Κυριακή 16 Ιουνίου 2013

Η δημιουργία Οθωμανικού διοικητικού κέντρου στο Δεδέαγατς της μεγάλης ακμής (1882-1912)

«Πανόραμα της συνοικίας του Διοικητηρίου στο Δεδέαγατς.»

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1870 το Δεδεαγατς (Dedeagatch) δεν υπήρχε ούτε σαν ονομασία. Ο πρώτος οικισμός δημιουργήθηκε από την εταιρία του Βαρόνου Χίρς (Maurice de Hirsch) κατά την διάρκεια κατασκευής του σιδηροδρομικού δικτύου που θα ένωνε την πρωτεύουσα του Οθωμανικού κράτους με την Βιέννη. Στα πλαίσια της συμφωνίας, η κατασκευαστική εταιρία («COMPAGNIE GENERALE POUR L’EXPLOITATION DES CHEMINS DE FER DE TURQUIE D’EUROPE») ανέλαβε την υποχρέωση κατασκευής εμπορικού λιμανιού στο οποίο θα έφτανε μια διακλάδωση της γραμμής. Τα αρχικά σχέδια περιλάμβαναν τη Ρεδαιστό, όμως λόγω ρωσικών παρεμβάσεων αποφασίστηκε η διακλάδωση να φτάνει απέναντι από την Αίνο που αποτελούσε επίνειο της Αδριανούπολης και επικοινωνούσε μέσω του ποταμού Έβρου. Επειδή διαπιστώθηκε ότι οι προσχώσεις του ποταμού μεγάλωναν υπέρμετρα την δαπάνη των λιμενικών έργων στην Αίνο, αποφασίστηκε η απόληξη της γραμμής και το λιμανάκι να κατασκευασθεί στην θέση όπου βρίσκεται σήμερα (βλ. δημοσιευμένο άρθρο σε alepakos.gr): Η πόλη των σιδηροδρόμων στον «ιερό» τόπο του Δεδεαγατς (Dedeagatch).-
Στο άρθρο της Φυσικής Γεωγραφίας της Θράκης του Κ. Μητσόπουλου αναφέρεται: 
«Δυτικώτερον του κόλπου τούτου κείται ο της Αίνου, εις ον εκβάλλει ο Έβρος (Μαρίτσα), εις εκ των μεγάλων ποταμών, όστις ηδυνήθη να προσχώση μέγα μέρος του κόλπου. Επειδή δε εν εκ των στομίων του ποταμού τούτου μετακινηθέν κατά τους νεωτέρους χρόνους προσήγγισε την Αίνον και επλήρωσεν άμμου το λιμένα αυτής, ανέπτυξε δε και μιάσματα πυρετών, εξέλεξαν το Δεδέαγατς, όπερ κείται εκεί όπου άρχεται η παραλία να καθίσταται κρημνώδης, ως πέρας του σιδηροδρόμου του άγοντος από του Αιγαίου εις Αδριανούπολιν και Φιλιππούπολιν».
Είναι γνωστή η διαμάχη των κατοίκων της Αίνου που πολέμησαν την ίδρυση του Δεδεαγατς. Στις 29 Μαΐου 1872 ο εκπαιδευτικός από την Αίνο Νικόλαος Γ. Χατζόπουλος γράφει, κατ' εντολήν και εν ονόματι της Κοινότητας Αίνου, επιστολή στην εφημερίδα Νεολόγος της Κων/πολης, υπερασπιζόμενος με σθένος την ιδιαίτερη πατρίδα του, η οποία με τα δύο λιμάνια της, Δρακοντίνα και Ποντισμένη, μπορεί να χρησιμεύσει ως αποθήκη όλης της ΝΔ Θράκης και ν' αποτελέσει σταθμό του σιδηροδρόμου στη Μεσόγειο. Περιγράφοντας το Δεδέαγατς το χαρακτηρίζει τόπο έρημο, ακατοίκητο, ελώδη, πλήρη ιλύος, αλίμενο, «γιαμπάν γερί» (άγριο μέρος), εκτεθειμένο σε κάθε είδους άνεμο. Τα εκτεταμένα έλη είχαν αρνητικές επιδράσεις στο κλίμα. Γύρω από την Αίνο και το Δεδέαγατς η ελονοσία είναι διαδεδομένη.- Το χειμώνα είναι απροσπέλαστο στους ναυτιλλόμενους και το καλοκαίρι με ελάχιστη κακοκαιρία τα προσορμιζόμενα πλοία διατρέχουν έσχατο κίνδυνο. Εξάλλου τονίζει ότι δεν υπάρχουν μόνιμοι κάτοικοι στο «ελωδέστατον και τελματώδες» Δεδέαγατς, εκτός αν θεωρήσουμε τέτοιους τους προσωρινώς εργαζόμενους εκεί χειρώνακτες και αχθοφόρους που μεταβαίνουν για αλιεία σε διάφορες εποχές. Κατά τη χειμερινή περίοδο, το 50% των εργαζομένων πάσχει από ενδημικές ασθένειες. Δεν υπάρχει πόσιμο νερό, ενώ το μέρος μπορεί να θεωρηθεί πηγή παντός είδους πυρετού και ασθένειας...
«Φωτογραφία  απο το Φάρο που δείχνει άποψη του διοικητικού κέντρου και την οικία Κριτή (Ρωσικό προξενείο) να κατασκευάζεται..»

