Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2021

ΟΡΦΕΩΣ ΔΡΥΕΣ - Μία άλλη πρόταση για την προέλευση της πρώτης ονομασίας της πόλης μας.

(υπ'αριθ.79/2021 τεύχος του περιοδικού ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ και υπ'αριθ. 17.023/10-12-2021 φύλλο της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΘΡΑΚΗ)

Τελευταία υποστηρίχθηκε η άποψη ότι λύθηκε το ζήτημα της προέλευσης της πρώτης ονομασίας της πόλης μας: Δεδε αγατς (Dedeagac ή Dedeaghadje ή Dedeagh ή Dédéagatch), ότι δηλαδή τελικά οφείλεται σε έναν Δερβίση που είναι θαμμένος στην παραλία στο ύψος περίπου του σημερινού Νομαρχείου όπως προκύπτει από φωτογραφία των αρχών του 20ου αιώνα που δήθεν δείχνει και τον τάφο αυτό. Πέραν του ότι δεν μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα ότι φαίνεται στην εν λόγω φωτογραφία πράγματι τάφος ή κάποιο πηγάδι, η άποψη αυτή δεν μπορεί να αιτιολογήσει πως και δεν υπάρχει καμιά γραπτή μαρτυρία τόσο Ελληνική, ή Τουρκική ή άλλη που να επιβεβαιώνει την ύπαρξη του συγκεκριμένου τάφου.

«Χάρτης της Θράκης του 1700.»

Πάντως ο θρύλος του ερημίτη για πρώτη φορά αναφέρεται το 1897 από τον Αχιλλέα Σαμοθράκη(1879-1944) [1], ο οποίος υπό το ψευδώνυμο Σαρπηδών, μας λέει τα εξής:

«Λέγεται ότι εις ο μέρος υψούται νυν ο φάρος υπό γηραιάν δρυν εμόναζεν Οθωμανός ερημίτης, εις ον οφείλεται και η ονομασία της πόλεως, δένδρον του ερημίτου. Δάσος μέγα εξετείνετο μέχρι της αξένου ακτής ενθα σήμερον η πόλις κρυσφήγετον διαβοήτου ληστείας, ης τα φοβερά άθλα διασώζονται ως απαίσια παράδοσις. Πόσον άγριος ήν ο τόπος. Μόνον ο ερημίτης ηδύνατο να κατοικήσει εκεί εντρυφών εν τη αγριότητι του τόπου και απολαύων της βροντοφώνου μουσικής των επι της ακτής θραυομένων λυσσαλέων του νώτου κυμάτων. Και μόνο η σκληρά δρυς περιφρονούσα πάντα ανθρώπινον φόβον ην η σιωπηλή σύντροφος του θεολήπτου αυτού ανθρώπου.»

Η μεγάλη εγκυκλοπαίδεια Britannica (11η έκδοση 1910-1911) στο λήμμα -Dedeagatch- αναφέρει την ύπαρξη τάφων δερβίσηδων στην πόλη μας, που έδωσαν το όνομα σε αυτήν, χωρίς όμως να μνημονεύει καμιά γραπτή πηγή (σε μετάφραση από τα Αγγλικά):

«το 1871 όταν οι πρώτοι οικιστές της πόλης έσκαβαν τα θεμέλια των σπιτιών τους, βρήκαν πολλούς αρχαίους τάφους. Πιθανόν αυτά ήταν λείψανα όχι της νεκρόπολης της αρχαίας Ζώνης, αλλά μιας μοναστικής κοινότητας δερβίσηδων, της αίρεσης των Dede, που εγκαταστάθηκαν εδώ στο 15ο αιώνα, αμέσως μετά την τουρκική κατάκτηση και έδωσαν το όνομα στην περιοχή».
«Περιστρεφόμενοι Δερβίσηδες.»

Ο Α. Ποιμενίδης(1904-1968) [2], πολύ αργότερα, προσπαθεί να δώσει μια ευλογοφανή εξήγηση για την ιστορία του Ντεντέ, χωρίς όμως να παραθέτει πηγές και τεκμήρια με αποτέλεσμα να μην πείθει τελικά:

«Πολύ αφελείς επίσης είναι εκείνοι πού λένε ότι ο Ντεντές με το καντήλι που έκαιγε κάτω από μια βελανιδιά, πολλοί το πρόφτασαν και το 1920 να καίει στην βελανιδιά πού βρισκόταν ακόμα μπροστά στο παραλιακό κέντρο «Κύπρος» ήταν ό κράχτης των οικιστών του Ντεντέ-άγάτς. Ο Ντεντές ήταν ένας ερημίτης από τoυς πολλούς πού υπήρχαν τότε στους δύο Τεκέδες, της Μάκρης και του Λουτρού, για τούς οποίους πολλά λέγει o περιηγητής Eλβιγιά Τσελεμπή. Διάλεξε τη ρωμαντική τότε τοποθεσία, πού κατέχει σήμερα η πόλις μας και πού, να προσθέσετε ακόμα, τότε είχε άφθονα νερά, όπως φαίνεται και στην τοποθεσία "Μάννα του Νερού". Αυτό το νερό, άλλωστε, που με άντληση θα διοχετεύεται στην πόλη, δεν είναι πολλά χρόνια πού το θυμούμαστε ότι έτρεχε σαν ποτάμι από φυσική πηγή. Τέτοιες πηγές πολλές θα είχε τότε όταν το λεκανοπέδιο μας ήταν απέραντο δάσος πού έφτανε ως τα κράσπεδα της θάλασσας. Ο Ντεντές αυτός του Τεκέ της Μάκρης ή των Λουτρών-Λίτζα, Φερών, Τραϊανουπόλεως όπως μπερδεμένα λέγονται-ίσως να ήταν σταλμένος από τον προϊστάμενο του αυτού για να βοηθεί τυχόν ναυαγούς γιατί ή θάλασσά μας εδω είναι πολύ άγρια και πολλά ναυάγια σημειώθηκαν και το φανάρι του γι' αυτόν το σκοπό το έκαιγε, για να οδηγούνται οι ναυαγοί κατά τις έωσφορικές νύχτες της μανιασμένης νοτιάς, προς αυτόν και απ' αυτόν ή άλλους βοηθούς του, πρός τούς Τεκέδες, πού ήταν ξενώνες φιλόξενοι των οδοιπόρων ή των καραβανιών, που απ΄ εδώ περνούσαν ακολουθώντας την Εγνατία οδό.»

Πάντως είναι γεγονός ότι στην ευρύτερη περιοχή υπήρξαν κατά το παρελθόν τεκέδες δερβίσηδων και όλη η περιοχή ήταν ιερή και η γη ανήκε σε βακούφι του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Βελή Χαν (Veli II Beyazit) [3] χωρίς όμως να αποδεικνύεται ιστορικά η σύνδεση της ονομασίας της πόλης μας με κάποιο Δερβίση παρά μόνο στη σφαίρα του θρύλου.

Είναι γνωστό ότι στην κατάκτηση της Θράκης από του Οθωμανούς συνετέλεσαν και οι δερβίσηδες του τάγματος των Μπεκτασήδων (Bektaşi) που ήταν για το Ισλάμ ότι οι Ναίτες ιππότες για τη Δύση. Αυτοί καταλάμβαναν για το Σουλτάνο χριστιανικές περιοχές και σε ανταμοιβή των υπηρεσιών τους έπαιρναν από το Σουλτάνο γη, όπου κατασκεύαζαν ξενώνα και συνέχιζαν τη μυστικιστική ζωή τους με αγροτικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές δραστηριότητες. Απαραίτητη προϋπόθεση για να διατηρήσουν το βακούφι που τους είχε παραχωρήσει ο Σουλτάνος ήταν να παρέχουν φροντίδα στους διερχόμενους. Ένα τέτοιο μοναστήρι (τεκές) υπήρχε πάνω στο λόφο των Λουτρών, της κοινότητας πλέον Τραιανούπολης όπου από τον Εβλιά Τσελεμπί (Evliya Çelebi) το διάσημο αυτό Οθωμανό περιηγητή του 17ου αιώνα, που γύρω στα 1667 πέρασε από την περιοχή, μαθαίνουμε ότι βρήκε εκεί δερβίσηδες γυμνοπόδαρους που ζούσαν σαν ερημίτες. Επίσης υπήρχε και ο τεκές της Μάκρης.

Όπως όμως μας λέει ο Ζεγκίνης Ευστράτιος(1938-2020) [4]

«Από τους τεκκέδες που είχαν ιδρυθεί στη Θράκη οι περισσότεροι έχουν καταστραφεί κατά την περίοδο της βασιλείας του σουλτάνου Μαχμούτ Β' (1808-1839). Ο σουλτάνος αυτός με φερμάνι που εξέδωσε το 1826 διέταξε την κατάργηση του Σώματος των Γενιτσάρων και ταυτόχρονα και την κατάργηση του μπεκτασικού τάγματος. Με βάση το διάταγμα αυτό δημεύτηκαν τα περιουσιακά στοιχεία των τεκκέδων, εκτοπίστηκαν πολλοί σεΐχηδες και σε πολλές περιπτώσεις κατεδαφίστηκαν ολοτελώς οι τεκκέδες. Η ενέργεια αυτή του σουλτάνου Μαχμούτ έγινε αιτία να εξαφανισθούν ή να παραμεληθούν πολλοί τεκκέδες των Μπεκτασήδων στο χώρο της Θράκης.»

