεδέαγατς. Συνεπώς δέον να σπεύσωσιν ούτοι όπως ετοιμάσωσι τας αποσκευάς των και επιβιβασθώσιν εγκαίρως αύριον πρωίαν επί του ανωτέρω ατμοπλοίου.
Η εν Δεδέαγατς Επιτροπή Περιθάλψεως θέλει μεριμνήση όπως αποστείλη αυτούς σιδηροδρομικώς εις τας πέραν του Δεδέαγατς εστίας των.
Συνιστώμεν αυτοίς όπως επωφεληθώσι της παρουσιαζομένης ευκαιρίας και παλινοστήσωσι καθόσον είνε λίαν αμφίβολον αν θα έχωμεν εφεξής εις την διάθεσιν μας μέσα μεταφοράς δια την Δ. Θράκην. Ο Διευθυντής Κ. Καμπάς». (MAKEΔONIA 28-2-1920)
Εκτός από την επιστροφή των προσφύγων σημαντική ήταν και η προσπάθεια πριν ακόμα κατοχυρωθεί η Δυτική Θράκη στην Ελλάδα να οργανωθεί και η εκπαίδευση των επαναπατριζόμενων Ελλήνων και ως επιπλέον κίνητρο για την επιστροφή τους:

«ΓΥΜΝΑΣΙΟΝ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ
Καθίσταται γνωστόν εις τους ενδιαφερομένους γονείς και κηδεμόνας, ότι εν Δδεδέ-Αγάτς ιδρύθη γυμνάσιον τριτάξιον μετά δωρεάν οικοτροφείου, βιβλίων και γραφικών ειδών δια τους εκ Δυτικής Θράκης καταγομένους μαθητάς. Τα μαθήματα ήρχισαν ήδη, αι δ’εγγραφαί διενεργούνται καθ’εκάστην. Η Διεύθυνσις του Γυμνασίου Δεδεαγάτς» (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 4-4-1920)

«Εικόνα 12: Το Γυμνάσιο.»


Τελικά η δυτική Θράκη κατοχυρώθηκε στην Ελλάδα. Για το λόγο αυτό έπρεπε να ρυθμιστεί η διοικητική οργάνωση της νέας αυτής περιφέρειας. Πριν ακόμα συντελεσθεί η ενσωμάτωση οι εφημερίδες της εποχής, εμφορούμενες από το γενικό κλίμα ενθουσιασμού, δημοσιεύουν σχέδια οργάνωσης των νέων χωρών:

«Η ΓΕΝ. ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Κατά τινας πληροφορίας, η γενική διοίκησις Ανατολικής Μακεδονίας θα επεκταθή μέχρι Δεδεαγάτς. Το μεταξύ Τσατάλτζης και Δεδεαγάτς περιλαμβανόμενον έδαφος θα αποτελέση νέαν Γενικήν Διοίκησιν, η οποία θα έχη έδραν την Αδριανούπολιν» (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 17-4-1920)
Βέβαια μέχρι και την παραμονή της αποβιβάσεως των Ελληνικών στρατευμάτων στην πόλη μας δεν έλειψαν και τα προβλήματα ιδίως με κάποιους θερμοκέφαλους αξιωματούχους της Διασυμμαχικής κατοχής, πιθανόν και αργυρώνητους από τους Βουλγάρους:

«ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΝ ΕΙΣ ΤΟ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ
ΘΕΣ/ΝΙΚΗ, 2 Μαΐου. (Ιδ. Τηλ. του Εμπρος). - Την παρελθούσαν εβδομάδα απεστάλησαν εις Δεδεαγάτς υπάλληλοι της Εθνικής Τραπέζης όπως εγκαταστήσουν υποκατάστημα αυτής. Ο Γάλλος όμως Διοικητής τους ημπόδισεν ειπών ότι ακόμη το Δεδεαγάτς ευρίσκεται υπό Βουλγαρικήν κατοχήν.» (ΕΜΠΡΟΣ 3-5-1920)
Στο άρθρο αυτό δεν αναλύσαμε διεξοδικά όλες τις πτυχές του Διασυμμαχικού καθεστώτος παρά αρκεστήκαμε σε δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής για το κράτος αυτό. Μπορούμε όμως να πούμε συνοψίζοντας όλα τα ανωτέρω, ότι το Διασυμμαχικό Καθεστώς προετοίμασε το έδαφος για την ομαλή ενσωμάτωση της Δυτικής Θράκης στον εθνικό κορμό. Δεν ξέρουμε ποιες θα ήταν οι δυσχέρειες που θα αντιμετώπιζε η Ελλάδα αν δεν είχε μεσολαβήσει η Διασυμμαχική κατοχή και ποια θα ήταν τελικά η τύχη της μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η πόλη μας στο μικρό εκείνο διάστημα από τον Οκτώβριο του 1919 μέχρι και το Μάιο του 1920 έθεσε τις βάσεις της μετέπειτα ελεύθερης ανάπτυξης της.

Πέτρος Γ. Αλεπάκος
Δικηγόρος –ιστορικός ερευνητής
ΠΗΓΕΣ
1. Αρχείο εφημερίδων «ΕΜΠΡΟΣ», «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» και «ΠΑΤΡΙΣ»
2. Κώστα Γεραγα, Αναμνήσεις εκ Θράκης 1920-1922, Τυπογραφείον Εστια
3. Φωτοαρχείο Γ. Π. Αλεπάκου