Επιπλέον στο Νεολόγο της 10ης Δεκεμβρίου 1875 δημοσιεύτηκε άλλο ένα άρθρο με τίτλο «Αίνος και Δεδέαγατς» από το οποίο προκύπτει ότι από τότε που τέθηκε το ζήτημα κατασκευής του λιμανιού στο Δεδέαγατς ως συνέπεια της ανάπτυξης των σιδηροδρόμων, οι Αινίτες με πολλές αναφορές τους στην οθωμανική κυβέρνηση προσπάθησαν να αποδείξουν ότι η εκλογή του Δεδέαγατς λιμάνι με την ένδειξη «Port de καiks» είναι λανθασμένη επιλογή.-
«Η κάτοψη του Διοικητικού Κέντρου με το πάρκο Δικαιοσύνης.»

H ονομασία του Δεδεαγατς (Dedeagac ή Dedeaghadje ή Dedeagh ή Dédéagatch), μάλλον πρέπει να είναι σύγχρονη της δημιουργίας του πρώτου οικισμού και του μικρού λιμανιού (αυλιζόμενου λιμένος, όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Μελίρρυτου εκείνης της εποχής «ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΥΠ’ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΝ ΈΠΟΨΙΝ ΤΗΣ ΘΕΟΣΩΣΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΜΑΡΩΝΕΙΑΣ»), λόγω των γηραιών δρυών που υπήρχαν στην περιοχή. Dedeagac στα τουρκικά σημαίνει κατά ακριβολογία «παπόδεντρο», όρο που χρησιμοποίησε και ο Ίων Δραγούμης αρκετά χρόνια μετά. Η ονομασία αυτή δεν μπορούμε να διαπιστώσουμε αν προϋπήρχε αφού στην περιοχή αυτή δεν υπήρχε ανθρώπινη δραστηριότητα. Ασχέτως του γεγονότος ότι στην ευρύτερη περιοχή υπήρξαν κατά το παρελθόν τεκέδες δερβίσηδων και όλη η περιοχή ήταν ιερή και η γη ανήκε σε βακούφι, δεν αποδεικνύεται ιστορικά η σύνδεση της ονομασίας με κάποιο Δερβίση παρά μόνο στη σφαίρα του θρύλου. (βλ. δημοσιευμένο άρθρο σε alepakos.gr: Ο Nefes Dede Sultan και το Dedeagatch). Η οδική αρτηρία που ένωνε την Θεσσαλονίκη με την Κωνσταντινούπολη περνούσε από τα στενά του Άβαντα και κατέληγε στις Φέρες, όπως φαίνεται στο Γαλλικό γεωγραφικό οδηγό «Em. Isambert, Itinéraire descriptif, historique et archéologique de l’Orient. I. Grèce et Turquie d’Europe, 16ο, Παρίσι (Guides Joanne)», που εκδόθηκε το 1861. Δεν πολυχρησιμοποιούνταν μάλιστα για τον κίνδυνο των ληστών, έτσι η συγκοινωνία μεταξύ των δυο πόλεων ήταν κατά βάση θαλάσσια. Πιθανόν να διαχείμαζαν βλάχοι και σαρακατσάνοι με τα κοπάδια τους στους γύρω λόφους αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο εάν γινόταν μεταφορά εμπορευμάτων από την παραλία του Δεδέαγατς στην ενδοχώρα, λόγω του δυσπρόσιτου των ακτών και του δυνατού αέρα που κυριαρχεί στην περιοχή και είναι απαγορευτικός στο να προσεγγίζουν τα πλοία χωρίς την προφύλαξη από κάποιο λιμάνι. Ούτε πρέπει να άπλωναν τα δίχτυα τους εδώ ψαράδες από τη Μάκρη ή την Αίνο γιατί, όπως ορθά επεσήμανε ο Άγγελος Ποιμενίδης για την παραλία της πόλης μας:
«Η θάλασσα της αλίμανη και κυματόδαρτη. Ρηχά τα παράλια για προσέγγιση και αγκυροβόλημα καικιών».
Το κρημνώδες των ακτών μάλιστα απαίτησε εργασίες εξομάλυνσης του εδάφους για την κατασκευή των πρώτων εγκαταστάσεων όπως μπορεί να δει κανείς σε μια από τις παλαιότερες φωτογραφίες της πόλης μας που δείχνει το μικρό λιμανάκι και διακρίνονται οι χωματουργικές εργασίες.
«Το Δεδέαγατς στο τέλος του 19ου αιώνα, όπου διακρίνονται χωματουργικές εργασίες για την εξομάλυνση του χώρου των εγκαταστάσεων του σταθμού και του λιμανιού.»