Έτσι τον τεκέ των Λουτρών βρήκε κατεστραμμένο το 1831, όταν πέρασε από την περιοχή, ο Adolphus Slade(1804-1877), υποπλοίαρχος του Βρετανικού Ναυτικού, ο οποίος στο Βιβλίο του «RECORDS OF TRAVELS IN TURKEY, GREECE AND A CRUISE IN THE BLACK SEA WITH THE CAPITAN PASHA IN THE YEARS 1829, 1830 AND 1831» μεταξύ άλλων περιγράφει ένα ταξίδι του που έκανε με εμπορικό πλοίο από την Αδριανούπολη (Edirne) μέχρι την Αίνο (Enez) - ήταν πλωτός ο ποταμός Έβρος:

«Tο απόγευμα περάσαμε από τα Ύψαλα ένα ανθηρό μουσουλμανικό χωριό 800 σπιτιών, δύο μίλια από την     αριστερή όχθη και δύο ώρες πιο μακριά από τη Φέρα, μια τουρκική πόλη, δύο μίλια από τη δεξιά του όχθη. Εκεί προμηθεύτηκα άλογα και ίππευσα, για να εξακριβώσω εάν υπήρχαν υπολείμματα της αρχαιότητας, που εικάζεται ότι βρίσκονται στην περιοχή της Τραιανούπολης.

Δεν βρήκα τίποτα, αλλά είδα ένα καλό τζαμί και τα ερείπια ενός ευρύχωρου Χανίου, που αποδείκνυαν ότι η πόλη είχε μεγάλη σημασία. Από εκεί κατευθυνθήκαμε στην κορυφή ενός γειτονικού λόφου για να δούμε κάποια ερείπια, τα οποία, σύμφωνα με τον πληροφοριοδότη μου στην Αδριανούπολη, ανήκαν σε ένα παλιό κάστρο. Ερείπια υπήρχαν, βέβαια, αν και όχι αυτά που ανέμενα να βρω -ιερά στο χρόνο ανακαλώντας σκηνές από τις Σταυροφορίες- αλλά πρόσφατα, προδίδοντας βίαιη καταστροφή. Όμως ανάμεσά τους ήταν ένα οικοδόμημα, ολόκληρο, χαμηλό και συμπαγές, που μοιάζει με πυριτιδαποθήκη ή μπουντρούμι, και μοναδικό, προκαλώντας περιέργεια, καθώς διέφυγε από την περιρρέουσα καταστροφή: σκύβοντας κάτω από μια χαμηλή καμάρα, μπήκα μέσα και αντιλήφθηκα ότι βρισκόμουν σε ένα μαυσωλείο που περιείχε τα φέρετρα πέντε δερβίσηδων, όπως τα περίεργα καλύμματα, φθαρμένα στο κεφάλι του καθενός και τα κουρελιασμένα ενδύματα, κρεμασμένα γύρω, υποδείκνυαν.

Ένας ηλικιωμένος Οσμανλής ήταν στο λόφο: όταν τον ρώτησα έμαθα ότι αυτός ήταν ο τάφος του Ιμπραήμ Μπαμπά, ενός ιερού δερβίση του τάγματος των Μπεκτασήδων και ότι τα γειτονικά ερείπια ήταν σπίτια για τη στέγαση προσκυνητών. Σε ό,τι αφορά το μέγεθος των δύο από τα φέρετρα, τα οποία είχαν μήκος πάνω από εννέα πόδια, είπε ότι κρατούσαν τον evel zeman adam, (μια φορά κι ένα καιρό έναν άντραν)»

Πρέπει να επισημανθεί ότι τα γύρω βουνά ονομάζονταν πολύ πριν την ίδρυση της πόλης μας ως «Βουνά του Θεού». Η πρώτη γραπτή μαρτυρία προέρχεται από τον Ενετό ΤΖΟΒΑΝ ΜΑΡΙΑ ΑΝΤΖΟΛΕΛΛΟ ο οποίος τον Αύγουστο του 1470 πέρασε από την περιοχή μας, αιχμάλωτος μαζί με άλλους ύστερα από την Άλωση της Χαλκίδας (τότε Νεγρεπόντε) ακολουθώντας το στρατό του Μωάμεθ του Πορθητή, που επέστρεφε στην Κωνσταντινούπολη. Στο βιβλίο που έγραψε όταν μετά από πολλά χρόνια γύρισε στην πατρίδα του με τίτλο “Viaggio di Negroponte” αφηγείται την περίοδο της ζωής του δίπλα στον Πορθητή. Ερχόμενος λοιπόν από την Χαλκίδα το στράτευμα όταν άφησε πίσω την πόλη της Γκιουμουρτζινας (Κομοτηνής) και διασχίζοντας τον κάμπο, μπήκε στο Παπίκιον όρος. Αυτό το όρος, και ειδικά το τμήμα του που βρίσκεται μεταξύ Βήρας (σημερινές Φέρες) και Κομοτηνής, ονομαζόταν «Βουνά Θεού» και στα τουρκικά «Tanri Dagi», «Despot Dagi» ή «Tanri verdi» και στα βουλγαρικά «Despotska planina» λόγω του ότι υπήρξε από τον 11ο εως και τον 14ο αιώνα σημαντικό μοναστικό κέντρο.

«Ο Αντζολέλλο», λέει ο Γ.Σ Βογιατζής [5], « φαίνεται ότι από όλα τα παραπάνω ονόματα προτίμησε ή άκουσε το πιο παραστατικό, δηλαδή το «Tanri verdi» («Το έδωσε ο Θεός»), για να το μεταφράσει στη συνέχεια κατά τη συνήθειά του στα ιταλικά, αποδίδοντάς το ως «Ντέντιο», που προφανώς σημαίνει «Από το Θεό» (de Dio), εκτός κι αν το πρώτο συνθετικό «Ντε» το συσχετίσουμε με τη λατινική λέξη do (= δίνω, «έδωσε», τουρκ. «verdi»), φθάνοντας έτσι ακόμη πιο κοντά στην κατά λέξη μετάφραση του «Tanri verdi». Αν και στο κείμενο δεν αναφέρεται ακριβής τοποθεσία που στρατοπέδευσε ο Μεχμέτ, (Μωάμεθ ο Πορθητής) ο Γ.Σ Βογιατζής πιστεύτει ότι τα οθωμανικά στρατεύματα θα πρέπει να στρατοπέδευσαν στην περιοχή της σημερινής Κίρκης, για να συνεχίσουν την επομένη το ταξίδι τους προς το Διδυμότειχο.

«Γκραβούρα Καραβανιού 1700 ΣΥΛΛΟΓΗ Κ ΚΟΥΤΣΙΚΑ - Α ΘΕΟΔΟΣΙΑΔΗ.»

Στη Γεωγραφία του Μελετίου του 1728 διαβάζουμε για την περιοχή μας τα εξής:

«πέραν του Έβρου ποταμού είναι η Βερροία, κοινώς λεγόμενη Φέρε, είτα η Τραιανούπολις, περί ής είρηται. Μετά την Φέρε, απερνώντας τα όρη, άτινα υπό των πολλών Θεού Βουνά λέγονται, ευρίσκομεν κατά την λεωφόρον οδόν, Κωμόπολιν τινά, Σαψιά λεγομένην, εις την οποίαν κατασκευάζουσι την στυπτηρία, είτα κατά την αυτήν οδόν προς τον Νέσον ποταμ. οδεύοντες, την Κιμουρτζίνα, πόλιν μετρίαν.»
«ΜΕΛΕΤΙΟΥ - γεωγραφία παλαιά και νέα.»

Μόνο μετά την ίδρυση της πόλης μας αρχίζουμε να βρίσκουμε διάσπαρτες γραπτές μαρτυρίες που αποδεικνύουν το δασώδες της περιοχής όπου εγκαταστάθηκε ο πρώτος πυρήνας του νέου οικισμού. Έτσι στο περιοδικό «The Nautical Magazine for 1873», βρίσκουμε υπό τον τίτλο: «ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ-ΑΚΤΗ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ», ένα ενδιαφέρον άρθρο για το Dede Agatch:

«Η ακόλουθη πληροφορία που αφορά το Dede Agatch ή Dede Agh στον κόλπο της Αίνου, στην ακτή της Ρούμελης, έχει ληφθεί από τον κυβερνήτη του Βασιλικού Ναυτικού William J.L. Wharton, του ωκεανογραφικού σκάφους Shearwater, το 1872. Dede Agatch ή Dede Agh είναι η νότια απόληξη μιας γραμμής που ανήκει στο σύστημα των σιδηροδρόμων της Ρούμελης.. Η πόλη στέκεται σε χαμηλό έδαφος που είναι καλυμμένο με δέντρα στα δυτικά και καθαρό από έλη που περιβάλλουν το στόμιο της Μαρίτσα, αλλά δυστυχώς δεν είναι πολύ μακριά, με αποτέλεσμα να έχει καταντήσει προς το παρόν ανθυγιεινή και να επικρατούν πυρετός και ένας κακού τύπου ελώδης πυρετός. Προς το παρόν υπάρχουν μόνο ο σταθμός, τα κτίρια του σιδηροδρόμου καθώς και τα σπίτια και οι καλύβες των αξιωματούχων και των εργατών.»

Την ίδια περίπου εποχή έρχεται στην πόλη μας και ο Franz von Löher (1818-1892) Γερμανός δημοσιογράφος και ιστορικός που ταξίδεψε στην Αμερική, την Ευρώπη και τον Καναδά. Διαβάζουμε σχετικά όσα έγραψε και διάσωσε ο Π.ΕΝΕΠΕΚΙΔΗΣ στο βιβλίο του «ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ 1800-1923», Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ.:

«Παραπλέουμε τη θρακική ακτή πού φαίνεται έρημη κι εγκαταλελειμμένη. Το πλοίο έκανε στροφή προς τον όρμο του Αίνου όπου εκβάλλει η Μαρίτζα (Έβρος) κατεβαίνοντας από τούς χαρούμενους κάμπους της Φιλιππούπολης κι άπ' την Άδριανούπολη. Στην ξηρά ένα σκοτεινό φαράγγι πού ανεβαίνει και προχωρεί βαθιά στη χέρσα γη, στην ακτή όμως τα πάντα ρηχά βαλτοτόπια γεμάτα έλη. Ξαφνικά τινάζεται στην όχθη κάτι σαν ένα τεράστιο μαύρο φίδι. .. Και πράγματι όταν πλησιάσαμε είδαμε πώς ήταν σιδηροδρομικά βαγόνια ανάμεσα στα δέντρα. Καλή σας τύχη, κουβαλητάδες τής προόδου και του πολιτισμού στα σκυθρωπά τούτα βουνά!»
«Το δάσος του Δεδέαγατς στη Στρατιωτική στάση Γκαρ Μιλιτερ 1899.»

Στις απαρχές της δημιουργίας της, επισκέφτηκε την πόλη μας και o Adolf Werthner (1828 -1906) δημοσιογράφος και ιδρυτής της αυστριακής εφημερίδας Neue Freie Presse ο οποίος δημοσίευσε σε συνέχειες το 1874 στην εφημερίδα του, με τον τίτλο «Θρακικοί Σιδηρόδρομοι» το ταξίδι του με το τραίνο στην καινούργια σιδηροδρομική γραμμή επισκεπτόμενος την Φιλιππούπολη, την Αδριανούπολη, το Δεδεαγατς και τέλος την Κωνσταντινούπολη. Γράφει λοιπόν λυρικά για τα γύρω δασωμένα περίχωρα του Δεδεαγατς:

«Το τρένο μας έφθασε στις μία ώρα στο Dédé-Aghadj. Δεν είναι πόλη, ούτε λιμάνι, ούτε χωριό, παρα μια ρηχή ακτή, στην οποία τα κύματα χτυπούν, και πίσω της μια ευρεία πεδιάδα, που σκιάζεται από ένα μεγάλο δάσος και περιβάλλεται από μέτρια βουνά σε ένα ημικύκλιο. Ο σιδηρόδρομος διασχίζει αυτά τα δάση και συναντά τη θάλασσα ξαφνικά. Πρόκειται για μια ευχάριστη είσοδο, αλλά περίμενα κάτι άλλο, τουλάχιστον ένα τζαμί με μερικές αγροικίες. Το σπίτι του σταθμού, φυσικά, είναι εκεί, δίπλα σε μια ξύλινη καλύβα, που είναι το μεγάλο café de Dédé Aghadj, και λίγο πιο πίσω κατά μήκος της άκρης του δάσους, ένα μονώροφο ξύλινο σπίτι όπου ζουν οι μηχανικοί και ο αυστριακός Lloyd έθεσε προσωρινά το Γραφείο του .. Στα ψηλώματα των βόρειων ακτών, κοντά στην πόλη που στο μέλλον θα αναπτυχθεί, όπου τώρα εξαπλώνονται υπέροχα δάση, βρισκόταν ένας αρχαίος ελληνικός οικισμός, ίσως μια φορά κι έναν καιρό, ο Ίσμαρος, το φρούριο των Κικόνων, στο οποίο επιτέθηκε ο Οδυσσέας ή τα πιο ιστορικά Τέμπηρα. Εν πάση περιπτώσει, όπως υπονοεί το όνομά του, ένα ελληνικό μέρος που δεν υπάρχει πιά. Και πάλι πίσω στα ανατολικά, τοποθετημένα στις ανατολικές υπώρειες των οροσειρών, θα βρείτε τα ερείπια της Τραιανούπολης. Αν κάποιος ψάξει στο δάσος, μπορεί κανείς να βρει ακόμα το οδόστρωμα και το πεζοδρόμιο του παλιού ρωμαϊκού δρόμου, της Egnatia, που εκείνη την εποχή, καθώς δημιουργήθηκε ο σιδηρόδρομος, κυριολεκτικά σχεδόν εξαφανίστηκε. Είναι ένα ξέφωτο σε αυτά τα δάση, σε απόσταση λίγα βήματα από αυτόν τον ρωμαϊκό δρόμο, ο νέος σιδηρόδρομος και η καταθλιπτική άθλια προηγούμενη διαδρομή της τουρκικής κυβέρνησης δίπλα-δίπλα .. Νωρίς το πρωί, που ήταν μια χρυσή ημέρα, ο κ. Huber με οδήγησε στην Τραιανούπολη με draisine. H σιδηροδρομική γραμμή που χρησιμοποιήσαμε κόβει τις υπώρειες των μεγάλων δασών του Dédé-Aghadj. Δεν μπορούσα να φανταστώ την αφθονία από πλατάνια, σφεντάμια, βελανίδια και πώς οι τεράστιοι κορμοί και τα κλαδιά τους περιπλέκονται με αναρριχώμενα φυτά, πόσο ψηλά οι θάμνοι, οι μυρτιές, τα άγρια ​​κρίνα και οι νάρκισοι μεγαλώνουν. Όποιος θέλει να ξέρει τι αξίζει μια γη, ας ρωτήσει τα ζιζάνια της. Στις κληματαριές ζουζούνιζαν πολύχρωμοι μελισσοφάγοι και ο αέρας γεμίζει με το σφύριγμα των νυχτερίδων. Κάτω από τους μικρούς κορμούς ήταν γεμάτο πέρδικες και φασιανούς που τους χτυπάς από το βαγόνι, όταν οι μηχανικοί πρέπει να σταματήσουν. Μόνο τα αγριογούρουνα τα ζαρκάδια και τα ελάφια έχουν φύγει μακριά από τους ανθρώπους στα βουνά. Έτσι, όχι μόνο ο αρχαιολόγος, αλλά και ο κυνηγός βρίσκει την τύχη του εδώ. Άφοβοι βοσκοί στέκονταν με τις ψηλές γλίτσες τους και τα σκυλιά τους και κοιτάζουν περίεργα στα πόδια τους. Από το σκοτάδι των δασών, μπήκαμε στον ζεστό ήλιο των αμμουδερών αναχωμάτων της σιδηροδρομικής γραμμής και βρήκαμε χελώνες, γηραιές και νέες με ανοιχτό κίτρινο χρώμα….»
«Το δάσος του Δεδέαγατς. Φωτογραφία από την πλατεία διοικητηρίου νυν πάρκο Εθνικής Αντίστασης.»

Στα τέλη του 19ου αιώνα ήρθε στην πόλη μας ο Henry Fanshawe Tozer (1829 - 1916) Άγγλος συγγραφέας, καθηγητής και ταξιδευτής. Στο βιβλίο του που εξέδωσε στα 1890 με τίτλο: «ISLANDS OF THE AEGEAN» γράφει σχετικά:

«Το χωριό του Dede-agatch είναι εξ ολοκλήρου ένα δημιούργημα της σιδηροδρομικής γραμμής, μέχρι να επιλεγεί το σημείο ως τερματικός σταθμός δεν υπήρχε ούτε ένα απλό σπίτι και έχει τον αδιάφορο χαρακτήρα όλων αυτών των τόπων της αιφνίδιας ανάπτυξης. Στο πίσω μέρος μια πεδιάδα, τρία περίπου μίλια σε πλάτος, φτάνει στους πρόποδες των βουνών, που είναι ένα παρακλάδι από το Despoto Dagh ή της Ροδόπης
«Σταθμός Ανατολικών σιδηροδρόμων γύρω στα 1900.»

Για να έρθουμε στον 21ο αιώνα όπου ο αναπληρωτής Γεν. Διοικητής Θράκης Κ. Γεραγάς στο βιβλίο του «Αναμνήσεις εκ Θράκης 1920-22» γράφει για την πόλη μας:

«.. Την ύπαρξιν της οφείλει εις την κατασκευήν των σιδηροδρόμων Θράκης, των οποίων ως τέρμα πρός την μεσόγειον είχεν ορισθεί η δασώδης ακτή, επί της οποίας εκτείνεται η ωραία πόλις 120 χιλ. νοτιοδυτικώς της Ανδριανουπόλεως επι σχεδίου ευρωπαϊκού, ..»

Η ονομασία λοιπόν της περιοχής μας που έδωσε το πρώτο όνομα στην πόλη μας δεν μπορεί να προέρχεται από κάποιο Δερβίση του οποίου ο τάφος δήθεν υπήρχε στο σημείο που ανεγέρθηκε ο πρώτος οικισμός του Δεδεαγατς και μάλιστα διατηρήθηκε μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, γιατί ήδη από το 1826 είχαν απαγορευθεί και καταστραφεί οι τεκκέδες των δερβίσηδων.