Ταυτόχρονα με την κατασκευή του σταθμού και των πρώτων βοηθητικών κτιρίων έγιναν τα πρώτα σχέδια για το λιμάνι και τις αποθήκες του από τον Α. Guerard και τον L. Dussaud της εταιρίας Dussaud Brothers που κατασκεύασε και τις αποβάθρες της Σμύρνης (Smyrne) κα. Μεταγενέστερα σχέδια έγιναν από τον Aslan το 1890 και τέλος από τον Conrand Schokke το 1910.
«Άποψη του πάρκου της Δικαιοσύνης.»

Όμως η κατασκευή ενός ολοκληρωμένου λιμανιού έμεινε μάλλον στα χαρτιά. Σαράντα χρόνια μετά την κατασκευή του πρώτου λιμενίσκου έγραφε για το Δεδεαγατς σε έκθεση του ο Έλληνας Πρόξενος στην Αδριανούπολη Κ. Δημαράς, «Έκθεσις περί εμπορίας, γεωργίας και βιομηχανίας εν τω νομώ Αδριανουπόλεως κατά το έτος 1911, Εν Αθήναις, 1912»:
«το δε μέλλον αυτού προμηνύεται πολλώ σπουδαιότερον όταν κατασκευασθή ο από πολλών ετών μελετώμενος λιμήν αυτού, εν ω σήμερον στερούμενον τοιούτου και φυσικών όρμων, αναπεπταμένον δε παντί ανέμω καθίσταται απροσπέλαστον εις τα πλοία όταν πνέωσι σφοδροί εκ του Νότου άνεμοι, ευνόητον δ’ως εκ τούτου δια το Δεδεαγάτς ζήτημα ατυχώς δεν έτυχεν εισέτι της ποθητής λύσεως καίτοι διαρκώς και πολλάκις η Κυβέρνησις υπεσχέθη την εκτέλεσιν του λιμένος...»
«Το οθωμανικο δικαστηριο.»

Η μεγάλη ανάπτυξη του Δεδεαγατς ως συγκοινωνιακού κόμβου μεταξύ ανατολής και Δύσης και επίνειου της Αδριανούπολης οδήγησε στην απόφαση τo 1883 η έδρα του σαντζακίου να μεταφερθεί από το Διδυμότειχο στη νέα πόλη, η οποία πλέον άρχισε να αναπτύσσεται γοργά. Ακολούθησε και η έδρα της Μητροπόλεως της Αίνου. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα διέθετε 1.500 σπίτια, εκκλησίες, σχολεία, καταστήματα, καθώς και οκτώ προξενεία, δείγματα της οικονομικής ευμάρειας και της συντονισμένης δραστηριότητας ποικίλων παραγόντων. Τα κύρια προϊόντα της περιοχής ήταν σιτάρι, κριθάρι, σουσάμι, βίκος, σίκαλη, κέγχρος, άνηθος, φακές και διάφορα άλλα δημητριακά. Άλλα προϊόντα ήταν ο καπνός, το βαμβάκι, το λινάρι, τα σταφύλια, οι ελιές και άλλα φρούτα και λαχανικά. Η ετήσια σοδειά σιτηρών έφτανε τα 500.000 κιλά. Επίσης υπήρχαν σε αφθονία τα βελανίδια. Τα σταφύλια, ο καπνός και το μετάξι παράγονταν κυρίως στον καζά του Σουφλίου. Επίσης υπήρχε πληθώρα αιγοπροβάτων, βουβαλιών και χοίρων. Σε μερικά χωριά ύφαιναν ανθεκτικά και καλής ποιότητας κιλίμια και χαλιά. Τα δάση στην περιοχή κάλυπταν έκταση 40.000 στρεμμάτων (donum) με πεύκα, βελανιδιές, οξιές, σφενδάμους και αξιοποιούνταν για την παραγωγή ξυλείας (για κατασκευές και επιπλοποιία), κάρβουνου και καυσόξυλων.