Σφόδρα πιθανή συνεπώς παραμένει η εξήγηση να προέρχεται η ονομασία του Dede agatch από το δάσος των γηραιών δρυών, που υπήρχαν στην περιοχή και φαίνονται σε πρώιμες φωτογραφίες της πόλης μας. Εξάλλου Dedeagac στα τουρκικά σημαίνει κατά ακριβολογία «παπόδεντρο», δηλαδή δέντρο παππού, όρο που χρησιμοποίησε και ο Ίων Δραγούμης όταν υπηρέτησε Πρόξενος στο Δεδεαγατς. Η δρυς ως γνωστό αποτελούσε το ιερό δένδρο του Διός. Για το λόγο αυτό θεωρούνταν ιερό στην αρχαία Μακεδονία και μάλιστα πολλά χρυσά στεφάνια που έχουν βρεθεί και χρησιμοποιούνταν σε τελετες και ως ταφικά κτερίσματα, ήταν στεφάνια δρυός, όπως το στεφάνι του Βασιλιά Φιλίππου Β' της Μακεδονίας, που βρέθηκε στον βασιλικό τύμβο των Αιγών, στη σημερινή Βεργίνα. Επίσης η μαντική δρυς θεωρούνταν πως αποτελούσε την κατοικία του Δία στη Δωδώνη. Λόγω της ιερότητας του δάσους των δρυών η περιοχή μας ήταν ιερή, όπως αποδεικνύεται από το χάραγμα που ανακάλυψε στα τέλη του 19ου αιώνα ο Albert Dumont(1842-1884), Γάλλος ιστορικός και αρχαιολόγος, σε βράχο, νότια της ακρόπολης της Τραϊανούπολης που αναγράφει «ΟΡΟΣ (σημ. όριο) ΙΕΡΑΣ ΧΩΡΑΣ».

«ΟΡΟΣ ΙΕΡΑΣ ΧΩΡΑΣ.»

Δεν πρέπει να παροράται ότι ο σχολιαστής του έργου του Νικάνδρου [6], Θηριακά [7], ονομάζει την περιοχή μας Ορφέως Δρύες:

«Της Αίνου πλησίον εισίν ο ποταμός Εβρος, ού μακράν δε του ποταμού η Ζώνη πόλις, μεθ' ήν αι Ορφέως Δρύες εισιν, υφ' ας το Ζηρύνθιον άντρον.»
«Ο Ορφέας στα δάση του Έβρου.»

Το θρύλο του Οθωμανού ερημίτη πρέπει επιτέλους να αντικαταστήσει ο θρύλος των δρυών του Ορφέα, εκείνων των γιγάντιων δρυών που λέει ο μύθος ότι ξεσηκώνονταν από τις ρίζες τους να σύρουν το χορό όταν έπαιζε τη λύρα του ο Ορφέας και σύμβολο της πόλης μας να γίνει η Ορφική δρυς.

«Δάσος Γιγάντιων Δρυών.»


[1] Ιατρός με μεγάλο συγγραφικό έργο όχι μόνο για την ιατρική, αλλά και την ιστορία, λαογραφία κλπ

[2] Δάσκαλος με μεγάλο συγγραφικό έργο για την ιστορία του τόπου και όχι μόνο

[3] Πρόκειται για τον Βαγιαζήτ τον δεύτερο (σουλτάνος από το 1481 έως το 1512) υιό του Μωάμεθ του Πορθητή (Meḥmed-i s̠ānī, ή el-Fātiḥ) που γεννήθηκε στο Διδυμότειχο και μάλιστα πέρασε ως Σουλτάνος από την περιοχή μας το 1490 όπως μαθαίνουμε από την «Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του Ι. Χάμμερ εξελληνισθείσα υπο Κων/νου Κροκίδα τόμος 3ος σελ.30» «εξήλθεν επι θήραν προς την Αδριανούπολιν, τα Κύψελα και την Κουμουλτζίναν, είτα δε επανήλθεν εις Αδριανούπολιν...». Επηρεασμένος από τους «ουλεμάδες», ερμηνευτές του ισλαμικού νόμου, και από μεγάλους αξιωματούχους, ευθυγραμμισμένος μαζί τους, ο Βαγιαζήτ επανέφερε κτήματα αφιερωμένα σε φιλανθρωπικούς και θρησκευτικούς σκοπούς (vakf), τα οποία είχε δημεύσει ο σουλτάνος Μωάμεθ προς όφελος του κράτους. Για το λόγο αυτό και οι τίτλοι κυριότητας που δόθηκαν κατά καιρούς από τους Σουλτάνους στην πόλη του Δεδε αγατς αναφέρουν ότι προέρχονται από τα αφιερώματα Μπεγιαζητ όπως έγινε με τον Ιερό Ναό του «ΑΓΙΟΥ ΙΩΣΗΦ» των καθολικών και το παρακείμενο Επισκοπείο που περιήλθαν στην κυριότητα του Τάγματος των ελαχίστων Φραγκισκανών Μοναχών από αγορά δυνάμει αυτοκρατορικού τίτλου κυριότητος επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις 15 Ιουνίου 1896 από τα αφιερώματα Μπεγιαζίτ.

[4] Διετέλεσε ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ, Άρχων Μαΐστωρ, Διευθυντής του Ιστορικού Αρχείου του Οικουμενικού Πατριαρχείου

[5] Γεννήθηκε το 1961 στην Ίμβρο, σπούδασε ιστορία στο Αριστοτέλειο και στη συνέχεια στη Βιέννη έκανε το διδακτορικό του στους τομείς της Βυζαντινολογίας και Οθωμανολογίας. Συγγραφέας πολλών βιβλίων.

[6] Νίκανδρος ο Κολοφώνιος (2ος αιώνας π.Χ.), ήταν Έλληνας μαθηματικός, φαρμακοποιός, γεωπόνος, βοτανολόγος, ιατρός και γραμματικός.

[7] ποίημα σε δακτυλικό εξάμετρο, αποτελούμενο από 958 στίχους. Περιγράφεται η φύση δηλητηριωδών ζώων και τις επιδράσεις των δηλητηρίων τους που προκαλούν, καθώς και τα αντίστοιχα αντίδοτα.

Πέτρος Γ. Αλεπάκος
Δικηγόρος – ιστορικός ερευνητής

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. Γ. Σ. Βογιατζής Οι πληροφορίες του ενετου Τζοβανι Μαρια Αντζολελλο για τη Θράκη κατα το ετος 1470 και η σημασία τους για τη γνώση της πρώιμης οθωμανοκρατιας στο θρακικό χώρο, αντλήθηκε από ηλεκτρονική διεύθυνση.
2. ΘΡΑΚΙΚΗ ΕΠΕΤΗΡΙΣ ΕΤΗΣΙΟΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ ΤΗΣ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΘΡΑΚΙΚΗΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ Ετος πρώτο 1897 θρακικαί αναμνήσεις. -εν αθηναις εκ του τυπογραφείου των καταστημάτων Ανεστη Κωνσταντινιδου 1897.
3. Μελετίου Γεωγραφία Παλαιὰ καὶ Νέα Συλλεχθεῖσα ἐκ διαφόρων Συγγραφέων Παλαιῶν τε καὶ Νέων, καὶ ἐκ διαφόρων Ἐπιγραφῶν τῶν ἐν Λίθοις, καὶ εἰς κοινὴν Διάλεκτον ἐκτεθεῖσα, χάριν τῶν πολλῶν τοῦ ἡμετέρου Γένους. Πλείστοις δὲ σημειώμασιν ἐπαυξηθεῖσα μετὰ καί τινων Παραρτημάτων, καὶ Πέντε Γεωγραφικῶν Πινάκων, καὶ ἐπιδιορθωθεῖσα, ἐξεδόθη τὸ Δεύτερον ὑπὸ Ἀνθίμου Γαζῆ. Τοῦ Μηλιώτου. Τόμος, Γ΄. Ἐν Βενετίᾳ Τύποις Πάνου Θεοδοσίου τοῦ ἐξ Ἰωαννίνων .. 1807. Αντλήθηκε από ηλεκτρονική διεύθυνση.
4. Ιστορία της Θράκης Α.Ποιμενιδη 1952 (επιμελεια - εκδοση θ. Αποστολιδη 1988).
5. Η Δυτική Θράκη κατά τον Εβλιγιά Τσελεπη, (Evliya Çelebi-1668-1670),περιηγητή του XVII αιώνος. Μετάφραση Ι. Σπαθάρη, πτυχιούχου της σχολής των ανατολικών γλωσσών και φιλολογικών του Πανεπιστημίου της Πετρουπόλεως, θρακικά δ-ε.
6. ΖΕΓΚΙΝΗΣ, ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ (1985, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ)), ο Μπεκτατισμος στη δ. Θράκη. συμβολή στην ιστορία της διαδόσεως του μουσουλμανισμού στον ελλαδικό χώρο.
7. Τζοβάν Μαρία Αντζολέλλο, Ένας Ενετός τον Ι5ον αιώνα στην αυλή του μεγάλου Τούρκου, μετάφραση - εισαγωγή Δ. Δεληολάνης, εκδ. Στοχαστής, Αθήνα 1990-91.
8. Εγκυκλοπαίδεια Britannica, 11η έκδοση (1910-1911).
9. Χαμμερ, Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εξελληνισθείσα υπο Κων/νου Κροκίδα τόμος 2ος.
10. RECORDS OF TRAVELS IN TURKEY, GREECE AND A CRUISE IN THE BLACK SEA WITH THE CAPITAN PASHA IN THE YEARS 1829, 1830 AND 1831, Adolphus Slade.
11. The Nautical Magazine for 1873.
12. The islands of Aegean 1890-HENRY FANSHAWE TOZER.
13. ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ 1800-1923, Π.ΕΝΕΠΕΚΙΔΗΣ Βιβλιοπωλείο της ΕΣΤΙΑΣ.
14. Neue Freie Presse 1874.
15. Κώστας Γεραγάς, Αναμνήσεις εκ Θράκης , Εν Αθήναις , 1926.
16. Inscriptions et monuments figurés de la Thrace 1876 Albert Dumont.
17. ΣΥΛΛΟΓΗ ΤΩΝ ΕΝ ΕΠΙΤΟΜΗ ΤΟΙΣ ΠΑΛΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΗΘΕΝΤΩΝ τύποις εκδοθέντων φιλοτίμω δαπάνη των εξ Ιωαννίνων φιλογενεςάτων αδελφών Ζ Ω Σ Ι Μ Α Δ Ω Ν χάριν των της Ελληνικής παιδείας εφιεμένων Ελλήνων. ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, ΕΝ ΒΙΕΝΝΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ ΑΩΖ.
18. ΝΙΚΑΝΔΡΟΥ ΚΟΛΟΦΩΝΙΟΥ Θ Η Ρ Ι Α Κ Α- NICANDRI COLOPHONII THERIACA. LIPSIAE MDCCCXVI.
19. ΦΩΤΟΑΡΧΕΙΟ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Π.ΑΛΕΠΑΚΟΥ, ΑΛΕΚΑΣ ΚΑΡΑΔΗΜΟΥ-ΓΕΡΟΛΥΜΠΟΥ( από το βιβλίο της Μεταξύ Ανατολής και Δύσης, εκδ.ΤΡΟΧΑΛΙΑ), Κ ΚΟΥΤΣΙΚΑ -Α ΘΕΟΔΟΣΙΑΔΗ(από το βιβλίο ΕΛΒΙΑ ΤΣΕΛΕΜΠΙ απόδοση Ν ΧΕΙΛΑΔΑΚΗ) και ΟΘΩΜΑΝΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ.

Το καταραμένο φθινόπωρο του 1821. Η σφαγή της Σαμοθράκης.

(Φύλλο 16970 Σεπτέμβριος 2021 της εφημερίδας ‘ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΘΡΑΚΗ’)

Συμπληρώνονται το φετινό Σεπτέμβριο, 200 χρόνια από τη σφαγή της Σαμοθράκης. Ας δούμε τι συνέβη μέσα από την διήγηση ενός γέρου Σαμοθρακίτη, ο οποίος είχε λάβει μέρος στον αγώνα, όπως δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΜΠΟΥΚΕΤΟ» στις 26 Ιουνίου του 1932.

Προτού λοιπόν εκραγεί ακόμη το εθνικό κίνημα των Ελλήνων, πέρασε από τη Σαμοθράκη ένα ελληνικό πλοίο, ο πλοίαρχος του οποίου συνέστησε στους προεστούς του νησιού, μόλις πληροφορηθούν την έκρηξη της επανάστασης, να διώξουν τους λίγους Τούρκους που βρισκόντουσαν εκεί και ν’ αναλάβουν οι ίδιοι τη διοίκηση της Σαμοθράκης.

Οι κάτοικοι άκουσαν τα λόγια του μ’ ενθουσιασμό και ορκίστηκαν πίστη και υποταγή στους αρχηγούς του κινήματος. Έτσι όταν τον Απρίλιο του 1821 τους διαβιβάστηκε σχετική προκήρυξη του Ελληνικού Στόλου, δήλωσαν στο Μουδίρη του νησιού ότι ανακηρύσσονται ελεύθεροι και παύουν πια να πληρώνουν φόρους στο Σουλτάνο. Δημογέρων τότε του νησιού ήταν ο Χατζή-Γιώργης.

Η είδηση της στάσεως του νησιού έγινε γνωστή αμέσως στην Κωνσταντινούπολη, αλλά η Τουρκική Κυβέρνηση ήταν μπλεγμένη σε σοβαρότερες ασχολίες κι έκανε την αδιάφορη για μερικούς μήνες. Στο μεταξύ οι κάτοικοι, υπό την αρχηγία του Χατζή-Γιώργη, του μόνου σχεδόν γραμματισμένου στο νησί, έλαβαν μέτρα αμύνης και οχύρωσαν μερικά μέρη, περιμένοντας από μέρα σε μέρα τον ερχομό του τουρκικού στόλου.

Η αβέβαιη αυτή κατάσταση βάστηξε πολύ καιρό. Οι επαναστατημένοι κάτοικοι της Σαμοθράκης δεν είχαν όπλα και πολεμοφόδια, αλλ’ ούτε και φρόντιζαν να εξοικονομήσουν. Η αμέλεια τους έτσι έγινε αφορμή της καταστροφής τους, μιας καταστροφής από τις φοβερότερες που αναφέρει η ιστορία μας.

Ο πληθυσμός του νησιού εκείνη την εποχή υπολογιζόταν σε 10.000 περίπου ψυχές.

Η Υψηλή Πύλη αργούσε βέβαια, αλλά δεν σκόπευε ν’ αφήσει ατιμώρητους τους Σαμοθρακίτες. Τέλη Αυγούστου του 1821 ο Καπουδαν Πασάς Καρά Αλής (Nasuhzade Ali Paşa), ηγήθηκε μιας εκστρατείας με μια ναυτική μοίρα τριών πλοίων της γραμμής, πέντε φρεγατών και είκοσι μικρότερων σκαφών (κορβέτες και μπρίκια). Την 1η Σεπτεμβρίου 1821 ο Καπουδαν Πασάς με το στόλο του προσέγγισε στη νοτιοδυτική παραλία της Σαμοθράκης και αποβίβασε στη θέση Μακρυλιές χίλιους στρατιώτες για να υποτάξουν τους επαναστατημένους νησιώτες.

«Ο Καπουδάν Πασάς.»

Προτού ο τουρκικός στρατός αρχίσει τις εχθροπραξίες, έστειλε, όπως λέγεται, πρέσβεις για ν’ ανταμώσουν τους επαναστάτες και ν’ αξιώσουν απ’ αυτούς να υποταχθούν. Ο αρχηγός τους όμως, ο ατρόμητος Χατζη-Γιώργης, τους απάντησε ως εξής:

«Εμείς δεν έχουμε να δώσουμε πια φόρους, αλλά μπαρούτι και μολύβι. Προτιμούμε να πεθάνουμε λεύτεροι παρά να ζούμε σκλάβοι ...»

Η ηρωική αυτή απάντηση εξαγρίωσε τους Τούρκους. Αποφάσισαν λοιπόν να καταλάβουν δια της βίας το νησί. Η πρώτη συμπλοκή μεταξύ των αντιπάλων έλαβε χώρα στη θέση Μύλους. Οι Έλληνες είχαν προλάβει κι’ έπιασαν τα υψώματα. Όταν οι Τούρκοι έφτασαν σε μικρή απόσταση απ’ αυτούς, δέχτηκαν μια δυνατή ομοβροντία και αρκετοί απ’ αυτούς έπεσαν κάτω πληγωμένοι.

Η απροσδόκητη αυτή προσβολή τρόμαξε τους Τούρκους και τους έκαμε να οπισθοχωρήσουν. Μόλις όμως βεβαιώθηκαν πως οι εχθροί τους ήσαν λίγοι, πήραν πάλι θάρρος κι’ όρμησαν ακράτητοι εναντίον τους. Οι Σαμοθρακίτες δεν μπόρεσαν ν’ αντισταθούν ως το τέλος κι έτσι οι Τούρκοι έμειναν απόλυτοι κύριοι της καταστάσεως.

Τότε αντί να περιοριστούν στην εύκολη νίκη τους, χύμηξαν με άγριους αλαλαγμούς στη γειτονική κωμόπολη κι επετέθησαν κατά των κατοίκων. Οι γυναίκες, τα παιδιά και οι γέροι που βρέθηκαν μπροστά τους, έπεσαν στη λύσσα των επιδρομέων.

Η σφαγή και οι διωγμοί όμως δεν περιορίστηκαν μόνο ως εκεί, αλλά συνεχίστηκαν μερικές μέρες ακόμα. Όσους ανθρώπους έπιασαν οι Τούρκοι κατά τις τρεις πρώτες ημέρες, τους πήραν και τους φυλάκισαν. Κατόπιν τους μετέφεραν στην όχθη του κοντινού ρυακιού κι εκεί άρχισαν να τους σφάζουν σαν αρνιά. Το νερό του ρυακιού έγινε όλο κατακόκκινο απ’ το αίμα των αθώων. Υπολογίζεται ότι μέσα σε μια μέρα σφάχτηκαν σ’ εκείνο το μέρος εφτακόσια άτομα. Διασώζεται μάλιστα ακόμη σχετική φράση, κατά την οποία οι σημερινοί κάτοικοι του νησιού, όταν θέλουν να κατηγορήσουν έναν συμπατριώτη τους ως άνανδρο, του λεν ότι «βαστάει από τους εφτακόσιους».

Αλλά και τις ακόλουθες ημέρες οι επιδρομείς έτρεχαν απάνω στα βουνά καταδιώκοντας και πυροβολώντας τους ανθρώπους σαν αγρίμια. Το ανθρωποκυνηγητό αυτό βάσταξε περίπου ένα μήνα. Ωστόσο, μερικοί από τους κατοίκους κατόρθωσαν να σωθούν φεύγοντας με περαστικά καράβια. Άλλοι πάλι κρύφτηκαν μέσα σε σπηλιές απόκρημνων βράχων κι έτσι γλύτωσαν. Φεύγοντας οι Τούρκοι πήραν μαζί τους όσα παιδιά είχαν μείνει ζωντανά, για να τα πουλήσουν κατόπιν στα σκλαβοπάζαρα.

Όταν οι Σαμοθρακίτες που είχαν καταφύγει στις απλησίαστες βουνοκορφές, βεβαιώθηκαν για την αναχώρηση των Τούρκων, κατέβηκαν στην κωμόπολη και άμα μετρήθηκαν, βρέθηκαν μόνο εκατό. Στο μεταξύ γύρισαν και όσοι είχαν φύγει με τα πλοία, άλλοι τριακόσιοι κι αυτοί. Ωστόσο αποφάσισαν όλοι μαζί να ξαναρχίσουν την προηγούμενη ζωή τους.