Η μεταφορά της έδρας του Σαντζακιου στην πόλη του Δεδεαγατς και οι πολλά υποσχόμενες προοπτικές στην ανάπτυξη της πόλης έκανε την Οθωμανική Διοίκηση να πειστεί ότι πρέπει να κατασκευαστεί στον παραλιακό δρόμο της πόλης ένα συγκρότημα διοικητικών κτηρίων στα οποία περιλαμβάνονταν διοικητήριο, ταχυδρομικός και τηλεγραφικός σταθμός, αστυνομία, στρατώνες, φυλακές και δικαστήριο. Επίσης διαμορφώθηκε ένας καταπληκτικός σε ομορφιά κήπος. Στο ίδιο χώρο κτίστηκε και μεγαλοπρεπές Τζαμί στην θέση του σημερινού Α παιδικού σταθμού. Η Τεμιρτσίδη Μαρία ανακάλυψε στο πρωθυπουργικό αρχείο Κωνσταντινούπολης έγγραφα του 1883 στα οποία αναφέρονται τα έξοδα για την ανέγερση Διοικητηρίου για τους δημόσιους υπαλλήλους που θα μεταφέρονταν από το Διδυμότειχο στο Δεδέαγατς λόγω σπουδαιότητας του τελευταίου. Επίσης σε έγγραφο του 1887 αναφέρεται ότι εγκρίθηκε η τοποθέτηση επιπλέον υπαλλήλων του τηλεγραφείου λόγω της σπουδαιότητας του Δεδέαγατς από εμπορικής και στρατιωτικής πλευράς. Η δημιουργία μάλιστα αυτού του διοικητικού κέντρου είχε σαν αποτέλεσμα να ονομαστεί μια συνοικία της πόλης ως συνοικία του Διοικητηρίου.
«Το κεντρικό Τζαμί στη θέση του α΄παιδικού σταθμού και στην μέση του κήπου η ωραία κρήνη.»

Πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το διοικητικό αυτό κέντρο του Δεδεαγατς με την πολύ ωραία κρήνη στη μέση του μας δίνει και το οθωμανικό Λεξικό της Ιστορίας και της Γεωγραφίας του Ali Cevad, που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1895 «Memalik-i Osmaniye'nin Tarih ve Coğrafya Lügatı»:
«Νεοσύστατη πόλη στα νότια της επαρχίας της Αδριανουπόλεως, στην ακτή του Αιγαίου πελάγους μεταξύ Αίνου και Μάκρης. Η πόλη αυτή πριν από 25 χρόνια ήταν μια κενή θέση μέχρι που οι σιδηρόδρομοι της Ρούμελης αποφάσισαν να ιδρύσουν εδώ ένα σταθμό για το Κουλελη-Μπουργκας και από τότε άρχισε η ανάπτυξη με αποτέλεσμα να βλέπει κανείς σήμερα 1.500 σπίτια και μαγαζιά. Σε περίπτωση που γίνει ο σχεδιαζόμενος λιμένας, είναι προφανές ότι θα αποκτήσει πολύ περισσότερη σημασία. Υπάρχουν δυο τζαμιά στην πόλη, δυο χαμάμ, μία αρκετά όμορφη κρήνη, ένα διοικητήριο, στρατώνες και κτίριο της χωροφυλακής, Γεωργική Τράπεζα, μια μεγάλη αποθήκη με αλάτι, ένα μικρό λιμάνι με ένα μηχανισμό που κινείται με πετρέλαιο (Φάρος), ιεροδιδασκαλείο και διάφορα σχολεία. Υπάρχουν ναυτικά πρακτορεία της Mahsousse, της Fraissinet, Ελληνικά και της Joly, Victoria και Γερμανικών εταιριών.»
«Ο κήπος και στο βάθος το διοικητήριο με την είσοδο του από το πάρκο.»