«Η Χώρα στα 1815  (Ο. Richter 1822).»

Αλλά η δυστυχία των κατοίκων δεν σταμάτησε εδώ. Η σφαγή των Τούρκων είχε προξενήσει τόσο φόβο στους νησιώτες, ώστε άμα έβλεπαν να αποβιβάζεται κανένας ξένος και μάλιστα Οθωμανός, άφηναν τα σπίτια τους κι έτρεχαν στα βουνά. Την ψυχολογική τους αυτή κατάσταση την εκμεταλλεύθηκαν τότε διάφοροι πειρατές, προπάντων Τουρκαλβανοί, οι οποίοι κάνοντας επιδρομές στη Σαμοθράκη, λήστευαν τους κατοίκους της, άρπαζαν τα ζώα τους και εν γένει έκαναν ό,τι ήθελαν, χωρίς να δίνουν λόγο σε κανένα. Η ελεεινή αυτή κατάντια βάσταξε οκτώ ολόκληρα χρόνια, μέχρι του 1829. Στο διάστημα αυτό έγιναν πολλές επιδρομές και το νησί λεηλατήθηκε επανειλημμένως. Γι’ αυτό όταν στο τέλος απελευθερώθηκε, δεν είχε μείνει πέτρα απάνω σε πέτρα και ήταν αδύνατο πια στους κατοίκους να ξαναβρούν την παλιά τους ευπορία που είχε χαθεί πια για πάντα, έπειτα απ’ το καταραμένο φθινόπωρο του 1821.

Είναι αλήθεια ότι το πρώτο φθινόπωρο της Εθνεγερσίας ο Ελληνικός αγώνας σημαδεύτηκε από πολλά αρνητικά γεγονότα, πέρα από το Ολοκαύτωμα της Σαμοθράκης: στις 8 Σεπτεμβρίου, οι Γεωργάκης Ολύμπιος και Ιωάννης Φαρμάκης πολιορκούνται στη Μονή Σέκκου στη Μολδαβία. Ο Ολύμπιος ανατινάζει το κωδωνοστάσιο της μονής συμπαρασύροντας στο θάνατο δεκάδες Τούρκους. Στις 23 Σεπτεμβρίου ο καπουδάν Καρα-Αλής πυρπολεί το Γαλαξείδι. Τέλη Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι εξουδετερώνουν τους επαναστάτες στο Σκουλένιο και στη Μονή Σέκκου. Ο Φαρμάκης παραδίνεται και μεταφέρεται στην Κωνσταντινούπολη όπου και αποκεφαλίζεται. Στις 30 Οκτωβρίου με τη μάχη της Ποτίδαιας οι Τούρκοι καταπνίγουν την Επανάσταση στη Χαλκιδική. Όμως όλες οι αρνητικές αυτές εξελίξεις επισκιάστηκαν από την άλωση της Τριπολιτσάς από τους Έλληνες στις 23 Σεπτεμβρίου του 1821. Η Ελληνική επανάσταση είχε ριζώσει για τα καλά στο Μωριά και σε λιγότερο από ένα χρόνο από τη σφαγή της Σαμοθράκης, ο Κανάρης σκότωσε τον Καπουδάν Πασά πυρπολώντας τη ναυαρχίδα του στη Χίο τον Ιούνιο του 1822.

Η θυσία των Σαμοθρακιτών δεν πήγε χαμένη, όπως άλλωστε και οι θυσίες όλων των Ελλήνων, ώστε μετά από 9 χρόνια από το Ολοκαύτωμα δημιουργήθηκε το ανεξάρτητο Ελληνικό κράτος ενώ μετά από 91 χρόνια η Σαμοθράκη απελευθερώθηκε από τον Ελληνικό Στόλο υπό το Ναύαρχο Κουντουριώτη.

Πέτρος Γ. Αλεπάκος
Δικηγόρος – ιστορικός ερευνητής

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. Περιοδικό Μπουκέτο. Εβδομαδιαία Εικονογραφημένη Φιλολογική Επιθεώρησις που κυκλοφόρησε στην Αθήνα από το 1924 έως το 1946
2. Φωτογραφική Συλλογή Γ. Π. Αλεπάκου

Η Αλεξανδρούπολη έναν αιώνα πριν (1921-2021)

(Φύλλο 16937 Ιούλιος 2021 της εφημερίδας ‘ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΘΡΑΚΗ’)

Το 1921, εκατό χρόνια μετά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, δεν υπήρχαν περιθώρια για εορτασμούς, παρόλο που η Ελλάδα ήταν πλέον μια χώρα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών. Είχαν προηγηθεί οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 (π.ημ.), στις οποίες ο Βενιζέλος παρόλο που πήρε περισσότερες ψήφους, λόγω του πλειοψηφικού εκλογικού συστήματος συγκέντρωσε λιγότερες έδρες. Κυβέρνηση σχημάτισε ο Δημήτριος Ράλλης. Πρώτο μέλημα της νέας κυβέρνησης ήταν η διεξαγωγή δημοψηφίσματος, που έγινε στις 22 Νοεμβρίου 1920 (π.ημ.) και το οποίο ενέκρινε την επιστροφή του Βασιλέως Κωνσταντίνου που ήταν εξόριστος από το 1917. Ο Βασιλιάς Αλέξανδρος είχε πεθάνει στις 12 Οκτωβρίου του 1920 (π.ημ.) από σηψαιμία εξαιτίας δαγκώματος από τη μαϊμού του. Ο Κωνσταντίνος επέστρεψε στην Ελλάδα δύο εβδομάδες μετά το δημοψήφισμα, όμως παρά την προσωρινή επίλυση του λεγόμενου Πολιτειακού θέματος εξακολουθούσε εντονότερα ο αιματηρός πόλεμος στο Μικρασιατικό μέτωπο.

Η πόλη μας, λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση της και την ενσωμάτωση της στον Εθνικό κορμό, ακόμα αποκαλούνταν Δεδεαγατς και ο διορισμένος δήμαρχός της Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης μαζί με τον πρόεδρο του Δημ. Συμβουλίου Ν. Παπασταύρου και Συμβούλους τους: ΧηΣαφετ βέη, Κ. Ιωάννου, Μ. Κανετσο, Κ. Ασταρτζιαν, Ν. Ταπάκωφ, Φ. Λεονταρίδη, Σ. Συμπάρη, Θ. Παυλίδη, Δημ. Ιατρό, Α. Γιώτα, ασχολούνταν με την πρόοδο και την βελτίωση τού Δήμου με έργα εξωραϊστικά, Δημοτικό κήπο και ηλεκτροφωτισμό. Τη Δημογεροντία αποτελούσαν: ο Επίσκοπος Αργυρουπόλεως Γερμανός, αναπληρωτής του μητροπολίτη Ιωακείμ Γεωργιάδη, ως Πρόεδρος και ως μέλη οι Ζαφειριαδης Αγγ., Κοίδης Δ., Κορδέλλης Κ., Παπασταυρου Νικ.-

«Το λιμανάκι Αλεξανδρούπολης τη δεκαετία του 1920.»

Οι γιορτές της απελευθέρωσης είχαν σταματήσει και με κομμένη την ανάσα οι Αλεξανδρουπολίτες παρακολουθούσαν τον αγώνα του Στρατού στην Μικρά Ασία. Οι χοροεσπερίδες εξακολουθούσαν βέβαια να πραγματοποιούνται όμως καθώς η πλειοψηφία των κατοίκων ήταν βενιζελικοί, αυτό προκαλούσε προστριβές με τις αντιβενιζελικές δημόσιες αρχές της πόλης, ιδίως με το Νομάρχη Επαμεινώνδα Βαλσαμάκη. Ο Επαμεινώνδας Βαλσαμάκης ήταν γιος του εμποροκτηματία Αντωνίου Βαλσαμάκη και της Αμαλίας. Οι γονείς του, εγκατεστημένοι στη Ρουμανία, κατάγονταν από την Κεφαλλονιά. Το 1906 η οικογένεια διώχτηκε από την Ρουμανία και εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου ο Επαμεινώνδας σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες και ανακηρύχθηκε διδάκτορας του Δικαίου, της Φιλοσοφίας και των Πολιτικών Επιστημών. Έλαβε μέρος στους δύο Βαλκανικούς Πολέμους, τραυματίστηκε μάλιστα στη μάχη των Γιαννιτσών. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν αρχηγός λεγεώνας Ελλήνων εθελοντών στο πλευρό των Γάλλων. Ο ίδιος τραυματίστηκε και προβιβάστηκε σε λοχαγό, τιμήθηκε δε από τον πρόεδρο της Γαλλικής Βουλής και τον Γάλλο υπουργό Στρατιωτικών. Διετέλεσε εξέχων δικηγόρος και αρθρογραφούσε σε εφημερίδες για δικαστικές υποθέσεις. Παράλληλα αναμίχθηκε στην πολιτική, αρχικά ως βενιζελικός υποψήφιος βουλευτής Κεφαλλονιάς (στις εκλογές του Μαΐου του 1915), μετά όμως προσχώρησε στους αντιβενιζελικούς. Ήταν δεινός ξιφομάχος, υποστηρικτής του θεσμού της μονομαχίας. Διορίστηκε Νομάρχης Έβρου το Νοέμβριο του 1920.

Κατοίκους είχε η πόλη μας 6.800 εξ ων 5.293 Έλληνες 400 Τούρκοι 400 Βούλγαροι 550 Αρμένιοι 230 Εβραίοι. Το λιμάνι της ανοικτό και εκτεθειμένο στους νότιους και νοτιοδυτικούς ανέμους. Τα ατμόπλοια, που βέβαια αγκυροβολούσαν έξω από το μικρό λιμανάκι, έρχονταν από τον Πειραιά, αφού είχαν πιάσει τη Χίο, τη Σμύρνη, Μυτιλήνη, Λήμνο και συνέχιζαν για Καβάλα, Θεσσαλονίκη, Βόλο, Χαλκίδα και κατέληγαν και πάλι στον Πειραιά. Άλλο δρομολόγιο ξεκινούσε από τον Πειραιά για Χίο, τη Σμύρνη, Μυτιλήνη, Δεδέαγατς, Δαρδανέλια, Καλλίπολη, Μυριόφυτο, Ραιδεστό, Κωνσταντινούπολη, Συλήβρια, Ραιδεστό, Καλλίπολη, Δαρδανέλια, Δεδέαγατς, Καβάλα, Θεσσαλονίκη, Βόλο, Χαλκίδα και κατέληγε στον Πειραιά. Τέλος υπήρχε και ατμόπλοιο που αναχωρούσε από Θεσσαλονίκη για Καβάλα, Δεδέαγατς, Δαρδανέλια, Καλλίπολη, Ραιδεστό και κατέληγε στην Κωνσταντινούπολη.

«Η Αλεξανδρούπολη τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση.»

Ο Δημήτριος Γούναρης νέος υπουργός των στρατιωτικών και ιδρυτής του Λαϊκού κόμματος που συνασπίστηκε με την «Ηνωμένη Αντιπολίτευση», όπως ονομαζόταν ο νικηφόρος συνασπισμός των αντιβενιζελικών κομμάτων, επισκέφτηκε την πόλη μας λίγο πριν φύγει το 1920. Η επίσκεψη αυτή αντιμετωπίστηκε μάλλον εχθρικά από τους Αλεξανδρουπολίτες:

«ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ 2-1-1921

... Το ελληνικόν στοιχείον της πόλεως μας, παρά την ασκηθείσαν υπό του κ. Βαλσαμάκη βίαν, ουχί μόνον ψυχροτάτην ετήρησε στάσιν κατά την υποδοχήν ην έκαμον 100-120 Αθίγγανοι στρατολογηθέντες επί τούτω παρά του κ.Νομάρχου και μεταφερθέντες εν πομπή μετά των επιτοπίων οργάνων των και (ζουρνάδες και ταβούλια) αλλ΄απέσχεν επιδεικτικώς αυτής καίτοι είχε διαταχθή το κλείσιμον των καταστημάτων κατά την ώραν της αφίξεως του κ. Γούναρη. Μετά τιμής Χ. Κωνσταντινίδης

... Συστηματική εργασία προς στολισμόν της πόλεως έλαβε χώραν εκ μέρους των ιθυνόντων. Διενεμήθησαν κηρία εις όλα τα καταστήματα και τας οικίας, με την επιτακτικήν σύστασιν ότι δεν θα θεαθώσι ταύτα σκοτεινά. Αι ροκέται και τα βεγγαλικά αφειδώς εσκορπίζοντο εις τον αέρα. Εις τον σταθμόν παρέστησαν, εκτός των επισήμων αρχών, και πλείστοι στρατιώται, τινές των οποίων έφερον πολιτικήν ενδυμασίαν και οι οποίοι προπορευόμενοι των αυτοκινήτων, εζητοκραύγαζον εξακολουθητικώς, με την πρόθεσιν να γενικεύουν τον ενθουσιασμόν των εις τους συναντωμένους καθ΄οδόν πολίτας, τους οποίους προηγουμένως σχετική διαταγή δια του δημοσίου κήρυκος είχεν εκβάλει εκ των καταστημάτων εις τας οδούς, απαγορεύουσα συγχρόνως και την εις τας οικίας των μετάβασιν. Παρ΄όλα όμως ταύτα ο κόσμος έμεινεν απαθής, μη λαβών μέρος εις την τεχνικήν ταύτην υποδοχήν εκτός του αυθημερόν συσταθέντος Λαϊκού Πολιτικού συλλόγου (Γουναρικού κόμματος, μη δυναμένου να απαριθμήση πέραν των οκτώ μελών εξ εντοπίων ...» (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 8-1-1921)

«Η Αλεξανδρούπολη γύρω στο 1920 (Παναγιώτου).»

Το Φεβρουάριο του 1921 συγκλήθηκε Διασυμμαχική Συνδιάσκεψη στο Λονδίνο για την αναθεώρηση της Συνθήκης των Σεβρών. Στο Λονδίνο ο Έλληνας Πρωθυπουργός Νικόλαος Καλογερόπουλος, διαπίστωσε πόσο απομονωμένη ήταν πλέον η Ελλάδα αλλά και την υπαναχώρηση των Συμμάχων της στο μικρασιατικό ζήτημα, ιδίως των Ιταλών και των Γάλλων που ακολουθούσαν ανοικτά φιλοκεμαλική πολιτική.

Στην πόλη μας ο Νομάρχης Βαλσαμάκης ήρθε σε σύγκρουση με τους κατοίκους της πόλης μας, με αφορμή τους γάμους της βασιλόπαιδος Ελένης, που ήταν το τρίτο παιδί και πρώτη θυγατέρα του Βασιλέως Κωνσταντίνου και της βασίλισσας Σοφίας. Ο γάμος της με το δεύτερο εξαδελφό της, διάδοχο του ρουμανικού θρόνου Κάρολο έγινε στο Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών, αλλά δεν συγκίνησε τους κατοίκους της πόλης μας:

«Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ

ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ ΤΟΥ ΝΟΜΑΡΧΟΥ ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ

ΠΩΣ ΣΥΝΕΠΛΗΡΩΘΗ Η ΚΑΤΑΒΑΡΑΘΡΩΣΙΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΙΣ 5 Μαρτίου. Ο Θρακικός λαός διήλθε κακάς απόκρεω εξ αιτίας θλιβερών ειδήσεων. Η θλίψις όμως και η ταραχή του αυξάνεται, λόγω των απρεπών πράξεων πολλών οργάνων της Κυβερνήσεως. Και ημπορεί να παρασιωπηθούν πολλά μικροζητηματα, όπως ημπορεί να παροραθη και η λογοκρισία την οποίαν ενεργεί το Φρουραρχείον επί ωρισμένων επιστολών και τηλεγραφημάτων, χωρίς να έχη επιβληθή αύτη επισήμως, όπως και η πράξις του εξ αποτάξεως ελθόντος αξιωματικού, όστις έκλεψε τας καταθέσεις των ασθενών του Στρατ. Νοσοκομειου και εδραπέτευσεν.

Δεν είνε όμως δυνατόν να παρασιωπηθούν και αι τυραννικαί και εξωφρενικαί ενέργειαι του Νομάρχου Έβρου. Εις τον αθηναϊκόν τύπον καθώς και εις τον της Θεσσαλονικης εγράφησαν πολλοί άθλοι του Νομάρχου τούτου εις βάρος των πολιτών. Η Κυβερνησις όμως όχι μόνον δεν τον απεμάκρυνεν αλλά και ότε διήρχετο εκ Δεδεαγατς ο περιοδεύσας την Θράκην κ. Γούναρης, επήνεσεν αυτόν δημόσια ως τον ικανώτερον των Νομαρχών. Ητο, λοιπόν, φυσικώτατον ο ικανώτατος ούτος κ. Νομάρχης να μη διαψεύση τον πάτρωνά του και να αποδείξη ότι πράγματι είνε άριστον (;) όργανον της ελευθερίας, την οποίαν ο κ. Γούναρης έφερεν εις την Θράκην.

Παραδίδομεν εις την κρίσιν του κοινού - θα ελέγωμεν και εις την Κυβέρνησιν, αλλά δεν θέλομεν να την ενοχλήσωμεν, διότι ασχολείται εις το δύσκολον έργον της γεφυρώσεως του χάσματος- τους άθλους του Νομάρχου Έβρου κ. Βαλσαμάκη ως μας τους αφηγήθη πρόσωπον εκ Δεδεαγατς. Την 28 Φεβρουαρίου Κυριακήν των απόκρεω, χωρίς να έχη προειδοποιήση τον κόσμον, διέταξε να γίνη δοξολογία, εις τας 3μ.μ. δια τους γάμους της βασιλόπαιδος Ελένης μετά του Διαδόχου της Ρουμανίας. Η δοξολογία εγένετο. Αλλ΄ήτο φυσικόν να μην προσέλθη όλη η πόλις του Δεδέαγατς και διότι δεν είχεν ειδοποιηθή εγκαίρως, αλλά λόγω της ημέρας του ακαταλλήλου της ώρας και διότι την προηγουμένην εσπέραν εδίδετο χορός Δημόσιος εις τον οποίο διενυκτέρευσεν ο περισσότερος κόσμος.