Σύμφωνα με τις πολύ όμορφες φωτογραφίες που ανέσυρε πρόσφατα στην επιφάνεια ο Ηλίας Τζιώρας διαπιστώνουμε ότι το Διοικητήριο, που ήταν ή έδρα του μουτεσαρίφη, ήταν το ισόγειο του σημερινού πρωτοδικείου με κύρια είσοδο από την πίσω του πλευρά, ένδειξη ότι οι Οθωμανοί όχι μόνο δεν είχαν καλή σχέση με τη θάλασσα αλλά ούτε και με την θέα σε αυτή. Δίπλα στο Διοικητήριο στη γωνία του σημερινού πάρκου απέναντι από την Τράπεζα της Ελλάδος ήταν η Χωροφυλακή. Απέναντι περίπου από την Ζαρίφειο Ακαδημία, εκεί που σήμερα είναι το Ειρηνοδικείο της πόλης βρισκόταν το Οθωμανικό Δικαστήριο και δίπλα στην πάνω γωνία του σημερινού πάρκου οι φυλακές, ώστε να οδηγούνται απευθείας οι καταδικασθέντες σε φυλάκιση εκεί. 
«Οι φυλακές.»

Στην άλλη γωνία εκεί που σήμερα είναι ο Α παιδικός σταθμός βρισκόταν μεγαλοπρεπές διώροφο Τζαμί, το οποίο κάηκε από τους Βουλγάρους κατά την είσοδο τους στην πόλη, στη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων. Και στη μέση του Διοικητικού Κέντρου υπήρχε ένας όμορφος κήπος με μια ωραία κρήνη, οποίος είχε το όνομα ως ο κήπος ή η πλατεία της Δικαιοσύνης. Στην πλατεία αυτή είχαν την είσοδο τους το Διοικητήριο, όπως είπαμε παραπάνω, αλλά και το Δικαστικό Μέγαρο. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά στην ομορφιά του κήπου αυτού σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε σε Ελληνική εφημερίδα της εποχής επ ευκαιρία της επίσκεψης μαθητών της Αδριανούπολης στο Δεδεαγατς το 1905:
«Η πομπή των μαθητών συνοδευομένων υπό του λαού καί των προκρίτων έσπευσε κατ’ ευθείαν προς το Διοικητήριον, oπου εις τον ανθηρόν μέγαν περίβολον, άνεμενεν ό Μουτεσαρίφης Αλή-Νουσρετ πασσάς.» (Εφημερίδα: ΣΚΡΙΠ 16-5-1905)(βλ. δημοσιευμένο άρθρο σε alepakos.gr): Μία σχολική εκδρομή στο ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ στις αρχές του 20ου αιώνα.-
«Η οθωμανική χωροφυλακή.»

Από τα ως άνω κτίρια διατηρούνται το ταχυδρομείο καθώς και το διοικητήριο, στο οποίο από την απελευθέρωση της Θράκης (1920) μέχρι σήμερα στεγάζεται το Πρωτοδικείο της πόλης. Απλά στο αρχικό ισόγειο κτίριο του διοικητηρίου προστέθηκε τη δεκαετία του 1960 ένας ακόμη όροφος με το ίδιο περίγραμμα όμως του κτηρίου. 
«Η κεντρική είσοδος του κήπου με φόντο το Δικαστήριο, τις φυλακές και στο βάθος το κτίριο της χωροφυλακής.

Η Οθωμανική Διοίκηση έδωσε μεγάλη βαρύτητα στη ανάπτυξη της πόλης και τη στόλισε με ένα λαμπρό Διοικητικό κέντρο. 100 χρόνια μετά η Ελληνική Πολιτεία δεν αντιμετώπισε με αντίστοιχη σοβαρότητα το θέμα της κατασκευής ενός Διοικητηρίου, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα τα Οθωμανικά κτίρια για τις ανάγκες του ταχυδρομείου και του Δικαστικού Μεγάρου της πόλης μας.
Πέτρος Γ. Αλεπάκος
Δικηγόρος – ιστορικός ερευνητής

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. Τα Οθωμανικά Διοικητήρια στον Ελλαδικό χώρο-1850-1912 –Πάνου Τσολάκη.
2. Μεταξύ Ανατολής & Δύσης - Α.Καραδήμου - Γερολυμπου
3. Μεταπτυχιακή διατριβή ΜΑΡΙΑΣ ΤΕΜΙΡΤΣΙΔΗ 2009
4. Ιστορήματα και σκέψεις γύρω από την Αλεξ/πολη, Αγγ. Ποιμενίδη, ανάτυπο από τον 5ο τόμο των Θρακικών
5. RALF ROTH AND MARIE-NOELLE POLINO: THE CITY AND THE RAILWAY IN EUROPE, HISTORICAL URBAN STUDIES
6. Φωτοαρχείο : Γεωργίου Αλεπάκου
7. Γειτονιές και Αναμνήσεις της Αλεξανδρούπολης (που αλλάζει..) Η.Τζιώρα