Μετά το πέρας της δοξολογίας ο Μητροπολίτης Γερμανός, αφ΄ου έκαμε δέησιν υπέρ των νεονύμφων, ηυχήθη εκ μέρους της πόλεως υπέρ αυτών διά θερμοτάτων φράσεων. Ο πολιτικώτατος όμως Νομάρχης ιστάμενος δίπλα του, έσπευσε να απαντήση ως αντιπρόσωπος της Κυβερνήσεως τα εξής: « Παναγιώτατε, κύριοι Αξιωματικοί, στρατιώται, κύριοι. Εφ΄όσον υπάρχει στρατός, εφ΄όσον υπάρχουν υπάλληλοι οι οποίοι ζητωκραυγάζουν και εύχονται υπέρ του Βασιλέως, υπέρ της Βασιλίσσης, της Πριγκίπισσας Ελένης δεν έχομεν ανάγκην από τας ζητωκραυγάς και τας ευχάς του λαού.» Κατελθών δε της θέσεως του πλήρης θυμού και αγανακτήσεως διότι δεν είχε προσέλθει απαξάπασα η πόλις εις την δοξολογίαν εξεστόμησε παρουσία όλων βαρυτάτας φράσεις εναντίον των κατοίκων του Δεδέαγατς και καλέσας πλησίον του τον εκεί ευρισκόμενον Δήμαρχον κ. Αλτιναλμάζην τον διέταξε να υποβάλη αυτός και το δημοτικόν συμβούλιον εντός ημισείας ώρας την παραίτησίν του.

Δεν ηρκέσθη όμως εις αυτά ο ικανώτατος άνθρωπος του κ. Γούναρη. Χωρίς να έχη δικαίωμα παρά πάντα νόμον, χωρίς να λάβη υπ΄όψιν του την ημέραν, διέταξε και έκλεισαν ευθύς άπαντα τα καταστήματα της πόλεως, και οι φούρνοι ακόμη. (Κυριακή αργία δεν υπάρχη εν Θράκη). Προς εντελή, μάλιστα, εφαρμογήν της διαταγής του, έθεσε φρουρούς εις τας θύρας των καφενείων δια να μη επιτρέψουν την δήθεν βιαίαν είσοδον των πολιτών εις αυτά!!! Αφίνομεν τον αναγνώστη να φαντασθή την ψυχολογικήν κατάστασιν των κατοίκων, αλλά και την όψιν της πόλεως. Οι πολίται και οι ξένοι, οι οποίοι συνέπεσε να είνε αρκετοί, λόγω της απεργίας των σιδηροδρομικών, εκλείσθησαν εις τας οικίας των ή απεσύρθησαν εις τας πλησίον εξοχάς. Και το Δεδέαγατς παρουσίαζε το θέαμα πόλεως, την οποίαν ερήμωσε μέγα κακόν ! και ήτο η πρώτη απόκρεω μετά την απελευθέρωσιν του ύστερα από την δοκιμασίαν δύο φρικτών δουλειών !!!

Ενώ οι κάτοικοι της μαρτυρικής ταύτης πόλεως, ητοιμάζοντο να λησμονήσωσι τας πικρίας του παρελθόντος, να λησμονήσωσι τας συμφοράς και τα μαρτύρια της χθες, ενώ εσχεδίαζον να πανηγυρίσωσι τας πρώτας ελευθέρας απόκρεω επί των ερειπίων, τα οποία εύρον επιστρέψαντες ύστερα από πολυετή περιπλάνησιν, έρχεται ο εκλεκτός του κ. Γούναρη, ο πρώτος αντιπρόσωπος της κυβερνήσεως, να τεθή υπεράνω παντός νόμου και να κλείη άπαντα τα καταστήματα της πόλεως και επιβάλη την παγεράν νέκραν.» (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 12-3-1921)

Τον Απρίλιο του 1921 ο δικηγόρος Ζήνων Λεφάκης, υιός του γνωστού μαιευτήρα Παναγιώτη Λεφάκη, που είχε εγκατασταθεί από τα τέλη του 19ου αιώνα στο άρτι δημιουργηθέν Δεδεαγατς, συνελήφθη από το Νομάρχη Έβρου γιατί ο πατέρας του δημοσίευσε ένα αντικυβερνητικό άρθρο στην εφημερίδα «Πατρις». Κι επειδή ήταν γέρος και τυφλός ο πατέρας του, ο Νομάρχης με την βοήθεια του ακολούθου του αφού έσπασε τις εικόνες του Βενιζέλου από την οικία Λεφάκη συνέλαβε τον Ζήνωνα. Αφέθηκε όμως ελεύθερος κατόπιν παρέμβασης πολιτών διαβάζουμε στη «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» της 5-4-1921.

«Η αρχή οδού 14ης Μαΐου τη δεκαετία του 1920.»

Τελικά ο Βαλσαμάκης, προς μεγάλη ανακούφιση των Αλεξανδρουπολιτών, ανακλήθηκε όπως διαβάζουμε στο φύλλο της 9-4-1921 της εφημερίδας «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ». Νέος Νομάρχης Έβρου ανέλαβε ο Α. Πάτταρας. (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 4-6-1921)

Στη Μικρά Ασία η μεγάλη εαρινή επίθεση του Στρατού τον Μάρτιο του 1921 βορείως του Εσκί Σεχίρ, για πρώτη φορά δεν κατόρθωσε να επιτύχει τον αντικειμενικό σκοπό. Μάλιστα το Μάρτιο του 1921 ο Κεμάλ υπέγραψε σύμφωνο αποχώρησης των Γάλλων από τη Μικρά Ασία αλλά και των Ιταλών από την Αντάλια. Η Τουρκία επίσης συμμάχησε με τη νεοσύστατη Σοβιετική Ένωση.

Στις 29 Ιουνίου του 1921, ξεκίνησε η μεγάλη θερινή επίθεση της Στρατιάς που είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη στις 4 Ιουλίου της Κιουτάχειας και δύο ημέρες μετά του Εσκί Σεχίρ. Ο τουρκικός στρατός όμως δεν είχε ηττηθεί αλλά αποτραβηχτεί στην Άγκυρα. Και τότε αποφασίστηκε το αδιανόητο: η συνέχιση της εκστρατείας ανατολικά για να εξοντωθεί ο Κεμάλ με την κατάληψη της Αγκυρας. Ο Ελληνικός Στρατός διαβαίνοντας τον ποταμό Σαγγάριο και περνώντας μέσα από τη φλογισμένη Αλμυρά Ερημο, συγκρούστηκε με τους Τούρκους, που αγωνίστηκαν λυσσωδώς, σε ένα ευρύτατο μέτωπο πολλών χιλιομέτρων επί τρεις ολόκληρες εβδομάδες (10-31 Αυγούστου 1921).

Η μάχη του Σαγγάριου σήμανε το τέλος των επιθετικών επιχειρήσεων για τον Ελληνικό Στρατό στην Μικρά Ασία. Η πρωτοβουλία των κινήσεων έκτοτε μετατέθηκε στην πλευρά του Κεμάλ και του τουρκικού στρατού, αποτέλεσμα των οποίων ήταν η μικρασιατική καταστροφή ένα χρόνο αργότερα.

Και ενώ ο Ελληνικός Στρατός έπαιρνε θέση αμυντική στο μέτωπο της Μικρασίας, στην απελευθερωθείσα Ανατολική και Δυτική Θράκη αποφασίστηκε η μετονομασία των συνοικισμών της. Με την υπ’αριθ. 103298/29-8-1921 απόφαση περί μετονομασίας συνοικισμών των Νομών Αδριανουπόλεως, Σαράντα Εκκλησιών Ραιδεστού, Καλλιπόλεως, Έβρου και Ροδόπης του Υπουργού Πολιτικού Διοικητού Θράκης Χ. Βοζίκη που δημοσιεύθηκε στο παράρτημα της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως τεύχος Β που εκδόθηκε στην Αδριανούπολη στις 18-9-1921 μεταβλήθηκε η ονομασία της πόλεως μας από Δεδεαγατς σε Αλεξανδρούπολη, αν και η παλαιά ονομασία εξακολούθησε να χρησιμοποιείται παράλληλα για πολλές δεκαετίες μετέπειτα.

Λίγο μετά, με το Βασιλικό Διάταγμα 5-10-1921 (Φ.Ε.Κ. 192/1921) ιδρύθηκε το «Εμπορικόν και Βιομηχανικόν Επιμελητήριον Δεδεαγάτς Θράκης».

«ΦΕΚ μετονομασίας οικισμών Θράκης.»

Το 1921 πρέπει να ιδρύθηκε και ο Δικηγορικός Σύλλογος Έβρου, αφού το μητρώο των μελών του ξεκινάει από αυτή την ημερομηνία. Μάλιστα αριθμούσε μόλις εξι δικηγόρους, που ήταν οι: Βασιλειάδης Αλ., Κόντος Αριστείδης, Λεφάκης Ζήνων, Λιονουδάκης Νικόλαος, Κωνσταντίνος Μανατός, Σαραβελλάκης Χρήστος και Μητσόπουλος Βασίλειος. Όλοι εκτός από τον Ζήνωνα Λεφάκη δεν ήταν γέννημα και θρέμμα της άρτι απελευθερωθείσας πόλης αλλά ήρθαν από άλλα μέρη, πολλοί μάλιστα από την Κρήτη.

Κάπως έτσι λοιπόν κύλησε το μοιραίο 1921 στην πόλη μας. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί την συμφορά που ερχόταν σε λίγο και θα χτυπούσε με μανία την μικρή πόλη μας, όπως ολόκληρη την Πατρίδα. Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία.

Πέτρος Γ. Αλεπάκος
Δικηγόρος – ιστορικός ερευνητής

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. Αρχείο Εφημερίδων «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», «ΣΚΡΙΠ», «ΕΜΠΡΟΣ».
2. Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης (ΕΛΙΑ- ΜΙΕΤ)
3. H Αλεξανδρούπολη στα πρώτα βήματα του ελεύθερου βίου της μέσα από δημοσιεύματα του τύπου της εποχής, άρθρο στο Φύλλο 16430 Μάιος 2019 της εφημερίδας «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΘΡΑΚΗ»
4. Φωτογραφική Συλλογή Γ. Π. Αλεπάκου